Ο Ελληνισμός στα πέρατα της γης

Μιά πρώτη περιήγηση στον Ελληνισμό, που είναι σχεδόν παντού στην οικουμένη, σου δίνει την εικόνα ενός τεράστιου πάζλ , ψηφίδες του οποίου είναι διάσπαρτες σχεδόν σε όλα τα κράτη του πλανήτη. Πόσο εκτεταμένη είναι η διασπορά του ελληνισμού; Ας πάρουμε ως παράδειγμα, πρόχειρο και πρόσφατο,  την ηλεκτρονική εφημερίδα (σας). Μιά πρώτη ματιά στον πίνακα στατιστικής της www.panhellenicpost.com  δίνει την εξής εικόνα:

Μέσα σε δέκατέσσερις μόλις ημέρες από την πρώτη επίσημη ανάρτηση άρθρων (26 Μαρτίου 2012) και χωρίς καμία απολύτως διαφημιστική καμπάνια είτε εντός είτε εκτός Ελλάδας, έχουμε εξασφαλίσει αναγνωστικό κοινό σε 16 χώρες. (www.Google.com/  statistics).

Οι χώρες στις οποίες υπάρχουν Έλληνες αναγνώστες της PanHellenic Post, είναι: Ελλάδα, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Βέλγιο, Καναδάς, Αυστραλία, Γαλλία, Ολλανδία, Σουηδία, Ρωσία, Ιταλία, Χιλή, Βραζιλία, Αργεντινή, Μαρόκο, Γερμανία και Τουρκία.

 Αργυρός στατήρ Κνωσσού,
 περίπου 425 – 2ο τέταρτο
 4ου αιώνα π.Χ.,
 εμπροσθότυπος:
 Μινώταυρος,
 οπισθότυπος:
 Λαβύρινθος,
 το έμβλημα της πόλης,
 Παρίσι, Bibliotheque
 Nationale – Cabinet
 des Medailles

Σημαίνει αυτό ότι ελληνικές κοινότητες βρίσκονται παντού.  Πολλές από αυτές έχουν ιδρυθεί τον 8ο ήδη αιώνα ή και παλαιότερα.  Αν και είναι τεράστιο έργο, αξίζει να προσπαθήσει να συλλέξει κανείς στοιχεία για κάθε μία κοινότητα, ώστε να μπορέσουμε σε βάθος χρόνου να ολοκληρώσουμε το ψηφιδωτό του απανταχού ελληνισμού.

Αυτονόητο είναι πως δεν θα ξεκινήσει κανείς απ΄αρχής την έρευνα,  περιηγούμενος  μία-μία τις κοινότητες. Θα χρειαζόμαστε χρήμα και χρόνο που δεν διαθέτουμε. Θα χρησιμοποιήσουμε, έτσι για το σκοπό μας στοιχεία και μελέτες που άλλοι έχουν κατά καιρούς συλλέξει  και δημοσιεύσει.

ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑ

Ξεκινώντας να εξετάσουμε από κοντά κάθε ελληνική κοινότητα, μπορούμε να αναφερθούμε στις εκδηλώσεις του δήμου Καλαμαριάς με τίτλο  “των Ελλήνων οι κοινότητες”, όπου παρέχονται χρήσιμα στοιχεία κυρίως για τον ελληνισμό της Κάτω Ιταλίας, που ζουν στα μέρη ήδη από τον 8ο αιώνα και υπήρξαν κέντρα αποικισμού της Μεγάλης Ελλάδας. Αντιπροσωπεύουν αυτά, από απόψεως γλωσσικής τους παράδοσης και ιστορικής τους καταγωγής, σημείο αμφιλεγόμενο για την επιστημονική έρευνα.

Σύμφωνα με την Κούτσιανου Στεργιανή, που επιμελήθηκε την εκδήλωση του Δήμου Καλαμαριάς και συνέλλεξε τα στοιχεία για τον ελληνισμό της Κάτω Ιταλίας, ο εντοπισμός φωνολογικών και λεξιλογικών στοιχείων της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και μάλιστα της δωρικής διαλέκτου στα “γκρεκάνικα” ιδιώματα του Σαλέντο και της Καλαβρίας οδήγησε γλωσσολόγους σαν τον Γ. Χατζηδάκη στην υπόθεση της γλωσσικής συνέχειας.

