Μετά από τρεις παραιτημένους Αρχιεπισκόπους Αμερικής, κάποιοι καλοσυνήθισαν …

Τρεις Ιεράρχες της Ομογένειας ΗΠΑ οδηγήθηκαν σε παραίτηση, γεγονός που οδήγησε κάποιους επαΐοντες στην εμπέδωση της αντίληψης ότι θα μπορούσε και ο νυν αρχιεπίσκοπος κ. Ελπιδοφόρος να έχει την ίδια (α)τύχ(ι)α

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Η Συνέντευξη του Αρχιεπισκόπου κ. Ελπιδοφόρου  στην εφημερίδα  «Real News» στις 30 Νοεμβρίου, 2025, αλλά και η επίσκεψή του στην Ελλάδα και στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών,  μας δίνει την ευκαιρία για μία καλόπιστη διερεύνηση του θέματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αμερικής, των Προκαθημένων της και του ρόλου τους στην ζωή των ομογενών μας.

Πρέπει εξ αρχής να σημειωθεί ότι  η σχέση των Αποδήμων με την Ορθόδοξη Εκκλησία πάντα ήταν στενή, αν και πέρασε μέσα από ανταγωνισμούς και διαμάχες, ιδιαίτερα τα χρόνια της πρώτης γενιάς μεταναστών που είχαν ταλανίσει  τις ελληνορθόδοξες κοινότητες επί δύο δεκαετίες, όπως αναφέρει στο βιβλίο του οι «Ελληνοαμερικανοί» ο αείμνηστος  ομογενής εκδότης, Μπάμπης Μαρκέτος. (Οι Ελληνοαμερικανοί-Ιστορία της ελληνικής ομογένειας των ΗΠΑ-Εκδόσεις Παπαζήση).

Η Παραίτηση – αποχώρηση του Αρχιεπισκόπου κ. Ιακώβου από την ηγεσία της ελληνορθόδοξης Εκκλησίας  Βορείου και Νοτίου Αμερικής (σ.σ. που έκτοτε συρρικνώθηκε σε Αρχιεπισκοπή Αμερικής) , στις 29 Ιουλίου 1996, έφερε στον θρόνο των Αμερικανο-γεννημένο Ιεράρχη κ. Σπυρίδωνα. Ακολούθησε μία ταραχώδης και σύντομος περίοδος Αρχιεπισκοπείας του. Ο Αρχιεπίσκοπος κατηγορήθηκε για «αυταρχισμό», αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μέρος των συγκρούσεων οφείλεται και στη διαφορετική προσέγγιση ουσιαστικών προβλημάτων, που αντιμετώπιζε τότε η Ομογένεια, όπως ήταν το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, οι μεικτοί γάμοι, η ατόφια διατήρηση της εκκλησιαστικής και πολιτισμικής της παράδοσης.

Κάπως έτσι, ο Σπυρίδωνας οδηγήθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην παραίτηση από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο εν μέσω σφοδρότατων αντιπαραθέσεων. Το σύντομο της θητείας του δεν του επέτρεψε να δείξει κάποιο βαρυσήμαντο έργο, αν και μία σημαντική του προσφορά υπήρξε η εργασία μίας επιτροπής εμπειρογνωμόνων για την ελληνική παιδεία, της οποίας ηγήθηκε ο γνωστός καθηγητής ξένων γλωσσών Τζον Ρασσιά.  Έτσι, ένας άλλος Ιεράρχης, ο κ. Δημήτριος,  στις 19 Αυγούστου 1999 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αμερικής.

Είκοσι περίπου χρόνια στην θρόνο της Αρχιεπισκοπής, ο Δημήτριος διακρίθηκε για το  πράο του χαρακτήρος του, για το θυμόσοφο του νου του και το συγκαταβατικό  του ύφους του, αρετές που του επέτρεψαν να κλείσει πληγές του παρελθόντος, να φέρει την καταλλαγή των παθών και την συμφιλίωση στους κόλπους της Εκκλησίας.

