Μεγαλώνει διαρκώς το πρόβλημα της παχυσαρκίας

Σε κρίση δημόσιας υγείας εξελίσσεται η παχυσαρκία ενηλίκων και παίδων, καθώς 1,6 δισεκατομμύρια άτομα, άνω των 15 ετών, είναι υπέρβαρα και 400 εκατ. είναι παχύσαρκα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) έως το 2015 οι υπέρβαροι θα έχουν φτάσει τα 2,5 δισ. και οι παχύσαρκοι τα 700 εκατ. παγκοσμίως.Πρόσφατες επιδημιολογικές έρευνες αποδεικνύουν ότι το πρόβλημα της παχυσαρκίας γιγαντώνεται, αφού ο ΠΟΥ προβλέπει ότι τα προσεχή 50 χρόνια το εκτιμώμενο προσδόκιμο ζωής αναμένεται να μειωθεί σημαντικά, λόγω της παχυσαρκίας.

Ιδιαίτερη επιστημονική ανησυχία προκαλεί η αύξηση των ποσοστών της παιδικής παχυσαρκίας, τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς. Το 2010, ο αριθμός των υπέρβαρων παιδιών (κάτω των 5 ετών) ήταν 42 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 35 εκατ. ζούσαν σε αναπτυσσόμενες χώρες. Σύμφωνα με τις μελέτες ENERGY και GROWTH (που συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα), το 25-30% των παιδιών είναι υπέρβαρα και το 10-12% παχύσαρκα.

Σύμφωνα με επιδημιολογική μελέτη που έγινε από την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας (ΕΙΕΠ), σε μαθητές δημοτικού, την τελευταία δεκαετία παρατηρείται συνεχής σταθερή αύξηση της παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας, από 7,7% έως και 20,7%. Επίσης έρευνα που χρηματοδοτήθηκε από τον ΠΟΥ και πραγματοποιήθηκε το 2011, κατέδειξε ότι σχεδόν τα μισά παιδιά (42%) της Δ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου ήταν είτε υπέρβαρα, είτε παχύσαρκα.

Συγκεκριμένα, στην πανελλήνια επιδημιολογική μελέτη της ΕΙΕΠ που έγινε το 2003, έλαβαν μέρος 17.341 ενήλικες και 18.055 παιδιά και έφηβοι. Το 21,9% των ενηλίκων ήταν παχύσαρκοι και το 57,1% υπέρβαροι.

Επίσης, η ΕΙΕΠ και το Τμήμα Διατροφής και Διαιτολογίας του ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης χρηματοδότησαν το πρόγραμμα COSI (2010-11) που συμπεριέλαβε 150 σχολεία (5.701 μαθητές 7-8 ετών και 9-10 ετών). Η μελέτη έδειξε ότι ενώ στη Β’ Δημοτικού οι μαθητές με φυσιολογικό βάρος ήταν 59,3% (23,03% υπέρβαροι και 13,65% παχύσαρκοι), στην Δ’ Δημοτικού το ποσοστό των παιδιών με κανονικό βάρος είχε μειωθεί στο 53,93%, ενώ είχαν αυξηθεί τα ποσοστά των υπέρβαρων (28,87%) και ελαφρώς μειωθεί των παχύσαρκων (13,42%).

Οι επιπτώσεις της παχυσαρκίας στα παιδιά είναι τόσο άμεσες (εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας), όσο και απώτερες (στην ενήλικη ζωή). Στην παιδική ηλικία εμφανίζονται μεταβολικές διαταραχές (δυσλιπιδαιμίες, υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτη τύπου ΙΙ) και λιπώδης διήθηση του ήπατος, ενώ τα παχύσαρκα παιδιά έχουν γενικά μειωμένη ικανότητα άσκησης και μυοσκελετικά και αναπνευστικά προβλήματα. Τέλος, η παιδική παχυσαρκία συνδέεται με χαμηλή αυτοεκτιμήση, κοινωνικό άγχος, συμπτώματα κατάθλιψης και διατροφικές διαταραχές.

