Κ.Μητσοτάκης: Μην ακούτε τι λένε, να βλέπετε τι κάνουν οι κυβερνώντες

Αθήνα.- Γενικευμένη δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση διαπίστωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις συναντήσεις που είχε στη Θεσσαλονίκη ενόψει της παρουσίας του στην 82η Διεθνή Έκθεση στις 16 και 17 Σεπτεμβρίου.

Αυτό δεν θα αποτελούσε είδηση αν δεν συνοδευόταν από την αγωνία των εργαζομένων για τις θέσεις εργασίας τους, ιδίως των 2.200 εργαζομένων της εταιρείας «Ελληνικός Χρυσός», οι οποίοι θεωρούν ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να βρεθούν στην ανεργία και την ίδια ώρα βλέπουν τον Αλέξη Τσίπρα σε ξαφνικό και σφικτό εναγκαλισμό με τον επιχειρηματικό κόσμο να μιλά για την ανάγκη επενδύσεων. «Αν ήταν Ελληνας ο επενδυτής θα είχει φύγει ήδη» του είπαν οι εργαζόμενοι.

«Δεν μας βλέπει και δεν μας ακούει», ήταν το κοινό παράπονο που διατύπωσαν για τον Πρωθυπουργό όσοι συνάντησαν τον πρόεδρο της ΝΔ. Ο κ. Μητσοτάκης όμως δεν ήθελε να μείνει μόνο στα προβλήματα αλλά να στείλει ένα ισχυρό επενδυτικό μήνυμα. Γι’ αυτό πραγματοποίησε ιδιαίτερη συνάντηση με τους εκπροσώπους των σωματείων εργαζομένων στην «Ελληνικός Χρυσός». Πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες επενδύσεις στην Ελλάδα και παρότι η εταιρεία έχει πάρει 16 αποφάσεις από το Συμβούλιο Επικρατείας για τη λειτουργία της, οι αντιγνωμίες των υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ απειλούν να την τινάξουν στον αέρα. Ο πρόεδρος της ΝΔ θέλησε να χτυπήσει καμπανάκι κινδύνου για την επένδυση στις Σκουριές. Είναι ειρωνεία», είπε, «ο πρωθυπουργός να μιλάει για επενδύσεις και, στην πράξη, η κυβέρνησή του να κάνει ακριβώς τα αντίθετα. Μην ακούτε τι λένε, να βλέπετε τι κάνουν οι κυβερνώντες».

«Ο κίνδυνος για την επένδυση είναι ορατός», πρόσθεσε. «Και, ενώ το μέλημά μας θα έπρεπε να είναι οι δουλειές για τη αντιμετώπιση της υψηλής ανεργίας, η κυβέρνηση για ιδεοληπτικούς λόγους, συνειδητά, καθυστερεί την αδειοδότηση της επένδυσης». Αναφερόμενος στις αποφάσεις του ΣτΕ για την επένδυση, έστειλε σαφές μήνυμα: «Θα προστατέψουμε το Κράτος Δικαίου. Θα συνεχίσουμε να αναδεικνύουμε το θέμα». Υπογράμμισε ότι η Νέα Δημοκρατία «πιστεύει στη αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας, πάντα με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον», και πρόσθεσε:«Το βασικό μου μέλημα είναι να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Να προχωρήσει μια παραγωγική επένδυση σημαντική για τον τόπο, για την τοπική κοινωνία, για την ελληνική οικονομία».

Στις τοποθετήσεις προς τους εκπροσώπους παραγωγικών φορέων της Μακεδονίας ο κ. Μητσοτάκης δεσμεύτηκε ότι «από μένα θα ακούτε μόνο προτάσεις, οι οποίες μπορούν να εφαρμοστούν την επόμενη μέρα» και αρίθμησε τις προτεραιότητες του: «Πως θα προσελκύσουμε επενδύσεις. Πως θα δημιουργήσουμε δουλειές. Πως θα συμμαζέψουμε το Κράτος. Πως θα μειώσουμε τη φορολογική επιβάρυνση. Πως θα δημιουργήσουμε ένα κλίμα πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα». «Εμείς», πρόσθεσε, «έχουμε ξεκάθαρη ταυτότητα. Πιστεύουμε στη δύναμη της ιδιωτικής οικονομίας. Πιστεύουμε ότι μαζί, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι, μπορούν να βάλουν ξανά την Ελλάδα σε μια τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης. Άρα, η δική μας ταυτότητα είναι ξεκάθαρη και δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Δεν ανακαλύψαμε εμείς, πρόσφατα, την επιχειρηματικότητα, ούτε τις επιχειρήσεις. Και είμαστε οι μόνοι, οι οποίοι μπορούμε να φέρουμε σε πέρας ένα ρεαλιστικό, τολμηρό σχέδιο μεγάλων αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, που θα επιτρέψουν στην πατρίδα μας να αξιοποιήσει τα μεγάλα αναξιοποίητα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Και αυτό αφορά, ιδιαίτερα τη Βόρεια Ελλάδα, η οποία μόνο να κερδίσει έχει από την εφαρμογή του δικού μας προγράμματος».

