Νίκος Ρίζος, ο «γίγας» του ελληνικού κινηματογράφου

Ο κωμικός με το μοναδικό ταμπεραμέντο που μας έκανε να γελάμε με την ψυχή μας!

Ως ένα από τα «ιερά τέρατα» της ελληνικής σκηνής, ο Νίκος Ρίζος άφησε τη χαρακτηριστική του σφραγίδα τόσο στο θέατρο όσο και τον κινηματογράφο.

Ο γίγας της Κυψέλης, το παιδί της πιάτσας, ο μάγκας, ο «πινέζας» που δεν μάσαγε ποτέ, ο καθηγητής Ντερέκης και κυρίως ο «κοντός» του ελληνικού σινεμά χάριζε απλόχερα γέλιο στα 50 χρόνια που μέτρησε η διαδρομή του στην ελληνική show business!

Οι 300 άλλωστε ταινίες που πήρε μέρος δεν αφήνουν χώρο για αμφισβήτηση: ο Ρίζος ήταν ένας από τους διαχρονικά αγαπημένους τους ελληνικού κοινού, ενσαρκώνοντας με την ιδιαίτερη κωμική φλέβα του χαρακτηριστικούς τύπους Έλληνα.

Πολυτάλαντος και αεικίνητος, ο ηθοποιός και θεατρικός παραγωγός κατάφερε να μείνει στο προσκήνιο για μισό αιώνα, κάνοντάς μας να φοράμε το πιο πλατύ μας χαμόγελο κάθε φορά που τον βλέπαμε σε ταινία ή επιθεώρηση. Αυτός ήταν ο Νίκος Ρίζος!

Πρώτα χρόνια



Ο Νίκος Ρίζος γεννιέται στις 30 Σεπτεμβρίου 1924 στην Πέτα της Άρτας, μέσα σε οικογένεια της εργατικής τάξης. Το 1946, σε ηλικία 22 ετών, εγκαταλείπει την Άρτα για την Αθήνα, ερχόμενος στην πρωτεύουσα με σκοπό να σπουδάσει. Λόγω της καταραμένης φτώχειας, είναι υποχρεωμένος να βρει αμέσως δουλειά και οι περιστάσεις τον φέρνουν στο θέατρο.

Καθώς την εποχή εκείνη οι διάλογοι και τα νούμερα των ηθοποιών αντιγράφονταν με το χέρι από το πρωτότυπο του συγγραφέα, υπήρχε ξεχωριστή θέση στις θεατρικές επιχειρήσεις για τους «αντιγραφείς»: αυτή είναι και η πρώτη εμπλοκή του νεαρού Ρίζου με το θέατρο.

Μετά τον αντιγραφέα, εργάστηκε ως υποβολέας, πριν εκτιμηθεί τελικά το ασύλληπτο κωμικό του στοιχείο και ανέβει επιτέλους στο σανίδι, στην επιθεώρηση «Όασις», αν και το επίσημο ντεμπούτο του ως ηθοποιού θα έρθει το καλοκαίρι του 1948 στην κλασική επιθεώρηση του «Άνθρωποι, Άνθρωποι» του Αλέκου Σακελάριου, ο οποίος ήταν και ο πρώτος που διέκρινε την κωμική φλέβα του Ρίζου.

Το νούμερο του Ρίζου και της Σπεράντζας Βρανά «το Τραμ το Τελευταίο» χάλαγε κυριολεκτικά κόσμο, κάνοντας τη μεγάλη μας πρωταγωνίστρια Μαρίκα Κοτοπούλη να του πει: «Έλα, Παναγιά μου! Πώς χώρεσε μωρέ σε αυτό το κορμάκι τόσο ταλέντο;». Σύντομα στο αθηναϊκό θεατρόφιλο κοινό είχαν κυκλοφορήσει τα μεγάλα νέα: «να πάτε να δείτε τον κοντό που παίζει στο “Μετροπόλιταν”». Η γέννηση του μεγάλου μας κωμικού είχε μόλις συμβεί…

Πετυχημένος κωμικός

Ήδη από το ντεμπούτο του, ο Ρίζος άφησε πολύ καλές εντυπώσεις, υποσχέσεις που θα κρατήσει σε όλες τις υπόλοιπες εμφανίσεις του στο σανίδι. Σύντομα θα εγκαινιάσει μια μεγάλη καλλιτεχνική πορεία που θα τον φέρει στις μεγαλύτερες αθηναϊκές σκηνές, πλάι στους κορυφαίους ηθοποιούς της εποχής.

Η καθοριστική στιγμή για την καριέρα του θα έρθει ωστόσο μόλις δύο χρόνια μετά το ντεμπούτο του στο σανίδι, όταν θα κάνει την πρώτη του εμφάνιση στη λεγόμενη «χρυσή εποχή» του ελληνικού κινηματογράφου: ήταν το 1950 λοιπόν όταν θα εμφανιστεί στον «Μεθύστακα».

