Ο Τσίπρας δεν επιμένει “ελληνικά” για τη διερεύνηση των αιτιών της φονικής πυρκαγιάς

Αθήνα.- Ερωτήματα προκαλεί η κυβερνητική επιλογή ενός γερμανού καθηγητή για τη διερεύνηση των αιτιών της φονικής πυρκαγιάς, τη στιγμή που υπάρχουν εξαιρετικοί εγχώριοι επιστήμονες.

Η απάντηση ίσως βρίσκεται στο γεγονός ότι ο καθηγητής Γκόλνταμερ συμφωνεί απόλυτα με την κυβερνητική εκδοχή τού τι συνέβη στο Μάτι, σε αντίθεση για παράδειγμα με τον καθηγητή Χρήστο Ζερεφό.

Από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση έχει κατηγορήσει για τις φονικές πυρκαγιές στην ανατολική Αττική τον «στρατηγό» άνεμο, την άναρχη δόμηση, τους πολίτες, ακόμα και την κλιματική αλλαγή, αλλά η ίδια δεν έχει αναλάβει καμία ουσιαστική ευθύνη για λάθη ή παραλείψεις στους χειρισμούς της.

Όπως φαίνεται με τις απόψεις αυτές ταυτίζεται και ο καθηγητής Γκέοργκ Γκόλνταμερ, στον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας ανέθεσε τη διερεύνηση των αιτιών της φονικής πυρκαγιάς και την εκπόνηση προτάσεων για το μέλλον, ώστε να γίνει -όπως είπε- «αντικειμενικά και αδιάβλητα».

Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε τη συνεργασία με τον γερμανό καθηγητή την Πέμπτη, στη διάρκεια παρουσίασης του σχεδίου για την αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας.

Ωστόσο, οι θέσεις του καθηγητή Γκόλνταμερ για τα αίτια των πυρκαγιών στην ανατολική Αττική που έχουν στοιχίσει τη ζωή σε 93 ανθρώπους ήταν ήδη γνωστές, καθώς λίγα 24ωρα νωρίτερα είχε παραχωρήσει συνέντευξη στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Από τη συνέντευξη αυτή προκύπει ότι οι απόψεις του ταυτίζονται πλήρως με τη γραμμή της κυβέρνησης, ότι δεν μπορούσε να γίνει τίποτε παραπάνω με την πυρκαγιά. Ότι έφταιγαν οι ισχυροί άνεμοι και η πολεοδομική αναρχία κι ότι η εκκένωση δεν μπορούσε να γίνει διότι οι φλόγες «έτρεχαν» με πολύ μεγάλη ταχύτητα.

Συγκεκριμένα, στη συνέντευξη αυτή, ο καθηγητής Γκόλνταμερ τόνισε πως:

  • η βασική αιτία της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι ήταν «η αλλοίωση του φυσικού τοπίου και η αλλαγή χρήσης γης», δηλαδή η αυθαίρετη δόμηση
  • δύο ταυτόχρονα εξελισσόμενες φωτιές στην Αττική δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν «διότι στο Μάτι η πυρκαγιά εξελίχθηκε εντός λίγων λεπτών»
  • με αυτούς τους ανέμους δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η πυρκαγιά
  • η εκκένωση στο Μάτι δεν θα μπορούσε να γίνει λόγω της ταχύτητας της φωτιάς
  • αυτό που πρέπει να γίνει είναι «να προσανατολιστούμε προς τις μεταβολές που φέρνει η κλιματική αλλαγή»

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ειδικός προχώρησε ένα βήμα παρακάτω, σημειώνοντας ότι «και στην Καλιφόρνια υπάρχουν νεκροί και 800 καμένα σπίτια»…

Πρόκειται επί της ουσίας για έναν καθηγητή, ειδικό στις φωτιές που έρχεται να αναλάβει μια ανεξάρτητη επιτροπή διερεύνησης της υπόθεσης, αλλά έχει ήδη αθωώσει τους πάντες και κυρίως την κυβέρνηση.

Πέραν της απόλυτης ταύτισης των απόψεων Γκόλνταμερ – κυβέρνησης για τις πυρκαγιές στην Ανατολική Αττική ερωτηματικά προκαλεί και η απόφαση επιλεχθεί ένας γερμανός καθηγητής, τη στιγμή που υπάρχουν εγχώριοι επιστήμονες εξίσου καλοί, αν όχι καλύτεροι, οι οποίοι θα μπορούσαν να αναλάβουν το έργο αυτό.

Για παράδειγμα ο Χρήστος Ζερεφός, επόπτης του Κέντρου Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών. Πρόκειται για έναν από τους πιο έγκριτους επιστήμονες που διαθέτει η χώρα μας.