Ωστόσο, υπάρχει μια αναγκαία προϋπόθεση για να υλοποιηθεί το σχέδιο προσέλκυσης επενδύσεων. «Στην κορυφή», είπε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «είναι η πολιτική σταθερότητα και μια αποφασισμένη και τολμηρή μεταρρυθμιστική Κυβέρνηση, η οποία θα υλοποιήσει ένα σχέδιο μεταρρυθμίσεων, το οποίο θα πιστεύει και το οποίο θα είναι εθνικής ιδιοκτησίας. Δεν γίνονται μεταρρυθμίσεις, “τραβάτε με κι ας κλαίω”. Δεν γίνονται μεταρρυθμίσεις, με το μισό κόμμα απέναντι, με διστακτικότητα, με έλλειψη βασικής κατανόησης για το πως δουλεύουν η ελεύθερη οικονομία, η αγορά και οι κανόνες της. Η πολιτική αλλαγή είναι απαραίτητη προϋπόθεση σήμερα για να κάνει η Ελλάδα ένα μεγάλο αναπτυξιακό άλμα στο μέλλον».

Επισήμανε ότι «πάντα θα υπάρχει μια – σε κάποιο βαθμό δικαιολογημένη – καχυποψία από τους πολίτες. Και αυτό γιατί έχουν καεί από το χυλό και τώρα φυσούν και το γιαούρτι» και πρόσθεσε: «Το βάρος της ευθύνης πέφτει στην επόμενη Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Να υλοποιήσει αυτά που έχει πει. Να δείξει ότι υπάρχει ένας άλλος τρόπος διακυβέρνησης, που δίνει έμφαση στην τεχνοκρατική επάρκεια… Η πολιτική είναι μια πολύ δύσκολη άσκηση. Πρέπει κανείς να λαμβάνει δύσκολες αποφάσεις. Να ζυγίζει τα πραγματικά δεδομένα με γνώμονα την αποτελεσματικότητα και τη σοβαρότητα». «Οφείλουμε», τόνισε, «να έχουμε πάντα στο μυαλό μας τον πολίτη και, κυρίως, τον αδύναμο πολίτη. Αυτός μας χρειάζεται περισσότερο. Σε αυτόν θα δώσουμε κι εμείς τη μεγαλύτερη μας έμφαση».

Σε ότι αφορά τις επενδύσεις «χρειάζονται», είπε, «τρία πράγματα ακόμα: φορολογία, ρευστότητα, επενδυτικό περιβάλλον. Απλά πράγματα, απλές κουβέντες». Ειδικότερα, για τη φορολογία ανέφερε ότι «η Ελλάδα είναι μη ελκυστικός προορισμός για οποιαδήποτε επένδυση. Και δεν αναφέρομαι μόνο στις ξένες επενδύσεις. Αναφέρομαι στις εγχώριες επενδύσεις… Από πέρυσι, έχω δεσμευτεί για μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις, από το 29%, στο 20% εντός μια διετίας. Έχω δεσμευτεί για τη μείωση του φόρου στα μερίσματα από το 15% στο 5%. Και έχω δεσμευτεί, επίσης, για την αύξηση του ορίου υπαγωγής στο Φ.Π.Α., στις 25.000 ευρώ, κάτι το οποίο θα διευκολύνει ιδιαίτερα τις πολύ μικρές επιχειρηματικές δραστηριότητες».Τόνισε ότι οι μειώσεις των φόρων θα χρηματοδοτηθούν «μέσα από ένα συμμάζεμα των κρατικών δαπανών» και πρόσθεσε: «Δεν έχω δυσκολία, προσωπικά, να μιλήσω για ένα πιο λιτό και αποτελεσματικό Κράτος. Δεν φαντάζομαι μια οικονομία στην οποία ένα μεγάλο σπάταλο Κράτος θα απομυζά τα χρήματα των φορολογούμενων και των επιχειρήσεων, προκειμένου να συντηρεί και να διαιωνίζει την ύπαρξή του. Μακριά από μένα τέτοιες λογικές. Για αυτό, με τη σημερινή Κυβέρνηση – παρά τις όποιες μεταλλάξεις επιχειρούνται το τελευταίο διάστημα – μας χωρίζει άβυσσος ως προς τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το ρόλο του Κράτους και το ρόλο της ελεύθερης οικονομίας».

