ΣΑΤΙΡΙΖΟΝΤΑΣ: Το 50εύρω

ΣΑΤΙΡΙΖΟΝΤΑΣ

Το 50εύρω

Γράφει ο Χρήστος Μαλασπίνας

Μιά περιπέτεια …πενήντα ευρώ, έζησε ένας φίλος, στον Πειραιά, το πρώτο λιμάνι της χώρας όπου κάποτε έδεναν τα σκυλιά με τα λουκάνικα! (Και όχι μόνο στην Τρούμπα)…

Πήγε, λοιπόν, κατά τις 6 το απόγευμα σε ένα κατάστημα οπτικών (που πουλάει γυαλιά, καλέ) στο κέντρο του Πειραιά να πάρει τα επιδιορθωμένα γυαλιά της γυναίκας του. Η επιδιόρθωση κόστιζε 9,25 ευρώ. Του πρότεινε ένα χαρτονόμισμα των 50 ευρώ.

-Ουου, έκανε ο  οπτικός σαν να τον είχε τινάξει το ηλεκτρικό ρεύμα! Που να βρω να σου δώσω ρέστα χριστιανέ μου; Α, πα-πα, δεν έχω. Πήγαινε να το χαλάσεις…

Τι να κάνει ο φίλος, πήρε το 5οευρω και βγήκε έξω για να το χαλάσει σε κάποιο άλλο μαγαζί. Πήγε πρώτα σε ένα περίπτερο. Σκέφτηκε, δεν μπορεί περίπτερο είναι κόσμος πολύς ψωνίζει θα έχει να μου το χαλάσει…

Πλησιάζει το περίπτερο και τείνει το χέρι του με το 50εύρω στον περιπτερά.

-Τι είναι ετούτο; κάνει ο περιπτεράς.

-Μου το χαλάς σε παρακαλώ; λέει ευγενικά ο φίλος.

-Σε πόσα κομμάτια το θέλεις; Ρωτάει περιπαικτικά ο περιπτεράς. Πότε κυκλοφόρησε 5οεύρω;

-Με δουλεύεις; λέει ο φίλος, έτοιμος να αρπαχτεί για την κοροϊδία…

-Όχι ρε φίλε, του λέει ο περιπτεράς, αλλά δεν έχω να σου το χαλάσω…

Φεύγει απογοητευμένος. Μπαίνει σε ένα φαρμακείο, απέναντι από το περίπτερο. Ζητάει και εκεί να του χαλάσουν το πενηντάρικο.

Νέα άρνηση.

-Μπα, δεν βγαίνουν φίλε, του λένε. Σαράντα δύο ευρώ όλη η είσπραξη!

Πηγαίνει δίπλα σε ένα μαγαζί με έτοιμα ανδρικά ρούχα.

-Μου χαλάς σε παρακαλώ ένα πενηντάρικο, του λέει.

-Κοίτα, είμαι εδώ από το πρωϊ και σεφτέ ακόμη δεν έχω κάνει. Είσαι ο πρώτος που μπαίνει και θέλεις να σου χαλάσω κι από πάνω;

Αδυνατώντας να πιστέψει αυτό που του συνέβαινε, πηγαίνει σε μία κρεπερί. Δεν μπορεί, σκέφτεται, τα φαγώσιμα πάντα είχαν πέραση…

-Φίλε, μου χαλάς ένα 50εύρω; ρωτάει μισο-ευγενικά, μισο-αγενώς, νευριασμένος από την ταλαιπωρία.

-Μωρέ, να σου το χαλάσω δεν έχω, αλλά δώστο μου να το πιάσω λίγο. Πόσο καιρό έχω να δω 5οεύρω!..

Δεν του τό δωσε. Φοβήθηκε μήπως δεν το ξανάβλεπε. Περνάει στην απέναντι πλευρά του πεζοδρομίου της Βασιλέως Γεωργίου, ντίπ εμπορικό κέντρο. Μπαίνει σε ένα παπουτσάδικο. Απλώνει το χέρι με το 50ευρώ προς την πλευρά του καταστηματάρχη. Εκείνος ανοίγει το ταμείο και κοιτάζει μιά το 50 ευρω και μιά την κάσα.

-Μπα, δεν βγαίνουν του λέει.

Μα, βρε αδελφέ 50 εύρω είναι δεν 200 ευρώ…λέει.

-Παναγίτσα μου, πότε βγήκαν τέτοια χαρτονομίσματα; Ένα χαρτονόμισμα 200 ευρώ; Ξέρεις πόσα παπούτσια πρέπει να πουλήσω για να πιάσω 200 ολόκληρα ευρώ; του λέει όλο …αγανάκτηση. Πάνω από δέκα! Είκοσι ευρώ το ζευγάρι, ούτε τσιγάρα να πούλαγα…

Παίρνει τον οματιών του ο φίλος με το 5ο εύρω που  από το κράτα, την περιφορά και την …καταφρόνια που αντιμετώπιζε είχε μαραζώσει, λέγε ζαρώσει, και έμοιαζε πλέον με μπαγιάτικο μαρούλι. Στέκεται στη μέση του δρόμου και κάνει στρατηγικούς υπολογισμούς! Διαγωνίως απέναντι η πλατεία του Δημοτικού θεάτρου, που εδώ και κάτι χρόνια το ανακαινίζουν αλλά τελειωμό  δεν έχει… Σκέφτεται ότι οι καφετέρειες θα έχουν λεφτά, τόσος κόσμος, διάολε, μπαινοβγαίνει και πίνει καφέδες.

Στην πρώτη, τζίφος. Στη δεύτερη, όμως, του χαλάνε το 50ευρώ χωρίς καν ένα σχόλιο ή καμία δυσκολία. Περιχαρής, παίρνει τα χρήματα, ισόποσα του 50εύρου, δύο 20ρικα και ένα δεκάρικο, και μιά και δυό, επιστρέφει στο κατάστημα με τα οπτικά. Τον βλέπει ο οπτικός και κάνει το Σταυρό του:

-Καλά που δεν ήτανε σήμερα, αλλά προχθές του Αγίου Φανουρίου, γιατί αλλιώς θα έκανα Φανουρόπιτα για να σε τάξω μπας και βρεθείς. Που χάθηκες χριστιανέ μου;

Τί να του απαντήσει τώρα ο έρημος;  Ότι επί τρία τέταρτα κοντά προσπαθούσε στο κέντρο του πρώτου λιμανιού της Ελλάδος να χαλάσει ένα πενηντάρικο και δεν εύρισκε;  Τον προβληματισμό του διέκοψε η τσιριχτή φωνή του οπτικού:

-Καλέ, έχουν τυπωθεί και 20εύρα! Τα άτιμα, ούτε από δαύτα έχω δει τον τελευταίο μήνα!..