Η άγνωστη ιστορία της ελληνικής παροικίας στο Λίβανο

Με δύο υποσχέσεις αποχαιρέτησε πριν από δεκαέξι χρόνια τον αγαπημένο του παππού Παύλο Μαζίτζη, ο 32χρονος Ελληνολιβανέζος δημοσιογράφος George Eid.

Ο George Eid (με τα γυαλιά), κατά την πρώτη του επίσκεψη στη Σάμο, τον Ιούνιο του 2016

«Υποσχέθηκα ότι δεν θα άφηνα να λησμονηθούν οι κακουχίες που πέρασε μέχρι να φτάσει στη Βηρυτό και ότι θα αναζητούσα την υπόλοιπη οικογένειά μου στην Ελλάδα» διηγείται τηλεφωνικά από τον Λίβανο ο George. Πιστός στις παραπάνω δεσμεύσεις, ο νεαρός ομογενής παρουσιάζει στα τέλη του μήνα ντοκιμαντέρ για την ελληνική κοινότητα του Λιβάνου, το οποίο πραγματοποίησε υπό την αιγίδα του Έλληνα πρέσβη στο Λίβανο, Θεόδωρου Πασσά και του Λιβανέζου υπουργού Πολιτισμού Ghattas Κhoury.

«Η οικογένειά μου, όπως και οι περισσότερες ελληνικές οικογένειες, έφτασε εδώ κατευθείαν από τη φλεγόμενη Σμύρνη του 1922» περιγράφει. «Ο προπάππος μου, προκειμένου να σώσει την οικογένεια, πλήρωσε για να μεταφερθούν με εμπορικό πλοίο που έπιανε Χαλέπι (Συρία) και μετά Βηρυτό». Το ελληνικό στοιχείο, βέβαια, προϋπήρχε στην αραβική χώρα, η οποία ανήκε επίσης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Από τη Μικρασιατική Καταστροφή και τούδε η ελληνική κοινότητα εμπλουτίστηκε με πληθυσμό από τη Σμύρνη και την Αλεξανδρέττα, φτάνοντας να αριθμεί 30.000 άτομα.

Aρμονική συνύπαρξη

Όπως γλαφυρά περιγράφουν οι απόγονοι των Μικρασιατών προσφύγων στο ντοκιμαντέρ «Kalimera from Beirut», οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν ήλπιζαν ότι θα ήταν περαστικοί από τo Λίβανο και δεν έκαναν μακροπρόθεσμα σχέδια, δεν μάθαιναν, π.χ., τη γλώσσα. Συν τω χρόνω, όμως, συνειδητοποίησαν ότι θα ρίζωναν εκεί. «Ο προπάππος μου ίδρυσε το 1926 ένα από τα πρώτα εργοστάσια παπουτσιών στη χώρα, από όπου προμηθευόταν ο στρατός της Ιορδανίας».

Η οικογένεια Μαζίτζη ήταν μία από τις πολλές Ελλήνων που χάραξαν λαμπρή επαγγελματική πορεία. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι στο λεξιλόγιο έχουν ενσωματωθεί οι εκφράσεις «ελληνικό ψυγείο» (για τους βιομηχανικούς καταψύκτες, που κατασκευάστηκαν πρώτη φορά από ελληνική εταιρεία) αλλά και «Έλληνας γιατρός» δείγμα της υστεροφημίας ενός καλού Έλληνα γιατρού. «Η συνύπαρξη ήταν ανέκαθεν αρμονική, οι νοοτροπίες μας δεν απέχουν πολύ» σημειώνει ο νεαρός δημοσιογράφος. Στη Βηρυτό λειτουργούσε ελληνικό σχολείο με 200-250 μαθητές τη δεκαετία του ’70 που χορηγούσε στους αποφοίτους ελληνικό απολυτήριο, όπως και το περίφημο Greek Club.

«Τώρα έχει λιγότερους μαθητές, το Club παραμένει και διοργανώνει δύο Σάββατα τον μήνα πάρτι» αναφέρει. Η ακμάζουσα ελληνική κοινότητα δέχθηκε το πρώτο πλήγμα με τα γεγονότα της ανατροπής του μοναρχικού καθεστώτος το 1958, αλλά ήταν ο δεκαπενταετής εμφύλιος πόλεμος (1975-1990) που την αποδεκάτισε. Σήμερα, αριθμεί 10.000 άτομα, στα οποία συγκαταλέγονται και νέες αφίξεις Ελλήνων, «διωγμένων» από την κρίση. Στη διάρκεια του πολέμου, τον οποίο ο George θυμάται ως παιδί, παρέμειναν κυρίως οι ρομαντικοί. «Ο πατέρας μου έλεγε ότι εδώ με δέχθηκαν όταν ήμουν φτωχός και κατατρεγμένος, δεν φεύγω από το Λίβανο» κάτι που μεταφέρει επί της οθόνης η Mari Terese Fellas. Αντίστοιχης νοοτροπίας ήταν και ο παππούς του George, «η παραμονή του βέβαια μεταφράστηκε σε μια (εκ νέου) οικονομική καταστροφή για την οικογένεια». Της απόφασής του να γυρίσει το πρώτο ντοκιμαντέρ για τους Έλληνες του Λιβάνου είχε προηγηθεί η εκπλήρωση μιας άλλης «εκκρεμότητας» του George. Μετά το πέρας του εμφυλίου η δεύτερη γενιά της οικογένειας μετέβη στη Σάμο, τόπο καταγωγής της προγιαγιάς, προκειμένου να βρει το «κομμένο» νήμα της οικογενειακής ιστορίας – αλλά εις μάτην. «Περιεργαζόμενος, όμως, τα κειμήλια του παππού μου, ανακάλυψα μια καρτ ποστάλ από τη Σάμο, που έφερε την υπογραφή: Μαρία και Μιχάλης Λουλιάς» εξιστορεί ο 32χρονος. Με την καρτ ποστάλ ανά χείρας ο George «όργωσε» τον περασμένο Ιούνιο το νησί και η επιμονή του δικαιώθηκε.

«Αναζητούσα κάποιον άνδρα με το ίδιο όνομα και επίθετο, θεωρώντας ότι θα το έχει κληρονομήσει από τον παππού του», εξηγεί, «και πράγματι ρωτώντας εντόπισα τα ξαδέλφια μου, που ζουν σήμερα στη Νορβηγία». Με τα ξαδέλφια του έκτοτε είναι σε επικοινωνία. «Μερικά μέλη της οικογένειάς μου έχουν λάβει την ελληνική υπηκοότητα, εγώ δεν τα έχω καταφέρει», καταλήγει, «δεν με πειράζει όμως γιατί είμαι Greek by heart».

*Από την «Καθημερινή».