Άλλοι πάλι υποστηρίζουν τη βυζαντινή προέλευση των ελληνοφώνων, ενώ άλλοι την εκδοχή ενός αρχικού πυρήνα ελληνοφώνων που διατηρήθηκε από την αρχαιότητα και ενισχύθηκε στη Βυζαντινή περίοδο από διαδοχικές εγκαταστάσεις αποίκων.

Η γλώσσα των ελληνοφώνων της Απουλίας και της Καλαβρίας που ήταν απαγορευμένη κατά την περίοδο του φασισμού, φαίνεται να υποχωρεί μεταπολεμικά καθώς τα απομονωμένα ελληνόφωνα χωριά εντάσσονται στην Ιταλική πραγματικότητα. Η χρήση της περιορίζεται στους ηλικιωμένους παρά τις προσπάθειές για διάσωση και διδασκαλία της στους νεωτέρους.

Απουλία

Οι ελληνόφωνοι οικισμοί της περιοχής του Σαλέντο, βρίσκονται στα νότια της πόλης Lecce, που αποτέλεσε αξιόλογο βυζαντινό κέντρο κατά τον 10ο αιώνα, και είναι η Καλημέρα, το Μαρτάνο, το Καστρινιάνο ντέι Γκρέτσι, το Μαρτινιάνο, το Τζολίνι, το Σολέτο, η Στερνατία και το Μελπινιάνο.

Καλαβρία

Τα ελληνόφωνα χωριά βρίσκονται βορειοδυτικά του Ρέτσιο, η περιοχή είναι μία από τις φτωχότερες και προβληματικότερες της Ευρώπης, και είναι η Αμυγδαλέα, το Γκαλλιτσιανό, η Μπόβα, το Ροκαφόρτε ντελ Γκρέκο, το Ροχούντι, το Πεντιτάτιλο και το χωριό του Ροχούντι.

Πύλινη ανάγλυφη
αναθηματική πλάκα
από τους Επιζεφύριους
Λοκρός στην Κάτω Ιταλία.
Μουσείο Nazionale
Reggio di Calabria

Η μουσική τους παράδοση μας έγινε γνωστή με την κυκλοφορία δύο δίσκων που περιλάμβαναν ελληνόφωνα τραγούδια από το Μαρτάνο και το χωριό Καλημέρα Στα τραγούδια του Σαλέντο περιλαμβάνονται νανουρίσματα, μοιρολόγια, της δουλειάς, ερωτικά, θρησκευτικά κ.ά. Τραγουδισμένα από δύο φωνές, έχουν στιχουργική μορφή εντεκασύλλαβου. Τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνται είναι κιθάρα ταμπορέλο, οργανέτο, ακορντεόν.

Μια ιδιαίτερη κατηγορία λαϊκών χορών (ταραντέλα πίτσικα) σχετίζεται με το μαγικό-θρησκευτικό φαινόμενο και πρόκειται για χορούς που γίνονται με ιδιαίτερο τρόπο για την θεραπεία από το τσίμπημα ενός είδους αράχνης.

Η μουσική παράδοση της Καλαβρίας είναι πιο φτωχή με λίγα τραγούδια χωρίς οργανική συνοδεία.

Κορσική

Ο πρώτος αποικισμός έγινε από Φωκαείς στα 565 π.χ. με την ίδρυση της πόλης Αλαλίας, μετά την κατάκτηση της Ιωνίας από τους Πέρσες.

Ο δεύτερος έγινε το 17ο αιώνα από Μανιάτες του γένους των Στεφανοπουλαίων του Οιτύλου. Μετά από βεντέτα με το ισχυρό γένος των Γιατριάνων και αφού προηγήθηκε διερευνητική επιστολή, 700 άτομα αναχωρούν με πλοία και φθάνουν στη Γένοβα όπου μετά από ανακρίσεις από τις γενοβέζικες αρχές και την αποδοχή των όρων τους αναχωρούν για την Κορσική.