Από κει κι έπειτα τα υπόλοιπα είναι συνυφασμένα με την ίδια την ιστορία του ελληνικού σινεμά, αφού ο μεγάλος μας κωμικός έπαιξε σε όχι λιγότερες από 300 ταινίες(!), πολλές από τις οποίες είναι κλασικές και άλλες τόσες αξέχαστες!

Ποιος μπορεί να ξεχάσει το «Σοφεράκι» (1953), τον «Θησαυρό του Μακαρίτη» (1959), τον «Κλέαρχο, τη Μαρίνα και τον κοντό» (1960), αλλά και τον «Γίγα της Κυψέλης» (1968), τον «Νάνο και τις 7 Χιονάτες» (1970), τη «Συμμορία Εραστών» (1972);

Και βέβαια ήταν οι εμφανίσεις του στο σινεμά της δεκαετίας του ’80 και τις βιντεοκασέτες, όπως στις «Ένας κοντός θα μας σώσει» (1981), «Ρόδα, Τσάντα και Κοπάνα» (1982), «Γάτα ο κοντός» (1986) και τόσες ακόμα, όπου παρά την προχειρότητα της παραγωγής, ο κωμικός Ρίζος κατάφερνε πάντα να ξεδιπλώνει το ασύλληπτο ταλέντο του…

Θεατρικός παραγωγός

Μια σχετικά άγνωστη πτυχή της ζωής του ήταν ότι ο Ρίζος υπήρξε και εξίσου επιτυχημένος θιασάρχης: το 1959 δημιούργησε τον δικό του θίασο (με τον Γκιωνάκη και τον Μηλιάδη), ενώ το 1961 παρακίνησε τα άλλα δύο «ιερά τέρατα» της εποχής, τον Αυλωνίτη και τη Βασιλειάδου, να ιδρύσουν τη θεατρική επιχείρηση «Βασίλης Αυλωνίτης-Γεωργία Βασιλειάδου-Νίκος Ρίζος», που μέχρι το 1965 περιόδευσε με εκκωφαντική επιτυχία τόσο στην ελληνική επικράτεια όσο και την ομογένεια (κυρίως στη Γερμάνια).

Ο Ρίζος ήταν το εμπορικό δαιμόνιο της παραγωγής αυτής, το οποίο συνεχίστηκε και σε άλλες θεατρικές επιχειρήσεις που ίδρυσε κατόπιν, με την καλλιτεχνική του διεύθυνση και την επιχειρηματική του καριέρα να εκτείνεται σε βάθος χρόνου 27 ετών. Η τελευταία του εμπορική περιπέτεια σημειώθηκε το 1986, μετατρέποντας τον ιστορικό κινηματογράφο του αθηναϊκού κέντρου «Άστορ» σε θέατρο, το οποίο διηύθυνε με μαεστρία ως το 1990…

Η εποχή της βιντεοκασέτας και τηλεοπτική καριέρα

Ο Νίκος Ρίζος έκανε με επιτυχία το πέρασμα στις φθηνές παραγωγές της λεγόμενης «εποχής της βιντεοκασέτας» στη δεκαετία του ’80, παίρνοντας μέρος σε αναρίθμητες ταινίες, ως μύθος πια του ελληνικού κινηματογράφου.

Ο Ρίζος είχε παρουσία και στην τηλεόραση, με τον ίδιο να αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο των σειρών «Ο Δρόμος», έχοντας στο πλευρό του τη Μάρθα Καραγιάννη, αλλά και στο σίριαλ η «Αίθουσα του Θρόνου» το 1998, που έμελλε να είναι και η τελευταία του εμφάνιση…

Προσωπική ζωή και θάνατος

Ο αξέχαστος κωμικός ήταν παντρεμένος με την επίσης ηθοποιό Έλσα Λαμπροπούλου (Ρίζου), με την οποία απέκτησαν έναν γιο.

Ο Ρίζος συνέχισε να εμφανίζεται σε σύγχρονες επιθεωρήσεις, μετρώντας 5 δεκαετίες αδιάλειπτης παρουσίας στο σανίδι! Τελευταία του δουλειά ήταν στην επιθεώρηση «Ευρώ… ομελέτα κι έρχεται… ΝΑΤΟ».

Στις 20 Απριλίου 1999, τη μέρα που παιζόταν το τελευταίο επεισόδιο της σειράς «Αίθουσα του Θρόνου», ο Νίκος Ρίζος έφευγε από τη ζωή: χτυπημένος από έμφραγμα του μυοκαρδίου, κατέληξε στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», σε ηλικία 75 ετών. Ήταν η τελευταία πράξη μιας ζωής που ταυτίστηκε με το ελληνικό σινεμά και έμελλε να γίνει συνώνυμο του γέλιου και της ποιοτικής ψυχαγωγίας.

Λίγες μέρες μάλιστα πριν από τον θάνατό του, ο Ρίζος είχε τιμηθεί για τη συνολική του προσφορά με το θεατρικό βραβείο «Παναθήναια»…

NewsBeast.gr