Αυθόρμητη μαρτυρία

 

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Το άρθρο του Βουλευτή Επικρατείας  της ΝΔ, Χρύσανθου Λαζαρίδη, στο Antinews, για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, την μετέπειτα εκμετάλλευσή τους από την Αριστερά «και τις λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις» (!) αλλά και από ένα μεγάλο μέρος Ελλήνων πολιτών, είναι πράγματι συγκλονιστικό στην αλήθεια που περικλείει.
Εξηγούμαι: Τον Χρύσανθο Λαζαρίδη τον γνωρίζω από παλιά, από τα χρόνια που και οι δύο δουλεύαμε στην ημερήσια εφημερίδα «Πρωϊνή» της Νέας Υόρκης. Τολμώ να πω πως αισθανόμαστε φίλοι, αν έτσι το νιώθει και εκείνος.  Τουλάχιστον όσο φίλοι γίνονται  δύο  άνθρωποι που συνεργάζονται στενά για αρκετά χρόνια. Το γράφω αυτό, γιατί έστω και εάν δεν υπάρχει η πρόθεση, μπορεί η κρίση να υποφέρει μπροστά στη φιλική διάθεση. Και οι αναγνώστες πρέπει να το γνωρίζουν.
Βέβαια με τον Χρύσανθο «χαθήκαμε» τα τελευταία περίπου είκοσι χρόνια. Η «Πρωϊνή» έκλεισε, εγώ πήγα στον «Εθνικό Κήρυκα» και εκείνος συνέχισε  στο δρόμο που είχε χαράξει και που τον είχε κερδίσει, επάξια όπως απεδείχθη.
Θυμάμαι, όμως, από τότε, στις συζητήσεις που κάναμε, όλα τούτα που διάβασα σήμερα στο άρθρο του. Από τότε, από τη δεκαετία του ’80 ο Χρύσανθος έλεγε όλα αυτά που και σήμερα γράφει για το Πολυτεχνείο, για τη σημασία και το ρόλο που έπαιξε, για την αριστερά, για τους πολίτες-αντιστασιακούς σε μιά χώρα που δεν αντιστάθηκε, πλήν ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων.
Δεν ζήτησε, ο Χρύσανθος, τη μαρτυρία μου. Και γιατί να το έκανε, άλλωστε;  39 χρόνια προτίμησε τιμητικά την αντιστασιακή του δράση να καλύψει η αφάνεια. Ως πηγή γνώσης, όμως, που την κατέχω, νοιώθω υποχρεωμένος να το κάνω, έστω και εάν δεν το χρειάζεται εκείνος.
Με το Χρύσανθο δεν συμφωνούσαμε πάντα σε όλα. Ασφαλώς, όμως, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να διαφωνήσουμε πάνω σε γεγονότα που χωριστά ζήσαμε, είχαμε, όμως, κοινή εμπειρία. Και η εμπειρία όλων όσων έζησαν σε νεαρή μεν ηλικία, αλλά ενήλικες πάντως, τα γεγονότα της επταετίας –και αυτό το έχω γράψει και δημοσιεύσει στον «Εθνικό Κήρυκα» στις 17 Νοεμβρίου 1993- είναι πως η επετειακή αναφορά του Πολυτεχνείου, μπορεί να δικαιολογείται μόνον για ένα λόγο:
Ως αναγνώριση της προσφοράς όσων λίγων πραγματικά έκαναν το Πολυτεχνείο και όσων –μερικών χιλιάδων- μαζεύτηκαν απέξω από αυτό –κάποιοι από απόσταση και από απλή περιέργεια- την 16η και 17η Νοεμβρίου 1973. Δεν ήσαν πολλοί. Οι πολλοί (όπως το λέει ο Χρύσανθος) προτίμησαν την ασφάλεια του καναπέ. Δεν είναι αυτό απαραίτητα εγκληματικό. Ούτε μπορείς να ζητάς από όλους να διακινδυνεύσουν τους εαυτούς ή τα παιδιά τους.
