Γύρω από τη συνέντευξη του κ. Καζάζη

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Τα όσα ο καθηγητής κ. Ιωάννης Καζάζης λέει στη συνέντευξή του στην ΡΗΡ για την Ελληνική Γλώσσα, την Ομογένεια και το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, είναι ιδιαιτέρως σημαντικά και για τους Έλληνες του εξωτερικού.

Άριστος γνώστης των θεμάτων και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι μαθητές από ετερόκλητες πατρίδες, με διαφορετική μητρική γλώσσα, ετερώνυμη  κουλτούρα και ανομοιογενές  γνωστικό επίπεδο,  προωθεί  την κατάλληλη επιμόρφωση καθηγητών και δασκάλων ώστε η  διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης ξένης Γλώσσας, να καταστεί  ευκολότερη και  αποδοτικότερη.

Τέτοιες μικτές τάξεις υπάρχουν σε πολλά ελληνικά σχολεία του εξωτερικού, αλλά από όταν και η Ελλάδα κατέστη  χώρα υποδοχής μεταναστών,  εμφανίστηκαν  και σε τοπικό επίπεδο.

Κυρίως εντυπωσιάζει η σημασία της διαφοράς στον τρόπο διδασκαλίας της Ελληνικής ως μητρικής από ό,τι ως ξένης γλώσσας.

Οι δάσκαλοι που αποσπώνται από την Ελλάδα σε σχολεία του εξωτερικού, έχουν εκπαιδευτεί να διδάσκουν την ελληνική ως μητρική γλώσσα. Η Επιμόρφωση που τους παρέχει το Υπουργείο Παιδείας μέσω του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας είναι  πολύτιμη. Το ίδιο ισχύει και για τους καθηγητές στις Έδρες Ελληνικών Σπουδών.

Κάτι παρόμοιο, για άλλους, όμως,  λόγους, συμβαίνει και με τους δασκάλους στα σχολεία της Εκκλησίας. Οι ομογενείς δάσκαλοι «υστερούν» και σε ένα άλλο σημείο:  Δεν κουβαλούν μέσα τους βιώματα και συνήθειες ελληνικές.  Κι όμως, ο μαθητής που μαθαίνει ελληνικά και  δεν έχει γεννηθεί στην Ελλάδα,  χρειάζεται αυτή την αίσθηση  η οποία και τα ήθη και έθιμα θα διαιωνίσει  και την αυτοπεποίθησή του θα  ενδυναμώσει ως απόγονου ηρώων.

‘Ηταν ακριβώς  η «λεπτομέρεια» εκείνη που το 1940 άλλαξε τη μοίρα της Ομογένειας στην Αμερική και αλλού. Ήταν η  αντανάκλαση της Πίνδου και του Γράμμου.  Ο αντι- καθρεφτισμός της  γυναίκας που φορτώνονταν τα πολεμοφόδια για την πρώτη γραμμή. Ήταν ο απόηχος του «αέραααααα» που έφτανε ως τα πέρατα της οικουμένης και υποχρέωσε τους ντόπιους να αναγνωρίσουν την  ελληνική υπεροχή στα πρόσωπα των μέχρι χθες «ανεπιθύμητων» ξένων τους.

Όλα αυτά, εντάσσονται και ερμηνεύουν  την ανάγκη  η ομογένεια να μην αποκοπεί από την ελληνική γλώσσα, που είναι η ταυτότητά της.

Δεν μιλάμε για την «αφομοίωση» ή άλλως πως «ένταξη» των Αποδήμων Ελλήνων και των ελλήνων Ομογενών στις τοπικές κοινωνίες.

Βεβαίως και πρέπει  να μην ζουν σε γκέτο οι άνθρωποί μας στο εξωτερικό. Ασφαλώς και οφείλουν να αναμειχθούν με τους ντόπιους ώστε και εργασίες καλύτερες να διεκδικούν και μέλη της τοπικής κοινωνίας να γίνουν, αγαπητά και σεβαστά.

Ασφαλώς και πρέπει να εγκολπωθούν ό,τι καλό τους προσφέρει το εκεί σύστημα, οργάνωση, ομαδική προσπάθεια, συνέπεια.

Παράλληλα, όμως, πρέπει να διατηρήσουν τους δεσμούς με τη γενέτειρα. Να μιλάνε και τη μητρική τους  γλώσσα.

Μόνο να κερδίσουν έχουν από τη δυνατότητα να γνωρίζουν οι Απόδημο, οι Ομογενείς και τα παιδιά τους, ελληνικά. Μια δεύτερη γλώσσα, είναι μια δεύτερη ζωή! Αν αυτή είναι και η Ελληνική γλώσσα, τότε η πλούσια πολιτιστική και αξιακή κληρονομιά που περικλείει, καθιστούν τον φορέα της,  περισσότερο ικανό και πολλαπλά δημιουργικό πολίτη.

Και όλα αυτά, δίχως την παραμικρή εθνικιστική  χροιά.