Θεόδωρος Κασάπης, ξεχασμένος διανοούμενος της οθωμανικής Τουρκίας, Έλληνας της Καππαδοκίας, επαναστάτης του Τύπου

Γεννήθηκε στην Καισάρεια στις 10 Νοεμβρίου 1835, άφησε άφησε βαθύ αποτύπωμα στην οθωμανική πολιτική, αλλά βρίσκεται στο περιθώριο της ιστοριογραφίας

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι αυτή η ζωή που ξεκίνησε στις 10 Νοεμβρίου 1835 στην Καισάρεια (τη μεγαλύτερη πόλη της Καππαδοκίας), ήταν μυθιστορηματική.

Πώς αλλιώς άλλωστε, μιας και για 7 χρόνια ο Θεόδωρος Κασάπης εργάστηκε ως προσωπικός βοηθός και μεταφραστής του Γάλλου μυθιστοριογράφου Αλέξανδρου Δουμά του πρεσβύτερου, συνοδεύοντας τον και στην Ιταλία και τασσόμενος στο πλευρό του Τζουζέπε Γκαριμπάλντι στον αγώνα για ανεξαρτησία. Μάλιστα, βοήθησε τους επαναστάτες κάνοντας λαθρεμπόριο όπλων και τραυματίστηκε, άγνωστο πότε.

Αυτός ο Καππαδόκης είχε το δαιμόνιο μέσα του – και ας μην έκανε κάτι ηρωικό με τη στενή έννοια του όρου. Ήταν πρωτοπόρος· και αυτό αρκεί. «Εντελώς αδαή, αλλά πρόθυμο να μάθει» τον είχε χαρακτηρίσει ο Δουμάς όταν τον πρωτοείδε.

Ο Teodor Kasap (για τους Τούρκους), έφτασε στα 11 του στην Κωνσταντινούπολη, ορφανός από πατέρα. Γιος του γνωστού εμπόρου υφασμάτων Σεραφείμ Καπάσογλου, ήταν ο μεγαλύτερος από 14 παιδιά. Έπιασε δουλειά ως παραγιός στο Μεγάλο Παζάρι, στο κατάστημα ενός Ρωμιού εμπόρου που είχαν συγγένεια, και παράλληλα ξεκίνησε να φοιτά στο ελληνικό σχολείο στο Κουσκουντζούκι, στην ασιατική πλευρά του Βοσπόρου.

Ο Κριμαϊκός Πόλεμος (1854-1856) ήταν μια ευκαιρία για τον νεαρό Θεόδωρο, καθώς γνωρίστηκε στην Κωνσταντινούπολη με έναν Γάλλο αξιωματικό. Λέγεται ότι προειδοποίησε τον ξένο ότι εργοδότης του υπερτίμησε το ύφασμα που σκόπευε να αγοράσει· και εκείνος τον εκτίμησε. Ξάδελφος του Αλέξανδρου Δουμά, πρότεινε στον νεαρό να τον πάρει στη Γαλλία. Στα 21 του λοιπόν, βρέθηκε στο Παρίσι.

Όταν αργότερα επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη ήταν πολυταξιδεμένος, γαλλομαθής και με προσβάσεις στα σπίτια «επαναστατικών προσωπικοτήτων». Μπήκε στους λόγιους κύκλους τόσο των Ελλήνων όσο και των Οθωμανών Τούρκων, με όχημα τα μαθήματα γαλλικών που έκανε στο ελληνικό σχολείο στα Ταταύλα.

Βρισκόμαστε στα 1870. Τότε, στα 35 του, αποφασίζει να προχωρήσει στην έκδοση της εβδομαδιαίας γαλλόφωνης σατιρικής εφημερίδας Le Diogene, που σύντομα μετέτρεψε διαδοχικά σε ελληνόφωνη ως Ο Διογένης, και στις 24 Νοεμβρίου 1870 την κυκλοφόρησε ως τουρκόφωνη (με τον ομώνυμο τίτλο Diyojen).

Αυτό ήταν το πρώτο χιουμοριστικό έντυπο στην ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Από την εποχή του Ναπολέοντα Γ’ στη Γαλλία, ο Θεόδωρος Κασάπης είχε αντιληφθεί πώς το χιούμορ μπορεί να… παρακάμψει τη λογοκρισία.

Βέβαια, οι γελοιογραφίες που σατίριζαν την οθωμανική διοίκηση οδήγησαν στο κλείσιμο της εφημερίδας για δύο εβδομάδες μετά από μόλις τέσσερα τεύχη. Ο εκδότης όμως κατόρθωσε να κυκλοφορήσει 183 τεύχη, παρά τα ακόμα τρία προσωρινά λουκέτα. Τελικά η Diyojen απαγορεύτηκε οριστικά στις 13 Ιανουαρίου 1873.