Νόσος, όχι σύνδρομο η παχυσαρκία
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά της Παχυσαρκίας (24η Οκτωβρίου), η πρόεδρος της ΕΙΕΠ Αννέτ Αμπραχαμιάν-Μιχαλάκη, επισημαίνει ότι «η παχυσαρκία δεν είναι αισθητικό πρόβλημα, αλλά μια νοσολογική οντότητα, η συχνότητα της οποίας αυξάνει διαρκώς ανά πενταετία».

Η παχυσαρκία είναι νόσος τους ενεργειακού μεταβολισμού, που χαρακτηρίζεται από παθολογικά αυξημένη συσσώρευση λίπους στο ανθρώπινο σώμα, ως αποτέλεσμα της διαταραχής του ενεργειακού ισοζυγίου μεταξύ της πρόσληψης και κατανάλωσης ενέργειας. Ο βαθμός παχυσαρκίας προσδιορίζεται από τον Δείκτη Μάζας Σώματος, αν και μεγάλη κλινική σημασία έχει και η κατανομή του λίπους, αφού η κοιλιακή παχυσαρκία σχετίζεται συχνότερα με πολλά νοσήματα και μεταβολικές διαταραχές, αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα.

Η αιτιολογία της παχυσαρκίας είναι πολυπαραγοντική και περιλαμβάνει την γενετική προδιάθεση (τα άτομα με παχύσαρκο γονέα έχουν αυξημένη πιθανότητα να εξελιχθούν σε παχύσαρκα)και το περιβάλλον (σωματική δραστηριότητα, διατροφή). Ωστόσο, κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες επηρεάζουν την συμπεριφορά του ατόμου σε σχέση με την άσκηση, τη δυνατότητα πρόσβασης σε ελεύθερους χώρους, τον τρόπο μετακίνησης και τις διατροφικές επιλογές.

Στα νοσήματα που συνδέονται με την παχυσαρκία περιλαμβάνονται ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ, η αρτηριακή υπέρταση, η στεφανιαία νόσος, τα καρδιαγγειακά συμβάματα, η δυσλιπιδαιμία, η χολολιθίαση, η άπνοια ύπνου, η αρθρίτιδα, οι διαταραχές της αναπαραγωγικής λειτουργίας (και στα δύο φύλα), η στυτική δυσλειτουργία καθώς και ορισμένες μορφές καρκίνου, όπως του μαστού, του ενδομητρίου, του προστάτη, του παχέος εντέρου κ.α.

Η διευθύντρια του Τμήματος Αύξησης και Ανάπτυξης στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού» Ελπίδα-Αθηνά Βλαχοπαπαδοπούλου, σημειώνει ότι για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας αλλά και των κινδύνων που απορρέουν απ’ αυτήν, απαιτείται ουσιαστική αλλαγή της διατροφικής συμπεριφοράς, καθώς και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας με συστηματική και καθημερινή αύξηση. «Η φαρμακευτική υποστήριξη με σκευάσματα στο πρόσφατο παρελθόν απέφερε περιορισμένα αποτελέσματα, κυρίως λόγω των παρενεργειών τους», συμπληρώνει.

«Η πρόληψη είναι προτεραιότητα και προϋποθέτει πολιτική βούληση και απαιτεί συνεργασία της Πολιτείας, της κοινωνίας, της βιομηχανίας τροφίμων και των επιστημονικών φορέων», καταλήγει η κ.Βλαχοπαπαδοπούλου.

Να σημειωθεί ότι το υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μέσω του Νοσοκομείου Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού» (Τμήμα Αύξησης και Ανάπτυξης, Ιατρική Σχολή, Τ.Ε.Φ.Α.Α., Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και ΤΕΙ Αθήνας) διενεργεί το Εθνικό Σχέδιο Δράσεις για την αποτύπωση, πρόληψη και αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας, στο οποίο συμμετέχουν ήδη 40.000 μαθητές από όλη τη χώρα.

health.in.gr