Είναι ντροπή, όμως, μετά την κατάρρευση της χούντας, (γιατί η χούντα κατέρρευσε υπό το βάρος του εγκλήματος κατά της Κύπρου) ένα εκατομμύριο Αθηναίοι να πορεύονται ως αντιστασιακοί προς την Αμερικανική Πρεσβεία (αλήθεια, γιατί;) τρώγοντας σουβλάκι και βαστώντας εν ασφαλεία τα παιδιά τους από το χεράκι…
Για την οφειλόμενη αναγνώριση όσων αγωνίστηκαν, πιστεύω αρκούσε μία ταπεινή διδακτική τελετή κάθε χρόνο στα σχολεία…
Κάποτε θα γραφτεί όλη η Ιστορία για το Πολυτεχείο. Που μαζί με τα γεγονότα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά και κάποιες ακόμη ενέργειες, όπως του Αλέκου Παναγούλη, του Νίκου Παππά και ελαχίστων άλλων, αποτέλεσαν τις μόνες συνάμα και τις κορυφαίες στιγμές αντίστασης κατά της χούντας των επίορκων αξιωματικών. Βεβαίως και όσων εξορίστηκαν (στη Γυάρο, όχι στην ασφάλεια του …εξωτερικού!) φυλακίστηκαν ή βασανίστηκαν στα μπρουντρούμια της ΕΣΑ.
Στην εξέγερση του Πολυτεχείου, άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από την ένοπλη βία του καθεστώτος. Έξω από Ίδρυμα, είναι αλήθεια. Αυτό, όμως, δεν ακυρώνει τη θυσία τους ούτε ακόμα και εάν ο θάνατός τους συντελέστηκε τυχαία είτε σε απομεμακρυσμένη περιοχή. Και το έθνος πρέπει να τους τιμά. Ένα Τριάγιο, θα ήταν, ίσως, αρκετό.
Σε κάθε περίπτωση, να καταθέτουν στεφάνια όλοι εκείνοι που ανέχτηκαν τη χούντα –με πρώτους τους στρατιωτικούς- μόνο σαν δημόσια ομολογία της απουσίας αντιστασιακών περγαμηνών και σαν έμπρακτη μεταμέλειά τους θα μπορούσε κανείς να το δεχθεί.
Το ίδιο δε το Πολυτεχνείο ως Επέτειος, μόνο σαν μία διαρκή υπενθύμιση από εκείνους τους ηρωϊκούς φοιτητές του τι ΔΕΝ πρέπει να κάνουμε και του πως ΔΕΝ πρέπει να φερθούμε, αν ποτέ βρεθούμε ξανά (ο Θεός φυλάξοι!) υπό ολοκληρωτικό καθεστώς ανελευθερίας, θα μπορούσε να γίνει, πλέον, ανεκτό…
Α, και για να μη ξεγελιώμαστε: Αν εκείνη τη δραματική νύκτα βρίσκονταν στην οδό Πατησίων, έξω από το Πολυτεχνείο, ένα εκατομμύριο Έλληνες, όσοι δηλαδή συμμετείχαν στην πρώτη γιορταστική επέτειο, κανένα τάνκ και κανένας στρατηγός δεν θα έριχναν την πόρτα του Ιδρύματος… Αντίθετα, θα είχε πέσει η χούντα εκείνο το βράδυ και θα είχαμε γλυτώσει τη μισή Κύπρο από τους Τούρκους!
Χώρια που αν εκτός από την αείμνηση Σοφία Βέμπο, άνοιγαν επίσης τις πόρτες των διαμερισμάτων τους να κρύψουν φοιτητές και όλοι όσοι κατοικούσαν στα πέριξ του Πολυτεχνείου, και είχαν σφαλίσει πόρτες και παράθυρα για να νιώθουν ασφαλείς, πολλοί φοιτητές και άλλοι που βρίσκονταν μέσα στο Πολυτεχνείο, θα είχαν αποφύγει, ίσως, τη σύλληψη και το ξύλο…