Οι άποικοι μέσα σε μια πενταετία χτίζουν το χωριό Παόμια, επιδίδονται στη γεωργία και την υφαντουργία και διατηρούν μια αυστηρή ενδογαμία. Γρήγορα έρχονται σε σύγκρουση με τους Κορσικανούς και μετά από άρνησή τους να συμπράξουν στην εξέγερση των γηγενών, καταφεύγουν στο χωριό Αιάκειο. Μετά από 44 χρόνια και ενώ η Κορσική έχει πουληθεί στη Γαλλία, επανεγκαθίστανται στην περιοχή στο νέο χωριό Καργέζε.

Η γαλλική πολιτική προστασίας των Ελλήνων κατά την Γαλλική επανάσταση και κατά τα χρόνια του Ναπολέοντα είναι συνεχής. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα της Λάουρας Στεφανοπούλου, οι Βοναπάρτηδες κατάγονται από το γένος των Καλόμερων του γένους Στεφανοπούλου, που μετά την εγκατάστασή τους στην Τοσκάνη άλλαξαν το όνομα σε Buonoparte.

Απόγονός τους που εγκαταστάθηκε στο Αιάκειο έγινε ο γενάρχης της κορσικανής οικογένειας των Μποναπάρτηδων. Μετά το θάνατο του Καρόλου Βοναπάρτη, χρέη κηδεμόνα του ορφανού Ναπολέοντα ανέλαβε ο στρατηγός Δημήτριος Στεφανόπουλος (σύμφωνα πάντα με τα απομνημονεύματα).

Αν και η ελληνική γλώσσα δεν είναι σε χρήση στο Καργκέζε, η Ελληνική συνείδηση διατηρείται. Ο κεντρικός δρόμος του χωριού ονομάζεται οδός Μάνης, κάποια τραγούδια που αναφέρονται στη Μάνη διασώζονται από τους γηραιότερους, τέλος στην Ελληνόρυθμη Εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα ακούγονται θρησκευτικοί ύμνοι στα Ελληνικά.

Η πρώτη επίσκεψη των κατοίκων του Καργκέζε στο Οίτυλο το 1986 είχε την μορφή προσκυνήματος.

ΟΙ ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΑΛ ΧΑΜΙΔΙΕ

Η περίπτωση των μουσουλμάνων κρητικής καταγωγής που έγινε γνωστή στα μέσα της δεκαετίας του 80 (με την προβολή του φιλμ του Δημήτρη Μανωλεσάκη), αποτελεί μια χαρακτηριστική σελίδα στην ιστορία της τουρκοκρητικής διασποράς. Το χωριό Χαμιδιέ (στα σύνορα Συρίας και Λιβάνου) δημιουργήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι λόγοι της μετανάστευσης ή εξορίας, που έγινε κατόπιν εντολής του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ, παραμένουν σκοτεινοί.

Η διατήρηση της κρητικής διαλέκτου στην ομιλία των Χαμιδιανών, είναι ενδεικτική για την επιβίωση της κρητικής τους πολιτισμικής ταυτότητας: συχνή είναι η παρεμβολή στον αφηγηματικό λόγο μαντινάδων. Παρ’ ότι ενταγμένοι στην συριακή κοινωνία, διαφυλάσσουν και διεκδικούν την πολιτισμική τους ιδιαιτερότητα με την μέχρι πρόσφατα ενδογαμική τους πρακτική, την εμμονή στην προβολή της καταγωγής τους στη μέριμνα για την μετάδοση της γλώσσας στις νεότερες γενιές. Πόθος τους μια και μοναδική επίσκεψη στην Κρήτη.