Πάνω το πρώτο τεύχος του σατιρικού εντύπου Diyojen. Μέχρι το 64ο τεύχος στο εξώφυλλο ήταν η συνάντηση του Διογένη με τον Μέγα Αλέξανδρο (πηγή: Wikipedia)

Για ένα διάστημα η εφημερίδα κυκλοφορούσε και στα αρμενικά. Επίσης, σε αυτή για πρώτη φορά δημοσιεύθηκαν έργα της γαλλικής λογοτεχνίας στην οθωμανική τουρκική, ενώ φιλοξενήθηκαν και άρθρα των κορυφαίων εκπρόσωπων του κινήματος των Νέων Οθωμανών που προωθούσε την κυβερνητική μεταρρύθμιση κατά την ύστερη περίοδο του Τανζιμάτ.

Μεταξύ των διανοούμενων που αρθρογράφησαν στο Diyojen ο θεατρικός συγγραφέας, πεζογράφος και ποιητής, ηγετική μορφή της τουρκικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα, Ναμίκ Κεμάλ, φίλος του από την εποχή του Παρισιού.

Ζητούμενο ήταν ένας Τύπος ανεξάρτητος από τα κρατικά ταμεία, ώστε να παραμένει αμερόληπτος – μεταξύ των καινοτομιών ήταν και το αίτημα για χρηματοδότηση του εγχειρήματος από τους αναγνώστες.

Δύο επιπλέον περιοδικές εκδόσεις που παρέδωσε στο κοινό ήταν η δίγλωσση Çingirakli Tatar (τουρκικά και ελληνικά), και η τουρκόφωνη Hayal (Όραμα).

Στο πρώτο περιοδικό χρησιμοποιήθηκε το λατινικό αλφάβητο για πρώτη φορά. Και εδώ το σαρκαστικό ύφος του Θεόδωρου Κασάπη γοητεύει, όπως και η ικανότητά του να συνδυάζει την κριτική με την ειρωνεία, αλλά και η ακριβής αποτύπωση της κοινωνίας της εποχής.

Ακολούθησε η έκδοση του ελληνόγλωσσου περιοδικού Μώμος, και τον Αύγουστο του 1875 της τουρκόφωνης ημερήσιας πολιτικής εφημερίδας İstikbal (Μέλλον). Σκοπός της τελευταίας ήταν να προετοιμάσει το έδαφος για την αποδοχή του καθεστώτος της συνταγματικής μοναρχίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία – γι’ αυτό δημοσιεύονταν άρθρα πολιτικού, ηθικού, επιστημονικού και φιλοσοφικού περιεχομένου, και δινόταν ιδιαίτερο βάρος στην Παιδεία.

Στην εποχή του ο Teodor Kasap ήταν μια από τις εξέχουσες προσωπικότητες του οθωμανικού πνευματικού κόσμου, αφήνοντας το στίγμα του στην ακμάζουσα δημοσιογραφία, και δίνοντας τον τόνο για μια πολιτική με τον άνθρωπο στο επίκεντρο, απαλλαγμένη από κάθε μορφή διακρίσεων.

Ήταν ταγμένος στην «οθωμανική υπόθεση» που αφορούσε τον εκσυγχρονισμό της αυτοκρατορίας, με αιτήματα την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και ένα πολίτευμα μοναρχικό μεν, αλλά με σύνταγμα.

Το 1877 καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών ετών – η γελοιογραφία για τις δήθεν ελευθερίες του οθωμανικού συντάγματος του 1876, η οποία παράλληλα σατίριζε τη λογοκρισία στον Τύπο, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β’.

Στη φυλακή ήταν που ο εκδότης έμαθε γραφή και ανάγνωση στα οθωμανικά, από τον μεταφραστή σημαντικών έργων Ατά Μπέη – ναι, μπορούσε να εκδίδει εφημερίδες και περιοδικά χωρίς να τα διαβάζει! Τελικά αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση, υπό τον όρο να κλείσει τις Hayal και Istikbal, και να φτιάξει ένα έντυπο για λογαριασμό του σουλτάνου.

Σε αυτό το σημείο ήρθε και η δεύτερη φυγή στο Παρίσι, αφού το έσκασε από την Κωνσταντινούπολη. Η υπόθεση αυτή τράβηξε το ενδιαφέρον του ευρωπαϊκού Τύπου, που τον παρουσίαζε ως υπερασπιστή των ευρωπαϊκών αξιών. Συνέχιζε να εκδίδει από τη Νάπολη την İstikbal μέχρι το 1881, μαζί με τον Αλί Σεφκάτι. Ο σουλτάνος τους παρακολουθούσε στενά και είχε απαγορεύσει τη διακίνηση του εντύπου στην οθωμανική Τουρκία.

