«Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α» Μέρος 28ο

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

Για την Κύπρο

Σ’ ολόκληρη την μεταπολεμική περίοδο, το εθνικό θέμα που εκυριάρχησε στην καρδιά των ομογενών ήταν η εθνι­κή   αποκατάστασις   των   Κυπρίων.   Είναι   χαρακτηριστικό ότι τον Αύγουστο του 1948, το ετήσιο Συνέδριο της AHEPA, που συνήλθε στο Ντητρόϊτ[1] ενέκρινε ψήφισμα με το οποίο ζητούσε από την αμερικανική κυβέρνησι να συνηγορήση  για την ένωσι της Κύπρου με την Ελλάδα.

Από την πρώτη στιγμή

Η εκδήλωσις ήταν ακόμη περισσότερο αξιοσημείωτη, γιατί την εποχή εκείνη ούτε οι ίδιοι οι Έλληνες στην Ελλάδα δεν προέβαλλαν το ζήτημα της Κύπρου.[2] Έκτοτε, η AHEPA εξακολούθησε να περιλαμβάνη το αίτημα για την ένωση της Κύπρου με τον εθνικό κορμό στα ψηφίσματα όλων τών ετησίων συνεδρίων της. Όταν δε τον Μάρτιο του 1956 η βρετανική κυβέρνησις συνέλαβε και εξώρισε τον αρχιεπίσκοπο, τότε, της Κύπρου Μακάριο,[3] τόσο η AHEPA όσο και η GAPA και οι άλλες μεγάλες οργανώσεις της Ομογενείας εξεσηκώθηκαν κυριολεκτικά και άσκησαν επίμονες πιέσεις στο Κογκρέσσο για την καταδίκη αυτής της ενεργείας. Ο γε­ρουσιαστής Χέρμπερτ Λέχμαν (Herbert Lehman) της Νέας Υόρκης μαζί με εικoσιτρείς άλλους γερουσιαστές από όλη τήν Αμερική, και από τα δύο μεγάλα κόμματα, κατέθεσε ψήφισμα στο οποίο υπεστηρίζοντο “οι νόμιμες επιδιώξεις του λαού της Κύπρου.”

Λίγους  μήνες ενωρίτερα, η  Ομογένεια,   με τις  μεγάλες της οργανώσεις επικεφαλής, είχε κινητοποιηθή αγανακτημένη για την βάρβαρη μεταχείρισι των Ελλήνων της Κωνσταντινουπόλεως από τον τουρκικό όχλο στις βίαιες διαδηλώσεις που έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1955.[4] Η Επιτροπή Δικαιοσύνης για την Κύπρο κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες για να επηρεάση την πολιτική του Στέητ Ντιπάρτμεντ, αλλά προσέκρουσε στην επίμονη άρνησι του τότε υπουργού των Εξωτερικών Τζων Φόστερ Ντάλλας,[5] ο οποίος είχε ευθυγραμμισθή με την βρετανική πολιτική στο θέμα της Κύπρου.

H Ομογένεια κινητοποιήθηκε και πάλιν χάριν της Κύπρου την άνοιξι του 1964, όταν H Τουρκία απειλούσε να εισβάλη στην Δημοκρατία της Κύπρου, που είχε συσταθή το 1960 με τις συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου.[6] Την εποχή εκείνη, τα μεγάλα αμερικανικά δημοσιογρα­φικά όργανα, η Ουάσιγκτων Ποστ και οι Νιου Γιορκ Τάιμς[7] είχαν   υιοθετήσει μια άκρως φιλοτουρκική γραμμή, που είχε επίδρασι στην παρουσίασι του κυπριακού προβλήματος από τον αμερικανικό Τύπο γενικά. Αυτό αναπόφευκτα προεκάλεσε κάποια σύγχυσι μεταξύ των ομογενών και εχρειάσθηκαν επιπρόσθετες προσπάθειες για να υπερνικηθούν οι αρνητικές αυτές επιπτώσεις. Τελικά, όμως, υπερίσχυσαν τα πατριωτικά αισθήματα, και η Επιτροπή Δικαιοσύνης για την Κύπρο, που είχε επανασυσταθή στις αρχές του 1964 επέτυχε να θέση σε κίνησι μια πλατειά εκστρατεία για την αποστολή τηλεγραφημάτων προς μέλη του Κογκρέσσου, επιστολών προς τις αμερικανικές εφημερίδες, και για την συλλογή χρημάτων για τους Κυπρίους. Σε μια χαρακτηρι­στική εκδήλωσι, το τμήμα της Επιτροπής στην Ουάσιγκτων επέτυχε σε μια Κυριακή να σταλούν στον Λευκό Οίκο από τους ομογενείς της πρωτευούσης 672 επιστολές διαμαρτυρίας.

