Η αναγνώριση από το Βέλγιο της ενορίας Χαουτάλεν που ίδρυσαν Ελληνες μετανάστες

ΧΑΟΥΤΑΛΕΝ. ΒΕΛΓΙΟ:.- Ο Μητροπολίτης Βελγίου και Εξαρχίας Κάτω Χωρών και Λουξεμβούργου Αθηναγόρας προέστη της Θείας Λειτουργίας στην πανηγυρίζουσα ενορία Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Χαουτάλεν (Houthalen) και ανακοίνωσε την επίσημη αναγνώριση της ενορίας από το βελγικό κράτος. Αυτό σημαίνει ότι η ενορία από τον μήνα Σεπτέμβριο θα έχει οργανωμένη λειτουργική ζωή.

Στη συνέχεια, παρουσίασε στους ενορίτες τον μελλοντικό ιερατικό τους προϊστάμενο, π. Αδαμάντιο Καρφή, ο οποίος είναι ο Αρχιδιάκονος της Ιεράς Μητροπόλεως Βελγίου και μετά την εις πρεσβύτερο χειροτονία του θα διακονήσει στην ενορία αυτή. Η χειροτονία θα γίνει στις 20 Σεπτεμβρίου 2025 στο Μητροπολιτικό Ναό Βρυξελλών.

Κατά τη διάρκεια του κηρύγματος, ο Μητροπολίτης Αθηναγόρας αναφέρθηκε στο πρόσωπο της Θεοτόκου, αναλύοντας «την ακατάπαυστη, και διηνεκή παρουσία της στη ζωή των ανθρώπων». Ιδιαιτέρως εξήγησε ότι «η Παναγία είναι η ζωντανή ελπίδα για τους Χριστιανούς στις δυσκολίες στην επίγεια ζωή αλλά κυρίως για τη σωτηρία τους».

Την Ιερή Υμνωδία διακόνησε χορός ιεροψαλτών και ενοριτών υπό τη διεύθυνση του π. Αντωνίου Ταρλίζου.

Μετά τη διανομή του αντιδώρου ακολούθησε δεξίωση για όλους στην αίθουσα της Ελληνικής Κοινότητας πλησίον του Ναού.

Ιστορία της ενορίας

Κατά τα τέλη του έτους 1956 κατέφθαναν στην περιοχή του Λιμβούργου οι πρώτοι Ελληνες μετανάστες. Εγκαταστάθηκαν στις πόλεις Γκενκ, Ουτάλεν, Μπέριγκεν, καθώς και στα γειτονικά χωριά Μαασμέχελεν και Εϊσντεν. Για τις θρησκευτικές τους ανάγκες ο Μητροπολίτης Θυατείρων Αθηναγόρας (Κοκκινάκης) απέστειλε τον Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ Πάτσιο, ο οποίος ήταν ταυτοχρόνως και εφημέριος της ενορίας του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Αμβέρσης. Στην αρχή οι Ελληνες εκκλησιάζονταν στο Γκενκ, και σε συνεννόηση με τους Ουκρανούς και Λευκορώσους Ορθοδόξους της πόλεως είχαν νοικιάσει ένα ακίνητο, το ισόγειο του οποίου διαμόρφωσαν σε ναό προς τιμήν της Αγίας Βαρβάρας.

Χάρη στις ενέργειες του π. Σεραφείμ Πατσίου και τη συνδρομή των μεταναστών εξευρέθηκε στο Μαασμέχελεν κατάλληλος χώρος για οικοδόμηση ναού. Το έτος 1963 τέθηκε ο θεμέλιος λίθος. Ο Ναός αφιερώθηκε στον Αγιο Δημήτριο και ήδη από του έτους 1964 το ημιτελές κτίσμα άρχισε να χρησιμοποιείται ως λατρευτικός χώρος. Εκτοτε πλείστοι Ελληνες του Ουτάλεν προτιμούσαν να εκκλησιάζονται στο Μαασμέχελεν.

Το έτος 1971 παραχωρήθηκε από τη Δημαρχία του Χαουτάλεν στην παροικία της περιοχής ο Ρωμαιοκαθολικός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ο οποίος διαρρυθμίστηκε εσωτερικά και διακοσμήθηκε κατά την ορθόδοξη παράδοση. Ομως, έπειτα από λίγο καιρό, οι δημοτικές Αρχές της πόλης ζήτησαν να επιστραφεί ο ναός, ο οποίος εξαιτίας της αρχαιότητός του κρίθηκε σκόπιμο, όπως χρησιμοποιηθεί ως Μουσείο.

Η Δημαρχία του Χαουτάλεν είχε παραχωρήσει στους Ελληνες ένα οικόπεδο στο οποίο προϋπήρχε παλαιό οίκημα. Εις αυτό στεγάζονταν τα γραφεία της ελληνικής κοινότητας, το ελληνικό σχολείο και το ελληνικό χορευτικό συγκρότημα με την ονομασία «Μέσεμα». Σ’ αυτόν τον χώρο επέτρεψαν οι Αρχές της πόλεως την οικοδόμηση νέου ναού. Κατά το έτος 1994 ο Μητροπολίτης Παντελεήμων έθεσε τον θεμέλιο λίθον. Χάρις εις την αφιλοκερδή και εθελοντική εργασία όλων των ενοριτών, τις δωρεές των και κυρίως τη χρηματική προσφορά των μεγάλων δωρητών Αντωνίου και Μαρίας Στεργίου, το ιερόν τούτον καθίδρυμα αποπερατώθηκε το έτος 1996. Κατά την 1ην Μαΐου του προαναφερθέντος έτους εγκαινιάσθηκε από τον Μητροπολίτη Λαοδικείας Ιάκωβο και πολλών ιερέων της Μητροπόλεως. Ο περικαλλής αυτός Ναός, ο αφιερώθηκε τόσον στη ένδοξο Κοίμηση της Υπεραγίας, όσο και στους Αγίους Ραφαήλ, Νικόλαο και Ειρήνη της Θερμής Λέσβου και θεωρείται ως προκυνηματικός και έδρα της μιας πλέον ενορίας των πόλεων Ουτάλεν και Μπέριγκεν (ναός Αγίου Νεκταρίου) που έχει κοινό εφημέριο.

Εθνικός Κήρυκας