Ο Μπόρις Τζόνσον δεν βάζει υποψηφιότητα για για την ηγεσία των Συντηρητικών

Ο Μπόρις Τζόνσον, ο πρώην δήμαρχος του Λονδίνου και ένας από τους μεγαλύτερους υπέρμαχτους του Brexit ανακοίνωσε ότι δεν είναι ο κατάλληλος για την ηγεσία των Συντηρητικών στη Βρετανία και άρα για να διαδεχεί τον Ντέιβιντ Κάμερον στην πρωθυπουργία της χώρας και πως δεν θα θέσει υποψηφιότητα για να αναλάβει τα ηνία των Τόρις και κυρίως για να φέρει σε πέρας τη διαδικασία αποχώρησης της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως αποφασίστηκε στο δημοψήφισμα της περασμένης Πέμπτης (23.06.2016).

Η ανακοίνωση του Τζόνσον, που θεωρούνταν το μεγάλο φαβορί αλλά δεν είχε τη στήριξη της πλειοψηφίας των Συντηρητικών (βουλευτών και ψηφοφόρων), είναι αναμφίβολα μια έκπληξη, μια βόμβα μεγατότων και μένει να φανεί αν θα είναι και βόμβα στα θεμέλια του ίδιου του Brexit!

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, άλλωστε, δεν ήταν υπέρ του Τζόνσον, που εξαρχής δεν είχε και την απόλυτη στήριξη των βουλευτών του Συντηρητικού κόμματος.

αρχείο λήψης (4) αρχείο λήψης (5)

Η ανακοίνωση του Τζόνσον πως δεν θα διεκδικήσει την ηγεσία των Τόρις ήρθε λίγες ώρες μετά από μια άλλη έκπληξη: την ανακοίνωση του υπουργού Δικαιοσύνης Μάικλ Γκόουβ πως θα είναι υποψήφιος για την ηγεσία του συντηρητικού κόμματος. Ο Γκόουβ στήριξε τον Τζόνσον στην καμπάνια υπέρ του Brexit και είχε αφήσει να φανεί ότι θα τον στήριζε και στην κούρσα διαδοχής του Κάμερον. Όμως στη δήλωση της υποψηφιότητά του χαρακτήρισε τον ξανθομάλλη πρώην δήμαρχο μη ικανό για τη θέση.

Στην ανακοίνωση με την οποία γνωστοποίησε την υποψηφιότητά του, ο Γκόουβ «αδειάζει» τον Τζόνσον και τονίζει πως δεν τον εμπιστεύεται για να αναλάβει τα ηνία της Βρετανίας και το αξίωμα του πρωθυπουργού. «Με λύπη μου έφθασα στο συμπέρασμα ότι ο Μπόρις δεν μπορεί να αναλάβει την ηγεσία ή να συγκροτήσει μία ομάδα κατάλληλη για την αποστολή που μας περιμένει», είπε ο Γκόουβ, που μέχρι πριν από μερικές μέρες στήριζε… Τζόνσον. «Έχω επανειλημμένως πει ότι δεν θέλω να γίνω πρωθυπουργός… αλλά αυτά που έχουν συμβεί από την περασμένη Πέμπτη βάρυναν σημαντικά στη ζυγαριά».

Όλα αυτά μια μέρα μετά το e-mail της συζύγου του που κατά… λάθος (;) είδε το φως της δημοσιότητας και στο οποίο η σύζυγος του υπουργού Δικαιοσύνης και αρθρογράφος της Daily Mail Σάρα Βάιν εμφανίζεται να παροτρύνει τον σύζυγό της να απαιτήσει διαβεβαιώσεις από τον Μπόρις Τζόνσον πριν του προσφέρει την υποστήριξή του. Γράφει επίσης ότι ο πρώην δήμαρχος του Λονδίνου δεν έχει με βεβαιότητα την υποστήριξη των μελών του κόμματος, ούτε το Πολ Ντέικρ , του ισχυρού διευθυντή της Daily Mail, ούτε του ιδιοκτήτη της Sun και των Times Ρούπερτ Μέρντοκ.

Η Τερέζα Μέι

Η υπουργός Εσωτερικών Τερέζα Μέι ανακοίνωσε την υποψηφιότητά της μέσω επιστολής της που δημοσιεύεται στους Times, στη συνέχεια άνοιξε σελίδα στο Facebook και αργότερα διεμήνυσε ότι το Brexit είναι Brexit και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν πρόκειται να ανατραπεί. “Μετά το δημοψήφισμα της περασμένης εβδομάδας, η χώρα μας χρειάζεται έναν ισχυρό και διακεκριμένο ηγέτη για να διανύσει αυτή την περίοδο οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας και να διαπραγματευτεί με τους καλύτερους όρους την έξοδο από την ΕΕ”, γράφει η Μέι στην επιστολή της στους Times.

Και σε μια έμμεση αναφορά στον Μπόρις Τζόνσον, η υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Κάμερον αναφέρθηκε σε ορισμένους που πρέπει να αναλογιστούν πως “η κυβέρνηση δεν είναι παιχνίδι, είναι σοβαρή υπόθεση που έχει πραγματικές συνέπειες στη ζωή των ανθρώπων”. Στη σελίδα που άνοιξε στο Facebook (Theresa May for Prime Minister), η Μέι τόνισε πως θέτει υποψηφιότητα για τρεις λόγους: γιατί μετά το δημοψήφισμα η Βρετανία χρειάζεται μια δυνατή ηγεσία για να ανταπεξέλθει στην οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα και να διαπραγματευτεί με τον καλύτερο τρόπο την έξοδο από την Ε.Ε., γιατί απαιτείται μια ηγεσία που θα ενώσει το κόμμα και τη χώρα και γιατί χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις για το μέλλον.

Αργότερα, κατά την επίσημη ανακοίνωση της υποψηφιότητάς της, η Μέι διεμήνυσε πως «η χώρα μίλησε και η Βρετανία θα αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση», βάζοντας τέλος στα σενάρια που ακούγονται τις τελευταίες μέρες για ανατροπή του αποτελέσματος του βρετανικού δημοψηφίσματος.