Οι πιέσεις που ήσκησαν οι ομογενείς και οι Οργανώσεις, δεν έμειναν χωρίς αποτέλεσμα. Όταν η Τουρκία ετοι­μάστηκε τον Αύγουστο του 1964 να εισβάλη στην Κύπρο, επενέβη αποφασιστικά ο πρόεδρος Τζώνσον και εσταμάτησε τα τουρκικά σχέδια.[8]

Δέκα χρόνια αργότερα, το 1974, όταν οί Τούρκοι επραγματοποίησαν τα παλαιά τους σχέδια και εισέβαλαν στην Κύπρο με αφορμή την αποκατάσταση του συνταγματικού καθεστώτος που είχε καθιερωθεί με τις συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου που είχε δια­ταράξει το αντεθνικό κίνημα κατά του Μακαρίου, η Ομο­γένεια ύψωσε και πάλι την φωνή της με μεγαλύτερη δύναμι από κάθε άλλη φορά. Η AHEPA, η GAPA, οι άλλες οργανώσεις,  πολυάριθμες   επιτροπές,  οι  ελληνικής   καταγωγής βουλευτές Μπραδήμας, Γιάτρον, Σαρμπάνης, Κύρος, ο φιλέλληνας συνάδελφος τους Ρόζενταλ (Rosenthal), o γερουσιαστής Ήγκλετον (Eagleton), o ελληνοαμερικανικός Τύπος με τον ημερήσιο Εθνικό Κήρυκα στην πρωτοπορία, εκπρόσωποι του επι­στημονικού και επιχειρηματικού κόσμου γεννημένοι στην Ελλάδα ή στην Αμερική, εκινήθησαν σε μια αληθινή πανστρατιά με μοναδικό αντικειμενικό σκοπό την απόδοσι δικαιοσύνης στον δοκιμαζόμενο ελληνοκυπριακό λαό που είχε υποστή την εισβολή των Τούρκων και 200.000 από αυτούς είχαν εκδιωχθή υπό την απειλή των οπλών από τις εστίες του.

