Η Κίνα ξυπνά μνήμες της παγκόσμιας κατάρρευσης του 2008

Η κρίση της κινεζικής οικονομίας ξυπνά μνήμες από την παγκόσμια κατάρρευση του 2008, καθώς όλοι οι δείκτες της οικονομίας, παγκοσμίως, έκαναν «βουτιά» τα τελευταία 24ωρα.

Εκτιμάται ότι μόνο στην Αυστραλία «χάθηκαν» 78 δις δολάρια από την αξία των μετοχών λόγω της κρίσης της κινεζικής οικονομίας, ενώ η αξία του δολαρίου Αυστραλίας έπεσε κάτω από τα 70 σεντς, για πρώτη φορά το τελευταίο δίμηνο.

Είναι το πετρέλαιο και η Κίνα ικανοί παράγοντες να επαναφέρουν την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές στη δίνη μίας νέας κρίσης, ανάλογης με αυτήν που ξεκίνησε το 2008 και για ορισμένες χώρες ακόμη δεν έχει ξεπεραστεί;

Όπως αποδεικνύει η πορεία των διεθνών αγορών, κατά τη διάρκεια της τρέχουσας εβδομάδας, η απάντηση είναι σαφώς θετική, με την Κίνα να κατορθώνει να ταρακουνήσει, για μία ακόμη φορά, τις επενδυτικές διαθέσεις και να οδηγεί σε μαζική έξοδο τους επενδυτές, όχι μόνο από τα δικά της χρηματιστήρια, αλλά απ’ όλες τις αγορές της υφηλίου.

Η καθίζηση της κινεζικής οικονομίας έχει ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις στην αυστραλιανή οικονομία, η οποία εξακολουθεί να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές της προς την Κίνα.

Ταυτόχρονα, η συνεχιζόμενη «βύθιση» των τιμών του πετρελαίου, καθώς οι μεγάλες χώρες παραγωγής, όπως η Σαουδική Αραβία,

αρνούνται να προχωρήσουν σε μείωσή της, από τη μία, πλήττει τους τίτλους ενεργειακών εταιρειών -εκ παραδόσεως δεικτοβαρείς- και, από την άλλη, δεν αφήνει τον πληθωρισμό να ανακάμψει, δυσκολεύοντας έτσι και το έργο των κεντρικών τραπεζών.

Ίσως, λοιπόν, ο Τζορτζ Σόρος, με τη δήλωση που έκανε την Πέμπτη, ότι οι συνθήκες στο διεθνές περιβάλλον είναι ακριβώς οι ίδιες με αυτές πριν την κρίση του 2008, να έχει απόλυτο δίκιο, δεδομένης και της τεράστιας πείρας του στις επενδύσεις.

Η βαρύτητα της Κίνας στις επενδυτικές διαθέσεις αποδείχθηκε δύο φορές προχθές. Πρώτον, μετά τη βουτιά της αγοράς της, με τη συνεδρίαση να διαρκεί μόλις 29 λεπτά και, δεύτερον, με την απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς της χώρας να άρει την εφαρμογή του κανόνα που οδηγεί σε διακοπή διαπραγματεύσεων, κάθε φορά που κάποιος δείκτης-βαρόμετρο ενισχύεται ή υποχωρεί κατά 5%.

Η απόφαση αυτή του Πεκίνου ήταν αρκετή, όχι για να ανακόψει, αλλά -σαφώς- για να «μαζέψει» τις απώλειες των ευρωπαϊκών αγορών, ενώ η Wall Street, μετά τη «βουτιά» στο ξεκίνημα, μοιάζει να αντιδρά με περισσότερη ψυχραιμία.

Επί ευρωπαϊκού εδάφους, ο δείκτης Euro Stoxx 600 υποχώρησε τελικά κατά 2,35% – ενώ ενδοσυνεδριακά είχε φθάσει να αποδυναμώνεται έως και 3,6%- στις 345,95 μονάδες. Από την αρχή της εβδομάδας οι απώλειές του φθάνουν στο 5,7%, καταγράφοντας μία από τις χειρότερες πορείες του μετά τη «σφαγή» -εκ νέου λόγω Κίνας- του Αυγούστου.

Απώλειες 2,37% για τον DAX 30, ο οποίος έχασε και το ψυχολογικό όριο των 10.000 μονάδων, φθάνοντας στις 9.969 μονάδες. Πλήγμα για τον δείκτη του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης η υψηλή εξάρτηση των περισσότερων εισηγμένων εταιρειών στην κινεζική οικονομία, καθώς αποτελεί τον βασικό εξαγωγικό στόχο των κινεζικών επιχειρήσεων.

Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών έκλεισε στις 590 μονάδες, σημειώνοντας πτώση 4,35%, με χαμηλό ημέρας στις 582 μονάδες.