Η οικονομική δυσπραγία του Ελληνορθόδοξου οργανισμού , πάντως, παρουσίασε μεγάλα οικονομικά ελλείμματα τα τελευταία χρόνια με αποτέλεσμα να αναγκασθεί η Αρχιεπισκοπή  να συνάψει τραπεζικό δάνειο, με εγγύηση το Αρχιεπισκοπικό μέγαρο στο Μανχάτταν.

Ο Αρχιεπίσκοπος Δημήτριος παρά την ώριμη ηλικία του (είχε συμπληρώσει τα 90 του χρόνια) αρνήθηκε να εγκαταλείψει οικειοθελώς το θώκο, διότι ήθελε να αποκαταστήσει την τιμή και την υπόληψή του, ολοκληρώνοντας το έργο του Αγίου Νικολάου και αφήνοντας πίσω μια δική του παρακαταθήκη.

Ωστόσο, η πλευρά που επηρεάζει το Φανάρι και κρατάει το κλειδί σε ορισμένα ταμεία με δωρεές πολλών εκατομμυρίων, αρνείται να συνεργαστεί με τον Δημήτριο, τονίζοντας ότι ο Αρχιεπίσκοπος δεν έκανε σωστή διαχείριση των οικονομικών της Αρχιεπισκοπής και του ειδικού ταμείου του Αγίου Νικολάου με αποτέλεσμα να χαθεί η εμπιστοσύνη των δωρητών προς το πρόσωπό του.

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, εξάλλου, δεν φαινόταν διατεθειμένος να εκπαραθυρώσει τον Δημήτριο, όπως έκανε με τους προκατόχους του, τόσο τον Ιάκωβο, όσο και το Σπυρίδωνα, διότι συνυπολόγιζε το πολιτικό κόστος καθώς και τους τριγμούς που θα είχε υποστεί για μια ακόμη φορά η πολύπαθη Ελληνορθόδοξη Εκκλησία της Αμερικής.

Παρά ταύτα, στις 11 Μαΐου 2019 υποχρεώθηκε και αυτός σε παραίτηση από τη θέση του Αρχιεπισκόπου Αμερικής και τον Γέροντα Δημήτριο τον διαδέχθηκε ο νυν Αρχιεπίσκοπος κ. Ελπιδοφόρος.

Συγκινητική ήταν η στιγμή κατά την οποία στον ενθρονιστήριο λόγο του ο νέος Αρχιεπίσκοπος Αμερικής κ. Ελπιδοφόρος, αναφέρθηκε στο έργο και την προσφορά του Προκατόχου του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο, του πρώην Αμερικής Γέροντα Δημήτριου. Όλοι οι παρευρισκόμενοι σηκώθηκαν και χειροκρότησαν τον πρώην Αμερικής, ο οποίος τους ευχαρίστησε σαφώς συγκινημένος.

Έτσι, παρά το κοινώς εκκλησιαστικώς αποδεκτό ότι ο Μητροπολίτης «πεθαίνει με το θρόνο του» τρεις Ιεράρχες της ομογένειας οδηγήθηκαν σε παραίτησή από το Φανάρι, γεγονός που  – προφανώς εξ αντανακλάσεως – οδήγησε κάποιους επαΐοντες στην εμπέδωση της αντίληψης ότι θα μπορούσε και ο νυν αρχιεπίσκοπος να έχει την ίδια α-τύχ(ι)α.

Ένα ιστορικό γεγονός οι παραιτήσεις, που χρεώνεται στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, είτε ως «αποτυχία επιλογής», είτε ως «αποτυχία διαχείρισης» των κρίσεων.