Οι ογκώδεις  διαδηλώσεις  που   έγιναν  στην  Ουάσιγκτων γύρω από την περίμετρο του Λευκού Οίκου, εντυπω­σίασαν πραγματικά το αμερικανικό  κοινό  και τον  αμε­ρικανικό Τύπο. Την φορά αυτή και η Ουάσιγκτον Ποστ και οι Νιου Γιορκ Τάιμς πήραν μια θαρραλέα “φιλελληνική” στάσι. Το αμερικανικό   Κογκρέσσο,   επίσης,   δεν   περιωρίσθηκε  σε απλά ψηφίσματα συμπαραστάσεως ή διαμαρτυρίας. Δεδομένου ότι η Τουρκία είχε χρησιμοποιήσει για την εισβολή τα όπλα που της παρέχει ή Αμερική μέσα στα πλαίσια της Συμμαχίας, κύριο αίτημα τών διαδηλωτών ήταν η διακοπή της  παροχής   στρατιωτικής  βοηθείας προς την Τουρκία. Ήταν τόσο καταφανής η παράβασις των νομικών προϋποθέσεων που είχε θέσει το Κογκρέσσο  για την παροχή όπλων σε συμμαχικές χώρες,  που η  μεγάλη  πλειοψηφία των βουλευτών και γερουσιαστών ηγνόησε κάθε αντίθετο επιχείρημα  που προέβαλε  ο  Λευκός  Οίκος   και  εψήφισε για να διακοπή η αποστολή στρατιωτικής βοηθείας προς τήν Τουρκία. Παρά δε τις επίμονες πιέσεις του υπουργού των  Εξωτερικών κ.   Κίσσινγκερ   και τις   επανειλημμένες εκκλήσεις  του   προέδρου  Φορντ,  η   πλειοψηφία  του  Κογκρέσσου   σε   αλλεπάλληλες   ψηφοφορίες   απέκρουσε, κάθε απόπειρα για να επαναληφθή η βοήθεια. Για πρώτη, ίσως, φορά, στα χρονικά της, η  AHEPA ήρθε σε ανοικτή  δια­φωνία με τον αμερικανό  πρόεδρο τον Απρίλιο του 1975 κατά την συνάντησι του προεδρείου της με πρόσκλησι του προέδρου   Φορντ,  και  παρουσία  του   κ.   Κίσσινγκερ   στον Λευκό Οίκο. Σ’ όλο αυτό το διάστημα και κάθε φορά που ξαναρχόταν για επανεξέτασι ή αναθεώρησι το ζήτημα της στρατιωτικής   βοηθείας   προς   την   Τουρκία,   εκατοντάδες ομογενών της Ουάσιγκτων, αλλά και από άλλες πόλεις, “αλώνιζαν” κυριολεκτικά τα γραφεία των βουλευτών και των γερουσιαστών ζητώντας την ψήφο τους για την παράτασι της διακοπής.  Δείγμα  ακόμα  του   ισχυρού  ενδιαφέροντος της Ομογενείας, είναι και η εμφάνισις είκοσι του­λάχιστον νέων οργανώσεων  που  αποσκοπούν  στην  προώθησι ενός δικαίου διακανονισμού στην Κύπρο. Μια από τις οργανώσεις   αυτές,   με   πολύ   ευρύτερους αντικειμενικούς σκοπούς, είναι το  Αμερικανοελληνικό   Ινστιτούτο, (American Hellenic Institute)    δημι­ούργημα  του   Ευγενίου   Ρωσσίδη,   το  όποιο   εδρεύει   στην Ουάσιγκτων και το οποίο,  μάλιστα,  είχε τόν Ιούνιο του 1975 το πρώτο του Συνέδριο με σκοπό την μελέτη των δυνα­τοτήτων για την περαιτέρω ανάπτυξι των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Αμερικής. Τον Ιούνιο   του   1975   επίσης,   ιδρύθηκε   με   πρωτοβουλία της Αρχιεπισκοπής το Ηνωμένο Ελληνοαμερικανικό Συμβούλιο (United Hellenic American Council – U.H.A.C.), του οποίου πρόεδρος εξελέγη  ο Άντριου Άθενς (Andrew Athens), πρόεδρος της εταιρείας Metron Steel, με αντικειμε­νικό σκοπό να συνένωση στους κόλπους του τις εβδομήντα και πλέον ελληνοαμερικανικές οργανώσεις για τον συντο­νισμό του αγώνος των πάνω στα εθνικά θέματα. Σημειωτέον ότι η ίδρυσις του Συμβουλίου προεκάλεσε αντιδρά­σεις, ιδίως μεταξύ των μελών της AHEPA, αλλά και πολ­λών άλλων, που έκριναν οτι η ανάμιξις της Αρχιεπισκο­πής, έστω και από τα παρασκήνια, ήταν δυνατόν να επηρεάση αρνητικά τόν αγώνα. Η AHEPA από την δική της πλευρά, επέδειξε έντονη δραστηριότητα και για την συλλογή χρημάτων και για την παρουσίασι των θεμάτων στο Κογκρέσσο και στο Στέητ Ντιπάρτμεντ. Με ύπατο πρόε­δρο τον δικηγόρο Βασ. Τσαφάρα τό 1974 και, εν συνεχεία, τον  διακεκριμένο αρχιτέκτονα   και  επιχειρηματία Γουίλλιαμ Τσιργώτη και με πρόεδρο της Επιτροπής της AHEPA για την Κύπρο τον γνωστό δικηγόρο Ι. Πλουμίδη, η Οργάνωσις αυτή πρωτοστάτησε σε κάθε εκδήλωσι. Ο αγώνας υπέρ της Κύπρου συνεχίσθηκε και επί προεδρίας Ξ. Μικρούτσι­κου. Εξ άλλου, ο Εθνικός Κήρυξ, πού μετά την διακοπή της εκδόσεως  της   Ατλαντίδος   έχει  μείνει  η   μόνη   εφημερίδα: στην ελληνική  γλώσσα, άνοιξε διάπλατα τις  στήλες του και στις Οργανώσεις αλλά και γενικά στην Ομογένεια. Ταυτόχρονα, ανέλαβε πρωτοβουλίες για την καθοδήγησι και διαφώτισι τών ομογενών δημοσιεύοντας σχέδια επι­στολών και τηλεγραφημάτων και παραθέτοντας τους τηλεφωνικούς αριθμούς, καθώς και τα ονόματα καί τις διευ­θύνσεις των μελών του Κογκρέσσου προς τα όποια έπρεπε να στραφή η  Ομογένεια. Καθώς  γράφονται  οι  γραμμές αυτές, το Κυπριακό εξακολουθεί να παραμένη ανοικτό, με 40 καί πλέον τοις εκατόν του εδάφους της Κύπρου κάτω από τουρκική κατοχή, με 200.000 και πλέον πρόσφυγες ξερριζωμένους  από τις εστίες τους,   και με απώτερο στόχο την αποικιοποίησι της Κύπρου, που συνεπάγεται η με­ταφορά  και εγκατάστασις  στο τουρκοκρατούμενο τμήμα της νήσου χιλιάδων Τούρκων από την Μικρά Ασία με σκοπό να αλλάξει αποφασιστικά η εθνολογική σύνθεσις του πληθυσμού.