Οι εκδοτικές δραστηριότητες του Θεόδωρου Κασάπη κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου χρηματοδοτήθηκαν από τον Ισμαήλ Πασά της Αιγύπτου, ο οποίος προσπαθούσε να κηρύξει την ανεξαρτησία του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αν και ο εκδότης παρέμενε προσηλωμένος στον Οθωμανισμό, οι οικονομικές του δυσχέρειες δεν του άφηναν περιθώρια.

Όταν ο Αμπντούλ Χαμίτ Β’ συνειδητοποίησε ότι πρέπει να περιορίσει τη σύγκρουση με τον αντιπολιτευόμενο Τύπο, στον Θεόδωρο Κασάπη χορηγήθηκε αμνηστία. Ο ίδιος άνθρωπος που ζήτησε τη δίωξη του, ο ίδιος τον τοποθέτησε διευθυντή στη βιβλιοθήκη των σουλτανικών ανακτόρων, θέση την οποία διατήρησε ως το θάνατό του σε ηλικία 62 ετών, στις 5 Ιουνίου 1897.

Χάρη σε αυτόν μεταφράστηκε ο Κόμης Μοντεχρήστος του Αλέξανδρου Δουμά στα οθωμανικά τουρκικά – είναι μια από τις πρώτες μεταφράσεις έργων της γαλλικής λογοτεχνίας στη γλώσσα αυτή. Όσο ήταν διευθυντής της βιβλιοθήκης συνέχισε τις μεταφράσεις, παραδίδοντας στο αναγνωστικό κοινό και έργα του Μολιέρου. Επίσης μετέφρασε αστυνομικά μυθιστορήματα για λογαριασμό του σουλτάνου, που αγαπούσε ιδιαιτέρως αυτό το είδος.

Πάνω, γελοιογραφία στο περιοδικό Hayal, τχ. 319, 20 Φεβρουαρίου 1877. Ο Χατζιαβάτης ρωτά προς τι οι αλυσίδες και ο Καραγκιόζης απαντά: «Λέγεται “ελευθερία εντός των ορίων του νόμου”» (πηγή: caricatures.hypotheses.org)

Ταυτόχρονα Έλληνας και Οθωμανός διανοούμενος, με ελληνική και γαλλική παιδεία και άριστος γνώστης της τουρκικής οθωμανικής, ο Θεόδωρος Κασάπης συμμετείχε ενεργά στα πολιτικά δρώμενα της εποχής, συμβάλλοντας όχι μόνο στην αναγέννηση του Τύπου αλλά και του σύγχρονου τουρκικού θεάτρου.

Έγραψε το θεατρικό Pinti Hamit (Ο φιλάργυρος Χαμίτ) βασισμένο στο έργο του Μολιέρου Ο φιλάργυρος, κατόπιν υπόδειξης του μετέπειτα σουλτάνου Μουράτ Ε’ – το έργο ανέβηκε το 1873 στο Θέατρο Gedikpaşa της Κωνσταντινούπολης.

Έναν χρόνο μετά, το 1874, έγραψε έγραψε το θεατρικό Iskilli Memo (Ο καχύποπτος Μέμο) και αυτό βασισμένο σε έργο του Μολιέρου, ενώ το 1875 παρέδωσε το Para Mesleği (Επάγγελμα χρήματος) το οποίο ήταν βασισμένο σε έργο του Αλέξανδρου Δουμά.

Παρά τις επιρροές, θεωρούσε ότι το οθωμανικό τουρκικό θέατρο έπρεπε να βασιστεί στις δικές του παραδόσεις και να μην υιοθετούνται δυτικά πρότυπα. Για παράδειγμα, το Iskilli Memo παρά τις εμφανείς γαλλικές επιρροές είναι γραμμένο σύμφωνα με τους κανόνες του παραδοσιακού λαϊκού «θεάτρου του δρόμου», ορτά-ογιουνού (orta-oyunu).

«Το θέατρο, όπως και ο πολιτισμός, δεν είναι δυνατό να εισαχθούν αυτούσια από το εξωτερικό, πρέπει να προέρχονται από τα σπλάχνα μιας κοινωνίας» υποστήριζε.

Σε αντίθεση με άλλους διανοούμενους του 19ου αιώνα που τιμώνται από τους Τούρκους ιστορικούς της λογοτεχνίας, με αποτέλεσμα να παραμένουν επιδραστικοί, ο πρωτοπόρος αυτός Έλληνας της Καισάρειας που άφησε βαθύ αποτύπωμα στην οθωμανική πολιτική βρίσκεται στο περιθώριο της ιστοριογραφίας, με την πνευματική του κληρονομιά να έχει θαφτεί κάτω από τα ερείπια της Αυτοκρατορίας.

 

 

Της Γεωργία Βορύλλα στο https://www.pontosnews.gr/805775/pontos/prosopikotites/theodoros-kasapis-enas-xechasmenos-dianooymenos-tis-othomanikis-toyrkias/

 

 

[], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], [], []