Ωστόσο, οι απόψεις του έρχονται σε πλήρη αντιδιαστολή με το αφήγημα της κυβέρνησης για τον… στρατηγό άνεμο και την ευθύνη των πολιτών. Συγκεκριμένα ο κ. Ζερεφός είπε πως «η απουσία ενημέρωσης και ο κακός συντονισμός ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στην τραγωδία στο Μάτι».

Ο Χρήστος Ζερεφός «γκρεμίζει» το κυβερνητικό αφήγημα

Ο διακεκριμένος ακαδημαϊκός, ο όποιος μάλιστα είχε κληθεί την περασμένη εβδομάδα από τον πρωθυπουργό στο Μέγαρο Μαξίμου προκειμένου να συμβάλει με προτάσεις για το νέο σχεδιασμό της δασοπροστασίας, επεσήμανε στη συνέντευξη που παραχώρησε στον «Φιλελεύθερο» πως «οι εκτροπές της κυκλοφορίας νομίζω ότι δεν έγιναν συντονισμένα με την πυροσβεστική. Δεν δόθηκαν οι κατάλληλες οδηγίες ώστε οι άνθρωποι να μεταβούν, ασφαλώς προς τη σωτηρία, δηλαδή προς τη θάλασσα. Και εν πάση περιπτώσει, έπρεπε να ξαναγυρίσουν πίσω όσοι έρχονται από Αθήνα και αντίστοιχα να επιστρέψουν όσοι οδηγούσαν από Μαραθώνα».

Ο Χρήστος Ζερεφός είναι ένα διαυγές πνεύμα που έχει τιμηθεί με πολλές και σημαντικές διακρίσεις διεθνώς. Το 1979 έγινε διευθυντής του Κέντρου Φυσικής της Ατμόσφαιρας της Ακαδημίας Αθηνών και τον ίδιο χρόνο εκλέχτηκε καθηγητής Φυσικής της ατμόσφαιρας στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, απ’οπου παραιτήθηκε το 2002 για να αναλάβει την θέση του καθηγητή Γεωλογίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών.

Έχει δημοσιεύσει πλήθος εργασιών και έχει τιμηθεί πλείστες φορές για το επιστημονικό του έργο. Το 1979 τιμήθηκε με το Εμπειρίκειο βραβείο, το 1989 από το δήμο Θεσσαλονίκης, το 1998 με το βραβείο «Editor’s Citation for Excellence in Refereeing» από την Αμερικανική Γεωφυσική Ένωση και το 2007 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Επίσης είναι μέλος της Νορβηγικής Ακαδημίας Επιστημών και Γραμμάτων (1998), της Ακαδημίας επιστημών της Νέας Υόρκης (2000), της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών (2002), της Ομάδας Στρατηγικής για το Περιβάλλον της Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Ακαδημιών (EASAC) ενώ έχει διατελέσει διευθυντής του Παγκόσμιου Κέντρου Χαρτογράφησης Όζοντος του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, διευθυντής του εργαστηρίου ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος του ιδρύματος ιατροβιολογικών ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, πρόεδρος του πανεπιστημίου του Όσλο, γραμματέας της Διεθνούς επιτροπής όζοντος του ΟΗΕ (2002-), πρόεδρος της Βαλκανικής ένωσης φυσικών, διευθυντής και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (2005-). Το 2008 η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC), της οποίας είναι μέλος.

Τον Ιανουάριο και τον Απρίλιο του 2008 έλαβε από το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος του ΟΗΕ (UNEP) και τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) τιμητική διάκριση για τη συμβολή του στις επιστημονικές εκθέσεις της IPCC. Τέλος έχει τιμηθεί και με Νόμπελ Ειρήνης ως μέλος της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών.

Όλα τα παραπάνω δεν αρκούσαν στην κυβέρνηση, όταν έκανε την επιλογή του ανθρώπου που θα αναλάβει το έργο αυτό; Φαίνεται πως όχι…

Έτσι λοιπόν, το ερώτημα που γεννάται είναι γιατί η κυβέρνηση ανέθεσε σε έναν Γερμανό τη διερεύνηση των αιτιών της πυρκαγιάς και όχι σε κάποιον έλληνα επιστήμονα;

Για να μην υπάρξει -όπως είπε- «η παραμικρή υπόνοια για οποιαδήποτε πολιτική εξάρτηση ή μη ουδετερότητα της επιτροπής», ή γιατί είναι εκείνος που είπε όλα αυτά που ήθελε να ακούσει το Μαξίμου;