Το ιστορικό της μεγαλειώδους σταυροφορίας υπέρ της Κύπρου περιγράφεται στο κεφάλαιο “Μετά την Εισβολή”.

 

ΑΥΡΙΟ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

Ο ρόλος της Εκκλησίας


[1]Detroit: Πόλη της κομητείαςWayne στο νοτιοανατολικό μέρος της Πολιτείας Μίτσιγκαν. Κέντρο της αμερικανικής αυτοκινητιστής βιομηχανίας.

[2] Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Αγγλία προώθησε το 1948 προτάσεις σύμφωνα με τις οποίες προσέφερε στους Ελληνοκυπρίους μία μορφή εσωτερικής αυτοκυβέρνησης. Οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν τις προτάσεις και στη συνέχεια διεξήγαγαν δημοψήφισμα (1950) στο οποίο το 95.7% εψήφισε υπέρ της Ένωση. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, της παράταξης που νίκησε στον Εμφύλιο, ήταν στενά δεμένες με τη Βρετανία –στην οποία άλλωστε χρωστούσαν εν πολλοίς την επικράτησή τους, δεν επιθυμούσαν να συγκρουστούν με τη Βρετανία. Έτσι η Αθήνα έδειχνε απρόθυμη να φέρει το θέμα στον ΟΗΕ, προτιμώντας το δρόμο των διμερών διπλωματικών διαπραγματεύσεων. Έτσι, ο Μακάριος κατέθεσε προσφυγή στα Ηνωμένα Έθνη με δική του πρωτοβουλία, στις 10 Αυγούστου 1953. Ωστόσο η πρώτη απόπειρα του Μακαρίου υπήρξε άκαρπη εφόσον το αίτημα του –που δεν είχε τη συμπαράσταση της Ελλάδας– ναυάγησε. Για την πορεία του Κυπριακού στις διάφορες φάσεις του μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο βλ. την ενδιαφέρουσα μονογραφία του Λεόντιο Ιεροδιακόνου, Το Κυπριακό Πρόβλημα. Πορεία προς την Χρεωκοπία, [Παπαζήσης] Αθήνα 1975, passim

[3] Ο Μακάριος ΙΙΙ (κοσμικό όνομα Μιχαήλ Χριστοδούλου Μούσκος, 13 Αυγούστου 1913, Πάνω Παναγιά, Πάφος – 3 Αυγούστου 1977, Λευκωσία): αρχιεπίσκοπος της Κύπρου και μετά το 1960, πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είχε εκτοπιστεί τον Μάρτιο του 1956  από τους Βρετανούς στις Σεϋχέλλες (νησί στο Δυτικό Ινδικό  ωκεανό) μέχρι τον Απρίλιο του επομένου χρόνου που αφέθηκε ελεύθερος και πήγε στην Αθήνα.

[4] Τα “Σεπτεμβριανά”: Την 6η Σεπτεμβρίου ξέσπασαν στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη μεγάλης έκτασης οχλαγωγίες οι οποίες κατέληξαν στην καταστροφή ελληνικών περιουσιών αλλά και στη πλήρη αποτυχία της Τριμερούς Διασκέψεως (Βρετανίας-Ελλάδας-Τουρκίας). Προτού εκδηλωθεί η οχλαγωγία έκρηξη δυναμίτιδας προκάλεσε ελαφρές ζημιές στο Τουρκικό Προξενείο της Θεσσαλονίκης.  Αμέσως μετά ξέσπασαν οι άγριες εκδηλώσεις του πλήθους. Σήμερα, έχοντας υπόψη νέες έρευνες και μελέτες γνωρίζουμε ότι η έκρηξη ήταν προβοκάτσια των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, και πως οι ταραχές είχαν την ανοχή –αν όχι την υποστήριξη– της τουρκικής κυβέρνησης. Στις κατηγορίες αυτές η τουρκική κυβέρνηση απάντησε ότι οι ταραχές οργανώθηκαν από κομμουνιστές συνωμότες (!)

