ΑΠΟΨΕΙΣ: Να παραιτηθούν από τις οργανώσεις της ομογένειας οι υποψήφιοι Ευρωβουλευτές

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου, βεβαίως και ομογενή, είναι το να υποστηρίζει κάποιο κόμμα στη γενέτειρα, να το ψηφίζει ή και να πολιτεύεται με αυτό. Αυτό είναι κανόνας σε κάθε Δημοκρατία.

Επομένως και η ομογενής από την Ιταλία,  Όλγα Νάσση, υποψήφια Ευρωβουλευτής με το ΣΥΡΙΖΑ, έχει κάθε δικαίωμα να συμμετέχει στις κομματικές εκδηλώσεις του κόμματος που ακολουθεί, να προβαίνει σε δηλώσεις υποστήριξής του, ακόμη και να καταφέρεται κατά των αντιπάλων του ή να επιδίδεται σε ανοικτή προπαγάνδα υπέρ των ιδεών και των θέσεων του κόμματός της.

Ωστόσο η Κα Όλγα Νάσση τυγχάνει να είναι πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων και Αδελφοτήτων της Ιταλίας. Όσο και να μας χαροποιεί το γεγονός ότι μία ομογενής είναι υποψήφια Ευρωβουλευτής στην πατρίδα, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το άλλο γεγονός της ιδιότητός της ως Προέδρου της σημαντικής αυτής ομογενειακής οργάνωσης. Εκτιμούμε, λοιπόν, ότι από την ώρα που αποφάσισε να διεκδικήσει έδρα στο Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο με ένα ελληνικό κόμμα, ορθό θα ήταν να έχει παραιτηθεί από τη θέση της προέδρου, ώστε να διαφυλαχθεί η ενότητα της Ομογένειας.

Άλλωστε αυτό αναπόδραστα θα συμβεί εάν η κυρία Όλγα Νάσση επιτύχει (όπερ και προσωπικά της ευχόμαστε)  να κερδίσει τη μία από τις 21 έδρες του Ευρω-Κοινοβουλίου, που αντιστοιχούν στην Ελλάδα.

Γιατί, λοιπόν, να επιμένει να διατηρεί  και τη θέση της προέδρου στην ομογένεια,  όταν  πολιτεύεται στην Αθήνα; Δεν σκέφτεται ότι μιλώντας εγκωμιαστικά για ένα κόμμα, εν προκειμένω τον ΣΥΡΙΖΑ, (ή και τη Νέα Δημοκρατία ή και όποιο άλλο κόμμα) διατηρώντας την ιδιότητα της Προέδρου των Ελληνικών Κοινοτήτων και Αδελφοτήτων της Ιταλίας, αυτομάτως εμπλέκει στην εκλογική διαμάχη και το σύνολο της ελληνικής παροικίας;

Κανείς δεν μπορεί να της αρνηθεί το δικαίωμα να νιώθει υπερήφανη, όπως δηλώνει,   για το γεγονός ότι «…βρίσκομαι στο χώρο της Αριστεράς, συνεχίζω την παράδοση της οικογένειάς μου. Είμαι και πάλι στη μάχη, και πάλι στο πλευρό του λαού, επιδιώκοντας λύσεις για μία πολύ κρίσιμη και πολύ επικίνδυνη στιγμή. Η σημαία μου τώρα, όπως και τότε, είναι ο αντιφασισμός». Ούτε μπορεί κανείς να της ζητήσει να μην εκδηλώνει την υπερηφάνεια της για το ότι  είναι εγγονή του προέδρου κι ενός εκ των ιδρυτών του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας και ανεξάρτητου βουλευτή συνεργαζόμενου με το ΚΚΕ Κώστα Νάσση.

Μπορεί ο καθένας, όμως, να της υπενθυμίσει τη ρήση «ή παπάς παπάς, ή ζευγάς ζευγάς». Ή θα είσαι, δηλαδή, Πρόεδρος των Κοινοτήτων και, επομένως, θα εκπροσωπείς χωρίς κομματική σφραγίδα το σύνολο της παροικίας ή θα είσαι υποψήφια ενός κόμματος και, επομένως, αποχωρείς από την προεδρία.

Όλοι λένε και αναγνωρίζουνε, πολιτικοί και μη, την ανάγκη η ομογένεια να μην κομματίζεται.  Είναι αυτό και ένα «επιχείρημα» εκείνων που αρνούνται να διευκολύνουν τους Απόδημους Έλληνες να ψηφίζουν από τον τόπο κατοικίας τους. Δεν συμφωνούμε σ΄ αυτό. Και όσο και αν ακούγεται οξύμωρο, είναι άλλο πράγμα να ψηφίζει ο Απόδημος Έλληνας το κόμμα της επιλογής του, και είναι εντελώς διαφορετικό ομογενής να είναι υποψήφιος με ένα κόμμα, ασκώντας, εξ ανάγκης, προπαγανδιστικό αγώνα υπέρ των απόψεών του, αντανακλώντας, ως εκ της θέσεώς του, τις απόψεις του επί της Ομογένειας.

Περιμένουμε, επομένως την άμεση παραίτηση της κυρίας Όλγας Νάσση από την προεδρία της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων και Αδελφοτήτων Ιταλίας, καθώς και οποιουδήποτε άλλου ομογενή ο οποίος ενδεχομένως θα είναι υποψήφιος με κάποιο ελληνικό κόμμα.

Βέβαια κάποιος μπορεί να αντιτείνει ότι η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε τροπολογία που επιτρέπει, πλέον σε βουλευτές να είναι συγχρόνως και υποψήφιοι ευρωβουλευτές, κάτι που μέχρι χθες ήταν αδιανόητο.  Και αυτό, όμως, είναι διαφορετικό από του να είσαι πρόεδρος ομογενειακής οργάνωσης και συγχρόνως να είσαι και υποψήφιος Ευρωβουλευτής.  Είναι ασυμβίβαστη η θέση του Προέδρου ομογενειακής οργάνωσης με αυτή του υποψηφίου ευρωβουλευτή, καθώς αυτό βάζει την Ομογένεια σε κίνδυνο αχρείαστων κομματικών αντεγκλήσεων.

Πέραν των άλλων η ανάμειξη στις ανάγκες του προεκλογικού αγώνα και η παρατεταμένη παραμονή του υποψηφίου στην Αθήνα, συνιστούν πραγματική αδυναμία του να επιτελέσει και τα καθήκοντά του (της) ως πρόεδρος της Οργάνωσης.