ΟΙ ΚΑΦΙΡ ΚΑΛΑΣ ΤΟΥ ΠΑΚΙΣΤΑΝ

Στο βορειοδυτικό άκρο του Πακιστάν, στα οροπέδια του Ινδικού Καυκάσου κοντά στα σύνορα με το Αφγανιστάν, βρίσκονται τα 20 μικρά χωριά των Καλάς. Οι Καλάς του Πακιστάν είναι τμήμα μιας ευρύτερης εθνοτικής ομάδας που οι γείτονές τους αποκαλούν Καφίρ (άπιστοι), η πλειονότητα της οποίας εντοπίζεται στο Αφγανιστάν. Στα τέλη του 19ου αιώνα και μετά τον βίαιο εξισλαμισμό των Καφίρ, μια μικρή ομάδα κατέφυγε στην περιοχή Hindu kush και απετέλεσε τους προγόνους των σημερινών Καφίρ Καλάς.

Αριθμούνται περίπου σε 2.500 άτομα και διατηρούν ζωντανή μέχρι τις μέρες μας την προϊσλαμική τους φυσιογνωμία, με κύρια χαρακτηριστικά τη πολυθεϊστική τους θρησκεία, τη γλώσσα Kalasha (ινδική-δαρδική διάλεκτος) και την παραδοσιακή τους κοινωνική οργάνωση. Ένας από τους μύθους καταγωγής τους θέλει να είναι απόγονοι των στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου που παντρεύτηκαν στην περιοχή. Φυσικά απομονωμένοι, έχουν αναπτύξει μια οικονομία αυτάρκειας που συνδυάζει τη γεωργία μικρής κλίμακας και την κτηνοτροφία.

Ο καταμερισμός εργασίας ανάμεσα στα φύλα είναι αυστηρός (οι άντρες ασχολούνται με την κτηνοτροφία και οι γυναίκες με την γεωργία). Αυστηρά ενδογαμικοί οι Καλάς, δείχνουν ανοχή στις προγαμιαίες σχέσεις, όμως η απαγωγή γυναικών είναι σύνηθες φαινόμενο, ο θεσμός του γάμου εύθραυστος και η διεκδίκηση συζύγου γίνεται αφορμή για την εκδήλωση ενδοφυλετικών συγκρούσεων.

Το λατρευτικό πάνθεον των Καλάς περιλαμβάνει αρκετές θεότητες. Οι ιερείς τους είναι κληρονομικοί. Ναοί αφιερωμένοι στην θεά της οικογένειας βρίσκονται σε κάθε χωριό και είναι οι μοναδικοί λατρευτικοί χώροι που έχουν πρόσβαση οι γυναίκες. Οι άνδρες θυσιάζουν τράγους στις ανδρικές θεότητες έξω από το χωριό και κατά κανόνα σε μεγάλο υψόμετρο.

Η μουσική των Καλάς είναι συνδεδεμένη με τον κύκλο ζωής. Μια ειδική κατηγορία τραγουδιών αφορά τους νεκρούς και τελούνται χοροί προς τιμή τους γύρω από βωμό που δεσπόζει κάποιο ξόανο. Το τραγούδι είναι ατομικό πάνω σε απλές μελωδίες ή ομαδικό σε πιο γρήγορους ρυθμούς. Στα ομαδικά τραγούδια γίνεται χρήση της πολυφωνίας, ένα στοιχείο που διαφοροποιεί τη φωνητική μουσική των Καλάς από τις μουσικές παραδόσεις του Πακιστάν και Αφγανιστάν.

Στις θρησκευτικές εορτές που παρευρίσκονται και γυναίκες εκτελούνται γυναικείοι κυκλικοί χοροί. Οι γυναίκες είναι πιασμένες σε κύκλο με τα χέρια πλεγμένα πίσω από την πλάτη και συνοδεύουν το χορό με τραγούδι. Η οργανική συνοδεία που βρίσκεται στο κέντρο του κύκλου είναι ένα μεγάλο νταούλι, ξύλινες φλογέρες και τοξοειδής άρπα με τέσσερις χορδές που θυμίζει την αρχαιοελληνική λύρα.

ΠΗΓΗ: (Κούτσιανου Στεργιανή – από τις εκδηλώσεις του δήμου Καλαμαριάς “των Ελλήνων οι κοινότητες”)