«Ρευστότητα», υπογράμμισε, «παρέχει το τραπεζικό σύστημα και όχι άλλοι πόροι χρηματοδότησης, όπως οι σημαντικοί πόροι μέσα από το ΕΣΠΑ. Η αντιμετώπιση του προβλήματος των “κόκκινων δανείων” είναι απολύτως καθοριστική, προκειμένου οι τράπεζες να μπορέσουν να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους και να κάνουν μια καινούρια αρχή, χρηματοδοτώντας επιχειρήσεις, οι οποίες είναι βιώσιμες και οι οποίες μπορούν πραγματικά να έχουν και μια δεύτερη ευκαιρία, όπως εμείς το αντιλαμβανόμαστε. Θεωρούμε ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης στο νόμο για τα “κόκκινα δάνεια”… Σε κάθε περίπτωση, η επιχειρηματική αναδιάρθρωση πρέπει, πάνω από όλα, να αναγνωρίζει τη δυνατότητα μιας επιχείρησης να επιβιώσει και να διακριθεί, σε περίπτωση που γίνουν κάποιες ρυθμίσεις για τα δάνεια και σε περίπτωση που θα μπορεί να προσελκύσει νέα κεφάλαια. Και, υπάρχουν, πολλές τέτοιες επιχειρήσεις – μικρές και μεγάλες – οι οποίες είναι κατά βάση υγιείς και θα μπορούσαν μέσα από μια αναδιάρθρωση δανείων να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία».

Για το θέμα των αδειοδοτήσεων, τόνισε ότι «όσοι ασχολούνται, ειδικά με τον τομέα της μεταποίησης, γνωρίζουν καλά, σήμερα, ποια είναι η πραγματικότητα στην Ελλάδα. Είναι μια πραγματικότητα, η οποία δυσχεραίνει το επιχειρείν, κάθε μέρα και σας υποχρεώνει, ως επιχειρηματίες, να αναλώνετε πολύ μεγαλύτερο κομμάτι του χρόνου σας σε συναλλαγές και σε επαφές με το Δημόσιο από ό,τι θα έπρεπε. Υπάρχει και μια διάσταση που πολλοί δεν αντιλαμβάνονται. Και είναι η διάσταση του κόστους του χρήματος. Όταν σχεδιάζεις μια επένδυση και προσελκύεις κάποιον επενδυτή, πας σε μια τράπεζα και κάνεις ένα business plan. Αυτά τα οποία ανακάλυψε ο κ. Φλαμπουράρης χθες σε συνέντευξη που έδωσε στην τηλεόραση. Το πρώτο πράγμα, το οποίο κοιτάς είναι ποιος είναι ο χρόνος υλοποίησης της επένδυσης και ποια είναι η διαδικασία αποπληρωμής της επένδυσης. Αν μια επένδυση που σχεδιάζεις να την κάνεις σε ένα χρόνο, την κάνεις σε τέσσερα, η επένδυση έχει πάει στράφι. Δεν χρειάζεται να είσαι οικονομικός αναλυτής για να το αντιληφθείς αυτό. Αρκεί να έχεις μια στοιχειώδη επαφή με την πραγματική οικονομία και να εισπράττεις τα μηνύματα».

Ο ακατάσχετος λογαριασμός για τους επιχειρηματίες έχει γίνει το ανέκδοτο της εφετινής ΔΕΘ. Τον είχε εξαγγείλει πέρυσι ο κ. Τσίπρας δεν εφαρμόστηκε ποτέ και όπως αστειεύονται μεταξύ τους οι παράγοντες της συμπρωτεύουσας, «μάλλον θα τον εξαγγείλει και φέτος».

Σχετικά με το θέμα αυτό, ο κ. Μητσοτάκης επισήμανε: «Από τη στιγμή που δίνουμε έμφαση στις ηλεκτρονικές πληρωμές είναι απολύτως λογικό να υπάρχει ένας ακατάσχετος λογαριασμός, ο οποίος θα επιτρέπει στην επιχείρηση να κάνει τα απολύτως βασικά. Να πληρώνει τις υποχρεώσεις της. Να πληρώνει τους εργαζόμενους της». Μάλιστα δεν άφησε τη συγκεκριμένη ανεκπλήρωτη υπόσχεση να περάσει ασχολίαστη. «Καταλαβαίνω» είπε, «ότι η Θεσσαλονίκη είναι ένας πονεμένος τόπος για τον πρωθυπουργό. Διότι είναι ο τόπος εκείνος, ο οποίος θυμίζει τη συστηματική διάψευση των δικών του προβλέψεων για το τι θα γίνει στο μέλλον. Και έχω την εντύπωση ότι κάτι αντίστοιχο θα ακούσουμε και φέτος. Φαντάζομαι ότι ο πρωθυπουργός φέτος θα μας πει ότι βγαίνουμε από τα Μνημόνια, όταν γνωρίζει πάρα πολύ καλά ότι έχει υπογράψει δημοσιονομικά μέτρα ύψους 5,1 δις ευρώ για το 2019 και το 2020. Φαντάζομαι ότι ο πρωθυπουργός θα μας πει ότι θα ολοκληρώσει γρήγορα την τρίτη αξιολόγηση, όταν η πρώτη και η δεύτερη αξιολόγηση τράβηξαν πάρα πολλούς μήνες, σχεδόν ένα χρόνο η κάθε μια, με πολύ αρνητικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία. Και θα μας πει ο πρωθυπουργός ότι ξαφνικά ανακάλυψε τη σημασία των επενδυτών και των επενδύσεων, όταν συστηματικά η μισή Κυβέρνηση υπονομεύει τις επενδύσεις και όταν λίγα χιλιόμετρα από εδώ υπάρχει μια μεγάλη παραγωγική επένδυση της Eldorado Gold…».

in.gr