Η Βουλή, ο κ. Τσίπρας και οι διαπραγματεύσεις

 

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Ενώ σε λίγες ώρες ξεκινά στη Βουλή η  η έκτακτη  συνεδρίαση της ολομέλειας, όπου θα συζητηθεί σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων η  πορεία των διαπραγματεύσεων της Κυβέρνησης με τους «θεσμούς», οι απορίες για το λόγο για τον οποίο ο κ. Τσίπρας την προκάλεσε είναι περισσότερο από εμφανείς.

Θα ήτανε ευχής έργο εάν ο πρωθυπουργός αποσκοπούσε σε μια ευρεία συναίνεση γύρω από το ζήτημα αυτό.   Για τους τύπους  θα την επιδιώξει, χρησιμοποιώντας δραματικούς τόνους.  Αλλά θα την διεκδικήσει  άτσαλα, εκβιαστικά και καθόλου εποικοδομητικά.  Στην πραγματικότητα θα θέσει την αντιπολίτευση κάτω από πιεστικά έως και εκβιαστικά διλήμματα, ώστε να αποσπάσει τη μεγίστη δυνατή πολιτική στήριξη –όχι, όμως, και συναίνεση- για τη διαπραγμάτευση.

Αυτό διότι εκείνο που κυρίως τον ενδιαφέρει είναι να εξουδετερώσει την αντίδραση της εσωτερικής αντιπολίτευσης και, ιδιαίτερα, την συνιστώσα της αριστεράς του Λαφαζάνη η οποία εμφανίζεται αντίθετη στην ακολουθούμενη πρακτική, αλλά και στην διαπραγμάτευση καθεαυτή ζητώντας «ρήξη» με τους εταίρους.

Σε μία δημόσια συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών όπου οι βουλευτές δεν έχουν δικαίωμα λόγου, ευκολότερα θα περάσει τις απόψεις του, αλλά και τα λάθη του, ο κ. Τσίπρας ασφαλώς και τις μεταρρυθμίσεις που προτείνει στους εταίρους, πολλές από τις οποίες  βρίσκονται σε αντίθεση με τις προεκλογικές δεσμεύσεις  του, όπως είναι η εκποίηση του λιμανιού του Πειραιά και άλλες.

Παράλληλα, θα δώσει και την εντύπωση του δημοκράτη πολιτικού που συνδιαλέγεται με την αντιπολίτευση, που χρησιμοποιεί το βήμα της Βουλής για να πείθει την εθνική αντιπροσωπεία και που σε κάθε περίπτωση δεν κάνει βήμα δίχως την στήριξη μιας «πλατιάς συμμαχίας του λαού».

Εκείνο που θέλει να επιτύχει –γι αυτό και δεν έχει υποβάλει ακόμη λεπτομερή λίστα μεταρρυθμίσεων, όπως δήλωσε σήμερα Δευτέρα ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών Μάρτιν Γιέγκερ-  είναι να εγκλωβίσει τους πολιτικούς του αντιπάλους παριστάνοντας τον ηγέτη που δεν διαπραγματεύεται τις «κόκκινες γραμμές» και που μένει πιστός και αταλάντευτος στις προεκλογικές του δεσμεύσεις.

Στην πραγματικότητα ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του δεν διαπραγματεύονται. Είναι σταθερά προσκολλημένοι στην εκμαίευση από την ΕΕ μιας πολιτικής λύσης. Να αναλάβουν, δηλαδή, οι άλλες χώρες το βάρος της οικονομικής εξυγίανσης της Ελλάδος σβήνοντας το χρέος και τσοντάροντας στην ανάκαμψη της οικονομίας δίχως οι Έλληνες να υποστούν νέες θυσίες.

Στην επιδίωξη αυτή προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο.

Το κακό είναι ότι η τακτική αυτή είναι διάφανη. Την έχουν αντιληφθεί πολύ καλά οι ξένοι ηγέτες. Και καθόλου δεν την αποδέχονται. Γι αυτό και συνεχίζουν να πιέζουν για μέτρα μετρήσιμα, για μεταρρυθμίσεις κοστολογημένες και για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς.

Καθώς οι μεν πιέζουν οι δε περί άλλων τυρβάζουν, εγκυμονεί ο σοβαρός κίνδυνος κάποιος εκ των διαδίκων να υπερβεί τα εσκαμμένα. Να προκληθεί «ατύχημα» το οποίο θα είναι «δυστύχημα» με την Ελλάδα εκτός Ευρώ.

Αλλά τότε την ευθύνη θέλει ο κ. Τσίπρας να την έχουν συλλογικά όλοι και οι 300 και όχι μόνος του! Γι αυτό αντί να ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς καταφεύγει στην ολομέλεια πίσω από την  οποία ευκολότερα θα  αποκρυβόταν οι μεθοδεύσεις του.