Σχεδόν 150 υπερασπιστές της φύσης δολοφονήθηκαν ή εξαφανίστηκαν το 2024, κυρίως στη Λατινική Αμερική

Μόλις μέσα σ’ έναν χρόνο, το 2024, σχεδόν εκατόν πενήντα υπερασπιστές του περιβάλλοντος δολοφονήθηκαν ή εξαφανίστηκαν χωρίς ίχνος σε παγκόσμια κλίμακα, φαινόμενο που πλήττει ειδικά τη Λατινική Αμερική, πρωτίστως την Κολομβία, σύμφωνα με έκθεση της μη κυβερνητικής οργάνωσης Global Witness που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.

«Η Global Witness κατέγραψε 146 φόνους και εξαφανίσεις για μακρό διάστημα υπερασπιστών των γαιών και του περιβάλλοντος το 2024», συνοψίζει η ΜΚΟ στην έκθεσή της. Ο αριθμός αντιστοιχεί σε «περίπου τρεις ανθρώπους (…) που δολοφονούνταν ή εξαφανίζονταν κάθε εβδομάδα καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024», υπογραμμίζει.

Ο αριθμός είναι μειωμένος σε σύγκριση με το 2023 (196) αλλά «δεν σημαίνει πως η κατάσταση για τους υπερασπιστές βελτιώθηκε», συνεχίζει η οργάνωση, εξηγώντας πως σε πολλές χώρες, οι αριθμοί είναι το δίχως άλλο υποτιμημένοι.

Σύμφωνα με την έκθεση της Global Witness, οι τέσσερις και πλέον στις πέντε υποθέσεις αυτής της φύσης καταγράφτηκαν στη Λατινική Αμερική.

Η Κολομβία είναι η χώρα όπου οι οικολόγοι ακτιβιστές πλήρωσαν τον πιο βαρύ φόρο αίματος: καταγράφτηκαν 48 δολοφονίες την περασμένη χρονιά, έναντι 79 το 2023. Στη χώρα αυτή αναλογεί το ένα τρίτο των θυμάτων σε παγκόσμια κλίμακα.

«Αυτόχθονες λαοί, κοινότητες αγροτών και ανθρώπων με αφρικανική καταγωγή που ζουν στην Κολομβία φοβούνται να καταγγείλουν τις ζημιές στο περιβάλλον που προκαλούνται από τις εξορυκτικές βιομηχανίες», ιδιαίτερα υπερασπιστές σε περιοχές πλησίον πεδίων δράσης «ένοπλων οργανώσεων» και «σε εμπόλεμες ζώνες», επισημαίνει η ΜΚΟ.

Η Κολομβία, όπου δρουν διάφορες ένοπλες οργανώσεις επιδιδόμενες σε παράνομη εξόρυξη μεταλλευμάτων και διακίνηση ναρκωτικών για να εξασφαλίζουν έσοδα, ακολουθείται από τη Γουατεμάλα (20), το Μεξικό (19), τη Βραζιλία (12) και τις Φιλιππίνες (8).

Από το 2012, τη χρονιά που άρχισε να τηρεί συστηματικά δεδομένα για το φαινόμενο, ο αριθμός των υπερασπιστών της φύσης που έχουν δολοφονηθεί ή εξαφανιστεί έχει φτάσει τους 2.253 ανθρώπους.

 

AΠE