[5]  John Foster Dallas ( 25 Φεβρουαρίου 1888, Ουάσιγκτων – 24 Μαΐου 1959, Ουάσιγκτων): Υπουργός των Εξωτερικών (1953–59) υπό τον πρόεδρο  Ντιουάιτ Αϊζεχάουερ (Dwight D. Eisenhower). Ένας από τους αρχιτέκτονες του μεταπολεμικού “Ψυχρού Πολέμου”.

[6] Στις 5 Φεβρουαρίου 1959 ξεκίνησαν στη Ζυρίχη διπλωματικές διαβουλεύσεις ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών Αβέρωφ και Ζορλού με σκοπό την εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης, οι οποίες κράτησαν έξι ημέρες. Στη συνέχεια οι δύο υπουργοί ταξίδεψαν στο Λονδίνο για να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις μαζί με τον άγγλο υπουργό Εξωτερικών. Στις 17 Φεβρουαρίου έφτασαν στο Λονδίνο και οι εκπρόσωποι των δύο κοινοτήτων του νησιού, ο Μακάριος και ο Κιουτσούκ.  Στις 19 Φεβρουαρίου ο Μακάριος δήλωσε ότι θα αποδεχόταν τη λύση της ανεξαρτησίας, αντί της Ένωσης. Την ίδια ημέρα υπογράφτηκαν οι συμφωνίες. Μετά από περίπου ενάμισι χρόνο (16 Αυγούστου 1960) η Κύπρος ανακηρυσσόταν ανεξάρτητη Δημοκρατία.

[7] [The] New York Times: Πρωινή καθημερινή εφημερίδα που εκδίδεται στη Νέα Υόρκη, η μεγαλύτερη  σε κυκλοφορία εφημερίδα των Η.Π.Α. και μία από τις μεγαλύτερες του κόσμου. Ιδρύθηκε το 1851.

[8] Η κρίση άρχισε να γίνεται αισθητή από τον Δεκεμβρίου του 1963 με επεισόδια μεταξύ ενόπλων μελών και των δύο κοινοτήτων. Το ΝΑΤΟ θέλησε να παρέμβει αλλά αντιμετώπισε την άρνηση των Ελληνοκυπρίων οι οποίοι αντιστάθηκαν σε οποιαδήποτε ανάμιξη του Οργανισμού στις υποθέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τελικώς στάλθηκε στο νησί (Μάρτιος 1964) διεθνής ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ δύναμης 6.238 ανδρών. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι δύο κοινότητες προσπαθούσαν να εδραιώσουν με στρατιωτικά μέσα μια de facto κατάσταση προς όφελός τους. Επειδή οι Ελληνοκύπριοι απέβλεπαν στον έλεγχο ολοκλήρου του κυπριακού εδάφους  οι Τουρκοκύπριοι για να το αποφύγουν εγκατέλειψαν τα χωριά όπου υπήρχε ελληνοκυπριακή αριθμητική υπεροχή εγκαταστάθηκαν σε θύλακες όπου είχαν την πλειοψηφία. Η διακοινοτική διένεξη έβαλε στο παιχνίδι την Ελλάδα και την Τουρκία. Η ελληνική κυβέρνηση έφερε μυστικά στο νησί οπλίτες και πολεμοφόδια δύναμης μίας μεραρχίας, ενώ το καλοκαίρι του 1964 κατέβηκε στο νησί ο στρατηγός Γρίβας. Παράλληλα οπλίζονταν και οι Τουρκοκύπριοι με οπλισμό και στρατιώτες από την Τουρκία.  Το ίδιο διάστημα ξεκίνησαν επιχειρήσεις από την πλευρά των Ελληνοκυπρίων με σημαντικότερη εκείνη της μάχης στα Κόκκινα και τη Μανσούρα (6 Αυγούστου). Η Εθνική Φρουρά απώθησε τους Τουρκοκύπριους περιορίζονταν την τουρκοκυπριακή περιοχή σε μία στενή παράλια ζώνη. Στο σημείο αυτό τουρκικά αεροπλάνα βομβάρδισαν ελληνοκυπριακά χωριά και στρατιωτικές θέσεις. Ο Μακάριος απείλησε με γενική επίθεση και ζήτησε τη συνδρομή της Σοβιετικής Ένωσης και της Αιγύπτου. Η απειλή επέμβασης της Σοβιετικής Ένωσης υπέρ του μακαρίου έφερε τις ΗΠΑ στο παιχνίδι. Ο πρόεδρος Τζόνσον και άλλοι διεθνείς παράγοντες ανέλαβαν διαμεσολαβητικό ρόλο δίνοντας προσωρινό τέλος στην κρίση.

 

Σχόλια Facebook

Σχολιάστε