Στην προαναφερθείσα συνέντευξη που παραχώρησε ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής κ.κ. Ελπιδοφόρος στην αθηναϊκή εφημερίδα  «Real News», αναφερόμενος στην μέχρι σήμερα 7ετή θητεία του στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο Αμερικής, εκτίμησε ότι το σημαντικότερο επίτευγμα, είναι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του ποιμνίου προς την Ιερά Αρχιεπισκοπή και στις πρωτοβουλίες της.

Αναφέρθηκε ακόμη στο οικονομικό νοικοκύρεμα στον Άγιο Νικόλαο στο Ground Zero. Απέφυγε να χαρακτηρίσει όλα αυτά ως «προσωπικό επίτευγμα» ενός «σπουδαίου ηγέτη». Αρκέστηκε στο «κατάφερα, είναι ότι έφερα γύρω μου τους υγιείς φορείς της Ομογένειας και πολλά ικανά άτομα που αγαπούν την Εκκλησία και τον Ελληνισμό και τα έπεισα να συνεργαστούμε».

Παρά ταύτα, από την αρχή της διακονίας του υπήρξαν αποφάσεις του που προκάλεσαν έντονες διαφωνίες όπως η βάπτιση των παιδιών ενός ομόφυλου ζευγαριού στην Ελλάδα., η επίσκεψή του στο «Τουρκικό Σπίτι» στη Νέα Υόρκη κ.α.

Επί της ουσίας, υπεραμύνθηκε και των δύο ενεργειών του αν και αναγνώρισε ότι μπορούσε, αν υποπτεύονταν τις αντιδράσεις, να είχε φερθεί διαφορετικά.

Ωστόσο, εάν σε ό,τι αφορά την περίπτωση της βάπτισης των παιδιών ενός ομόφυλου ζευγαριού οι απόψεις – αν και διιστάμενες – είναι συζητήσιμες, στην επίσκεψή του στο «σπίτι της Τουρκίας» υπάρχει η σημειολογική σημασία του γεγονότος και από την άλλη το ουσιαστικό μήνυμα, που αυτή εξέπεμψε. Το επιχείρημά του ότι «ακολούθησαν αργότερα άλλοι στο ίδιο βήμα» δεν διασκεδάζει -κατά την άποψή μας – τις εντυπώσεις. Άλλη σημασία και διαφορετική βαρύτητα έχει το να επισκέπτεται κανείς το «Τουρκικό σπίτι» ως Αρχιεπίσκοπος της Ομογένειας και, μάλιστα, με την ιδιότητα του Τούρκου υπηκόου – παρουσία του Τούρκου Προέδρου – και άλλο ως ξένος πολιτικός ηγέτης σε μία καθαρά εθιμοτυπική επίσκεψη.

Είναι για τον ίδιο λόγο που ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής δεν μπορεί να δρα ως «εθνικός ηγέτης» υπηρετώντας το Έθνος, την Εκκλησία και τα εθνικά συμφέροντα.

Πρώτον διότι η ομογένεια δεν αποτελείται από υπόδουλους πολίτες ώστε να έχει Εθνάρχη.

Και δεύτερον, διότι η τουρκική υπηκοότητα και, μάλιστα, «πατρόθεν εξ υπαρχής», υποχρεώνει εξ αντικειμένου και ακουσίως σε «συμβιβασμούς, σε χαμηλούς τόνους και σε διαπραγματεύσιμα τεχνάσματα». (διάταγμα του 1831 και 1924 για την εκλογή Πατριάρχη, σύμφωνα με το οποίο το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι έχουν μόνον οι εν ενεργεία αρχιερείς του Πατριαρχείου που εδρεύουν στην Τουρκία και είναι εκ γενετής Τούρκοι υπήκοοι και συμπληρωματικά διαβιούν εντός των ορίων της Τουρκικής επικράτειας- www.paratiritis-news.gr).

