Άντριου Άθενς, ένας ευγενής αγωνιστής και οραματιστής, σκαπανέας της ζωής

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Ο Άντριου Άθενς, έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών, έργου, τιμών και αναγνώρισης.

Ήταν από την πάστα των ηγετών εκείνων, που τις τελευταίες δεκαετίες έχουν εκλείψει δραματικά από το χώρο της ομογένειας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Μαζί με τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο, τον εκδότη-δημοσιογράφο Μπάμπη Μαρκέτο και λίγους ακόμη εκλεκτούς σύγχρονούς του ομογενείς, όπως τον Σπύρο Σκούρα, τον μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα και τον Μιχαήλ, τον Νίκ Πάππας και τον Τζιν Ρωσσίδη, αποτέλεσαν την πυραμίδα της ηγετικής εκπρόσωπισης της ομογένειας, που έβλεπε τη βάση όλο και περισσότερο να δυναμώνει, όλο και ψηλότερα να σκαρφαλώνει μέχρι που έφθασε στην κορυφή των αξιοζήλευτων σημερινών της κατακτήσεων…

Ο Άθενς δεν έζησε στη γη, παρά μόνο όσο του ήταν χρονικά απαραίτητο για να δημιουργήσει μία θαυμάσια οικογένεια, μια τεράστια περιουσία και ένα συναρπαστικό θεραπευτικό έργο για τους ομογενείς των χωρών πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Όλο τον υπόλοιπο χρόνο των 91 ετών, τον πέρασε πετώντας στα σύνεφα, μέσα σε ένα αεροπλάνο! ¨΄Οταν με ρωτούν που μένω, τους απαντάω ότι κατοικώ σε αεροπλάνο! Περισσότερο καιρό πετάω παρά πατάω στη γη!” είχε πει σε μία από τις συνέντευξεις του που είχε παραχωρήσει στον γράφοντα, το καλοκαίρι του 2004, στην Αθήνα.

Τα χρόνια της προεδρίας του στο ΣΑΕ, έστησε τα Κέντρα Υγείας για τους Ομογενείς -και όχι μόνο- της Μαύρης θάλασσας. Μόνιμη έννοια του η εξεύρεση χρημάτων για την απρόσκοπτη λειτουργία τους. Θυμάμαι, όταν ήμουν στην ERT World συμπαρουσιαστής χρηστικών θεμάτων στην εκπομπή “Οδύσσεια” (2007-2010), είχαμε οργανώσει Τηλεμαραθώνιο ακριβώς για τη συγκέντρωση χρημάτων για τη λειτουργία των Κέντρων. “Στις αρχές μου έδιναν χρήματα για τα Κέντρα από την Αθήνα. Με το καιρό τα λιγόστεψαν και τώρα τα σταμάτησαν. Κάτι πρέπει να κάνω. Αν δεν βρω χρήματα θα κλείσουν τα κέντρα Υγείας και προσφέρουν σπουδαίο έργο στους ομογενείς. Να ξέρετε κύριε Μαλασπίνα, δεν θα αντέξω να τα δω να κλείνουν…”

Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να υποστεί κάτι τέτοιο.

Ωστόσο, και επειδή μετά θάνατο μόνον “όσοι έπραξαν καλά” θα λάβουν το λόγο, να εκμυστηρευτώ έναν κρυφό καημό του, έτσι όπως μου τον είχε αναφέρει -όχι ο ίδιος, πάντα ήτανε υπεράνω- αλλά ένας στενός του -τότε- συνεργάτης, σε συνομιλία που είχαμε πολύ αργότερα, στην Αθήνα. “Ο Άθενς στενοχωριέται γιατί η νέα κατάσταση στο ΣΑΕ δεν δείχνει να θέλει την γνώμη του σε τίποτε”…

Ο ίδιος, πάντως, όταν ευθέως τον είχα ρωτήσει σχετικά, είχε αρκεστεί να πει ότι “όλοι οι νέοι θέλουν να έχουν το κουμάντο και πως είναι φυσιολογικό οι γέροι  να μένουν στην άκρη”…

Σπάνια πάστα καλοσυνάτου ανθρώπου. Ακόμη και όσοι δεν ήθελαν να αναγνωρίσουν το έργο του, όσοι του  εύρισκαν ψεγάδια και ατολμία εδώ και κει, ακόμα κι αυτοί δεν έπαυαν να τον εκθειάζουν, την ίδια ώρα, ως έναν “πολύ καλό άνθρωπο¨που νοιάζονταν πραγματικά για τον συνάθρωπό του.

Ο μύθος της ζωής κάποτε τελειώνει για όλους μας. Τι απομένει; ο ήχος μιας καμπάνας και το θρόϊσμα των φύλλων που απαριθμούν τις τυχόν όποιες καλές μας πράξεις. Για τον Άντριου Άθενς η ζωή υπήρξε καλή. Την έζησε, την πάλαιψε, την κέρδισε, την απόλαυσε. Και φεύγει με την μεγαλοπρέπεια του ταπεινόφρονα και την υστεροφημία του καλά θεμελιωμένη στο έργο του.

Η Ελληνική πατρίδα  και η Αμερικανική τον τίμησαν εν ζωή.  Ο ίδιος, όμως, κρατούσε βαθειά μέσα του ως την απόλυτη τιμητική διάκριση και ώς την αναγνώριση του έργου του, τα λόγια και τα δάκρυα μιάς γριάς ομογενούς ο γιός της οποίας κινδύνεψε σοβαρά να πεθάνει και έγινε καλά σε μία από τις επτά κλινικές που ο Άθενς έφτιαξε στις λησμονημένες και εγκαταλειμένες εκείνες πατρίδες. Να πως μας διηγήθηκε εκείνο το περιστατικό στην συνέντευξή του: “Βρισκόμουνα στο Ιατρικό Κέντρο της Γεωργίας. Ξαφνικά, μία ηλικιωμένη γυναίκα, με πλησίασε και μου άρπαξε τα χέρια, πριν προλάβω να αντιδράσω και άρχισε να μου τα φιλάει… Έκλαιγε και τα δάκρυά της μούσκευαν τα χέρια μου. Προσπάθησα να τα τραβηξω. Ένοιωθα άβολα έτσι καθώς μας κοιτούσε ο κόσμος. Δεν με άφηνε. Έμεινα έτσι εκεί δεν ξέρω πόση ώρα αιφνιδιασμένος, άναυδος! Νομίζω έτσι στα βουβά,  αποζημιώθηκα με το παραπάνω τότε για όλα όσα ελάχιστα έπραξα…”.

Να είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει…