Η χρυσάνθεμος ζωή του ομογενή Νικολάου Σαραμάσκου

ΤΗΣ ΑΛΙΚΗΣ ΠΑΝΤΑΖΗ
Πηγή: Neoskosmos.com

Στην καταναλωτική και, γενικά, εποχή του ανταγωνισμού που ζούμε, υπάρχουν ακόμη άνθρωποι με υψηλές αναχρονιστικές και παράξενες ιδέες και ιδανικά. Αυτοί είναι οι σημερινοί αφανείς ήρωες. Ένας τέτοιος είναι και ο Νικόλαος Σαραμάσκος από το Χόμπαρτ της ακριτικής Τασμανίας.
Γεννήθηκε σε ένα μικρό νησί του Αιγαίου, την κάτασπρη Κίμωλο και μετανάστευσε στην Αυστραλία. Η ιστορία του κ. Νίκου είναι ιστορία όλων μας. Από μικρό παιδί λόγω της φτώχειας μπήκε στη βιοπάλη. Τα γράμματά του είναι λίγα γιατί οι γονείς του δεν είχαν καιρό για τέτοιες πολυτέλειες. Ό,τι έμαθε τα έμαθε μέσα στη ζωή, όπως λέει.
Παιδί ακόμα, με την ευχή των γονέων του, έφυγε από την πατρίδα, παίρνοντας το δρόμο της ξενιτιάς, για να βρει την τύχη του. Για ένα καλύτερο μέλλον. Από τρυφερή ηλικία ο Νικ εργάστηκε στη θάλασσα σ’ ένα καράβι με τον αδελφό του.

Όταν μεγάλωσε λίγο συνέχισε να δουλεύει στα καράβια κυνηγώντας το ψωμί, έφυγε για την Αίγυπτο και κατόπιν για την Ινδία. Εκεί η ζέστη τον τσάκισε, δεν άντεξε, και μόλις του δόθηκε ευκαιρία και με τη βοήθεια ενός φίλου του πήραν τον δρόμο για την Αυστραλία.

Αποβιβάστηκαν στην καρδιά των μεταναστών στη Μελβούρνη, όπου και έμεινε λίγο χρονικό διάστημα. Το ανήσυχο πνεύμα του και οι πιέσεις γνωστών του, τον οδήγησαν στην Τασμανία όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα, στο Χόμπαρτ. Εδώ εγκατάλειψε την άλμη της θάλασσας και ασχολήθηκε με τα μαγαζιά, και όπως θα πει τη «σκληρή εργασία». Αρχικά ως υπάλληλος, μέχρι να μάθει την δουλειά και κατόπιν, ως ιδιοκτήτης. Όταν εργαζόταν ως υπάλληλος ένας από τους εργοδότες του, θερμός και φημισμένος καλλιεργητής χρυσάνθεμων, κίνησε το ενδιαφέρον του νεαρού Νικ, τον παρότρυνε και τον μύησε στην τέχνη της καλλιέργειας.
Ο κ. Νίκος επιδόθηκε με ζήλο και έμαθε τα μυστικά της τέχνης. Αυτός και η οικογένειά του συνεργάστηκαν και τελειοποίησαν την καλλιέργεια και τη δημόσια παρουσίαση σε εκθέσεις ανθέων.

Δημιούργησε μία καλή οικογένεια και εγκαταστάθηκε σε μια ασήμαντη γειτονιά του Χόμπαρτ όπου και στέγασε τον κήπο της Εδέμ.
Αφανής, ζει με τη σύζυγό του, μία ταπεινή κυρία, καλλιεργεί όλο τον χρόνο χρυσάνθεμα υψηλής ποιότητας, τα μεγαλώνει με απέραντη αγάπη και στοργή σαν την μάνα του, μόνο για να εκθέτει. Ένα χόμπι πολύπονο, πολυέξοδο, μακροχρόνιο και αρκετά επικίνδυνο για την υγεία.
Έχει μία μεγάλη ποικιλία χρώματα, σχήματα, μεγέθη. Ένας κήπος με χρυσάνθεμα που μοιάζουν με ντάλιες και μαργαρίτες, ο ανθώνας του είναι ένας επίγειος Παράδεισο. Έκανε εισαγωγή από την Ιαπωνία και άλλες χώρες σπάνια είδη χρυσάνθεμων. Κάθε χρόνο με τη σύζυγό του ταξιδεύουν με δικά τους έξοδα σε διάφορες πόλεις της Αυστραλίας και παίρνουν μέρος στις εκθέσεις χρυσάνθεμων και βραβεύονται ανάλογα.

Τα τελευταία χρόνια ο Νικ Σαραμάσκος βραβεύεται συνεχώς με το πρώτο βραβείο της Τασμανίας επιδεικνύοντας και τιμώντας το ελληνικό του όνομα και την καταγωγή του. Δεν άλλαξε, δεν κουτσούρεψε το επίθετό του, αλλά το κράτησε, όπως και την εθνική συνείδηση του. Κάθε χρόνο στη Γιορτή της Μητέρας, ο κ. Νίκος δωρίζει χρυσάνθεμα σε γηροκομεία και σε άλλα ιδρύματα, όπως και στην Ελληνική Κοινωνική Πρόνοια της Αρχιεπισκοπής του Χόμπαρτ, για τις μητέρες.
Αυτός είναι ο Νικόλαος ‘Νικ’ Σαραμάσκος, από το μικρό νησί του Αιγαίου την Κίμωλο.

Με μεγάλη μας λύπη μάθαμε πως φέτος είναι η τελευταία φορά που γίνεται η έκθεση αυτή στο Χόμπαρτ της Τασμανίας. Θα σταματήσει, όπως δήλωσε ο ελλανοδίκης κ. Denis McKercher, γιατί δεν υπάρχουν τέτοιου είδους καλλιεργητές για να πάρουν την σκυτάλη και έτσι ο Νικόλαος Σαραμάσκος από την Κίμωλο, άγνωστος μεταξύ των Ελλήνων, θα μείνει ένας θρύλος με τα πολλά βραβεία και τους επαίνους κρεμασμένους στους τοίχους του σπιτιού του και μέσα στις βαλίτσες, ικανοποιημένος από τη ζωή του.