Κι όμως, παραμένουν ελληνάκια μέσα σε μικτούς γάμους

ΣΧΟΛΙΟ ΡΗΡ: Όσοι υποστηρίζουν ότι τα παιδιά που προέρχονται από μικτό γάμο “είναι χαμένα” για τον ελληνισμό, κρίνουν μάλλον επιφανεικά τα καθέκαστα. Σίγουρα έχουν δίκιο σε έναν βαθμό. Πόσο μικρό ή πόσο μεγάλο, όμως, αυτό μόνον από μία ενδελεχή έρευνα -κυρίως από την Εκκλησία- θα αποδειχθεί. Μέχρι τότε,  πάρα πολλές είναι οι περιπτώσεις που παιδιά μικτών γάμων παραμένουν ή γίνονται ελληνόπουλα στο πνεύμα και το συναίσθημα. Ιδιαίτερα εάν στην οικογένεια ο παπούς και η γιαγιά είναι Έλληνες…

Η παρακάτω περίπτωση, που δημοσιεύεται στην ομογενειακή εφημερίδα “Νέος Κόσμος” είναι ενδεικτική.

ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΥΜΕ:

Παρ’ ότι σήμερα οι μικτοί γάμοι στην Αυστραλία αποτελούν συχνό και συνηθισμένο φαινόμενο, στους κόλπους των ελληνικών οικογενειών της πρώτης γενιάς μεταναστών, το να παντρευτεί κανείς έναν «ξένο» ήταν ένα ασυνήθιστο και επί το πλείστον καταδικαστέο φαινόμενο που ταλαιπώρησε κατά κύριο λόγο τη δεύτερη γενιά Ελλήνων της Αυστραλίας.

Ο 31χρονος σήμερα Daniel Becker, γεννήθηκε σε μια «μικτή» οικογένεια με γονείς που προέρχονταν από δύο τελείως διαφορετικούς κόσμους, αλλά επέλεξαν να συνεχίσουν το ταξίδι της ζωής τους μαζί, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις της οικογένειας και του περίγυρού τους.

«Η μητέρα μου είναι Ελληνίδα δεύτερης γενιάς και ο πατέρας μου έχει καταγωγή από την Ουγγαρία και τη Λιθουανία» λέει στον «Νέο Κόσμο» ο καθηγητής Χημείας και Θετικών Επιστημών, Daniel, ο οποίος θυμάται πώς ήταν να μεγαλώνει κανείς σε μια οικογένεια στην οποία οι γονείς προέρχονταν από διαφορετικούς τόπους, διαφορετικές κουλτούρες, διαφορετικές παραδόσεις και θρησκευτικά πιστεύω.

«Η μητέρα μου ήταν ταμίας σε μια αλυσίδα σουπερμάρκετ στην Whyalla και ο πατέρας μου ήταν διευθυντής της ίδιας αλυσίδας στην Αδελαΐδα και έτυχε να επισκεφθεί το κατάστημα στην επαρχιακή πόλη όπου έμενε η 18χρονη τότε μητέρα μου» εξηγεί ο Daniel.

Αμέσως μετά την γνωριμία τους, οι δύο νέοι ερωτεύτηκαν και αποφάσισαν ότι ήθελαν να είναι μαζί αλλά ήξεραν πως η ανακοίνωση μιας τέτοιας σχέσης στους αυστηρούς γονείς της Κανέλας θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, κυρίως λόγω του ότι ο πατριάρχης της οικογένειας, θα έφερνε -όπως ήταν αναμενόμενο- αντιρρήσεις.

«Ειλικρινά θαυμάζω την υπομονή του πατέρα μου και την επιμονή της μητέρας μου γιατί ο παππούς μου Ηλίας δεν ήθελε σε καμία περίπτωση η μητέρα μου να παντρευτεί έναν άντρα που δεν ήταν Έλληνας και να βάλει στο σπίτι του έναν «ξένο», όπως συνήθιζε να λέει, αλλά οι γονείς μου ήταν αποφασισμένοι και ερωτευμένοι.

«Ήταν πολύ δύσκολο για τον πατέρα μου Derryk, ο οποίος, αποφασισμένος να κερδίσει την εύνοια της οικογένειας, κατάφερε σταδιακά να γίνει κατά κάποιον τρόπο αποδεκτός και να επισκέπτεται αραιά και πού το πατρικό της μητέρας μου αν και δεν ήταν λίγες οι φορές που ο παππούς και η γιαγιά κατέληγαν να τον κρύβουν στον ξενώνα όταν χτυπούσε απρόσμενα το κουδούνι και έρχονταν επισκέψεις, για να μη δει κανείς τον «ξένο» στο σπίτι και ντροπιαστούν» λέει γελώντας σήμερα ο νεαρός Daniel.

Ο παππούς Ηλίας Αθανασόπουλος, εργάτης στην BHP της Whyalla και η γιαγιά Αλίκη, η οποία φρόντιζε με αφοσίωση την οικογένειά της, κατάγονταν από δύο μικρά χωριά της Καλαμάτας και φυσικά εκείνη την εποχή δεν ήταν οι μοναδικοί γονείς που πάλευαν να επιβιώσουν σε μια ξένη χώρα, να προστατέψουν την οικογένειά τους και να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους.

«Σήμερα ίσως μας φαίνεται υπερβολικό αλλά, ως έναν βαθμό, καταλαβαίνω τους λόγους για τους οποίους φέρονταν έτσι οι άνθρωποι τότε. Το σίγουρο είναι πως η μητέρα μου είχε πολύ θάρρος και λάτρευε τον πατέρα μου με αποτέλεσμα να πειστεί ο παππούς τελικά να δώσει την συγκατάθεσή του».

Παρά τις φαινομενικές «διαφορές» τους, το μοναδικό, για τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής του, εγγόνι της οικογένειας μεγάλωσε με αγάπη μέσα σε ένα ζεστό και άκρως ελληνικό περιβάλλον. Γι’ αυτό φρόντισε κυρίως η γιαγιά Αλίκη και ο παππούς Ηλίας, δύο άνθρωποι που από την γέννηση του εγγονού τους και μετά έκαναν τα πάντα για να μάθει ο μικρός Daniel να αγαπάει την Ελλάδα και να αγκαλιάζει οτιδήποτε ελληνικό.

Σήμερα, ο νεαρός χημικός μαθαίνει μπουζούκι και κάνει εντατικά μαθήματα ελληνικών ενώ ετοιμάζεται να επισκεφθεί την Ελλάδα με την 28χρονη αρραβωνιαστικιά του Τερέζα, η οποία, αν και ιταλικής καταγωγής, μαθαίνει επίσης ελληνικά.

«Παντρευόμαστε του χρόνου και τον επόμενο Δεκέμβρη ετοιμαζόμαστε για το μήνα του μέλιτος στην Ελλάδα και την Γαλλία. Τώρα όσον αφορά τους λόγους που μαθαίνουμε ελληνικά είναι πολλοί.

«Κατ’ αρχάς, ευχή μου είναι να μπορέσω σύντομα να επικοινωνήσω ουσιαστικά με την γιαγιά μου στην δική της γλώσσα και επίσης ελπίζω ότι μαθαίνοντας την γλώσσα των προγόνων μου θα κατορθώσω να ανακαλύψω ένα μέρος της ιστορίας και της ύπαρξής μου, που δεν αντιλαμβανόμουν απόλυτα όταν ήμουν μικρός.

«Ο παππούς και η γιαγιά μου δεν ξέχασαν ποτέ από πού ήρθαν σε αντίθεση με την οικογένεια του πατέρα μου που δεν έφερε πολλές παραδόσεις από την Ουγγαρία γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να αφομοιωθούν πολύ γρήγορα με τον αυστραλιανό τρόπο ζωής», εξηγεί ο Daniel.

Η μητέρα του νεαρού καθηγητή, Κανέλα, παρ’ ότι που ποτέ δεν πίεσε το πρωτότοκο γιό της να υιοθετήσει και να αγκαλιάσει την δική της κουλτούρα, είναι σήμερα πολύ χαρούμενη και στηρίζει την απόφαση του παιδιού της.

«Και οι δύο μου γονείς είναι δίπλα μου. Ο πατέρας μου μπορεί να μην είναι Έλληνας αλλά δεν έχει κανένα πρόβλημα με τις επιλογές μου και, όπως είναι φυσικό, η μητέρα μου, ως γνήσια Ελληνίδα, χαίρεται με την απόφαση μου γιατί κι εκείνη έχει προσπαθήσει πολύ για να κρατήσουμε όλοι μέσα μας την Ελλάδα. Η ίδια άλλωστε μιλάει Ελληνικά, συμπεριφέρεται ελληνικά και φυσικά μαγειρεύει Ελληνικά» λέει ο νεαρός καθηγητής ο οποίος εδώ και λίγους μήνες έχει ξεκινήσει μαθήματα για να μάθει να παίζει και μπουζούκι στην σχολή του διακεκριμένου μουσικού Κώστα Δαλαγιώργου.

«Το μπουζούκι μπήκε στη ζωή μου πρόσφατα και μέχρι σήμερα ξέρω να παίζω τέσσερα τραγούδια. Το αγαπημένο μου πάντως μέχρι τώρα είναι «Το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας».

Η γιαγιά Αλίκη είναι ακόμα εν ζωή και θα έχει την ευκαιρία να ακούσει τον εγγονό της να παίζει ελληνικά τραγούδια στο μπουζούκι του και να μιλάει επιτέλους ελληνικά, σε αντίθεση με τον παππού Ηλία ο οποίος δεν υπάρχει πια αλλά αναμφισβήτητα σημάδεψε με την έντονη παρουσία του την οικογένειά του και κατόρθωσε να εμφυσήσει στην κόρη αλλά και τον εγγονό του, την αγάπη του για την Ελλάδα.

«Σαν παιδί, όταν μεγάλωνα δεν αντιλαμβανόμουν στο απόλυτο την διαφορετικότητα της οικογένειας μου και την σημαντική κληρονομιά που άφησε πίσω του ο παππούς μου.

«Τώρα καταλαβαίνω ότι το να προέρχομαι από μια τέτοια χώρα είναι ευλογία και επιθυμία μου είναι να είμαι εγώ ο συνεχιστής της παράδοσης μας που θα φροντίσει να διατηρήσει, να προστατέψει και να συνεχίσει την ελληνικότητα της οικογένειας μας» καταλήγει ο Daniel.

Φωτογραφία:neoskosmos.con/Ο μικρός Daniel με τον παππού του Ηλία.