Και βεβαίως, είναι διαφορετικό ο εκάστοτε αρχιεπίσκοπος να «διακινεί» μηνύματα και επαφές μεταξύ Αθήνας και Ουάσιγκτον- (κάτι που κατά κόρον έκανε ο Ιάκωβος) και άλλο να ηγείται προσπαθειών σε Βουλές και Γερουσίες για την δικαίωση των εθνικών θεμάτων μιας «ξένης» χώρας. Επίσης διαφορετικό είναι ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, να αποτελεί τον φυσικό ηγέτη της Ομογένειας, όπως είπε στην προσφώνησή του προς τον  Ελπιδοφόρο ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και άλλο να αποτελεί τον εθνικό ηγέτη ενός ξένου Κράτους.

Επίσης, τα ΜΜΕ θα έπρεπε ως γενική ιδέα να βρίσκονται εκτός «εμβελείας κριτικής» της Αρχιεπισκοπής. Όπως και τα περί fake news.

Σε ό,τι αφορά τη χρήση της ελληνικής ή της αγγλικής γλώσσας στους Ελληνορθόδοξους Ναούς, ασφαλώς και υπάρχουν τα υπέρ και τα κατά και για τις δύο επιλογές.

Ωστόσο, άποψη του γράφοντος είναι πως η ζημιά του να μην καταλαβαίνουν ελληνικά σε μία κοινότητα είναι σαφώς μικρότερη από το τεράστιο όφελος να ακούσουν ελληνικά και να συγκρατήσουν έστω και μία μόνο λέξη την κάθε φορά… Αυτό που κάνουν οι παππούδες και οι γιαγιάδες στα ομογενειακά σπίτια με τα εγγόνια τους. Και τα μαθαίνουν έστω και λίγα Ελληνικά!

Ασφαλώς η ουσιαστική απάντηση για τη γλώσσα βρίσκεται μέσω της Διεύθυνσης Ελληνικής Παιδείας: στην υποστήριξη των ημερήσιων, απογευματινών και Σαββατιανών σχολείων, στα προγράμματα για την ιατροφαρμακευτική κάλυψη και τη συνταξιοδότηση των δασκάλων, που για πρώτη φορά θεσμοθετήθηκαν στα 100 χρόνια της Αρχιεπισκοπής. Ουδείς αντίλογος. Και τα δύο, θεάρεστον έργον.

Εν καταλήξει, η προχθεσινή συνάντηση του Αρχιεπισκόπου κ. Ελπιδοφόρου με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην Αθήνα και το καλό κλίμα που κατ΄αυτήν διαπιστώθηκε μεταξύ των δύο ανδρών, έρχεται να ρίξει πέπλο λήθης στο πρόσφατο παρελθόν, να αποτρέψει τα όποια σενάρια παραίτησης, αναπέμποντας σε πιο ευχάριστη και δημιουργική συνεργασία για το καλό του Παγκόσμιου Ελληνισμού – και όχι των «εκτός συνόρων Ελλήνων», όπως κάποιοι αποτόλμησαν σε Δελτίο Τύπου!

Σιγά μην διώξουμε από την πατρίδα το έτερον ήμισύ της!!!

Επιμύθιο:

Επί του προκειμένου, πριν μερικά χρόνια, ο υπογράφων έλαβε ένα e-mail από ιερωμένο Έλληνα Ιεραπόστολο, που είχε βρεθεί στην Κεντρική Αφρική στη ζούγκλα. Έλεγε: «Συνάντησα δύο οικογένειες με ελληνικές ρίζες. Δεν ήξεραν γρι Ελληνικά. Με αγκάλιασαν , με φιλοξένησαν σπίτια τους, τους μίλαγα ελληνικά, δεν καταλάβαιναν, δάκρυσαν, τους κοινώνησα και  όταν μετά από πέντε μέρες έφευγα μου φώναξε ο μικρός γιός του ενός ομογενή: «Στο καλό …Άγιε», σε σπαστά ελληνικά. Ήταν η ανταμοιβή μου!»