ΣΑΤΙΡΙΖΟΝΤΑΣ: Τον συνομιλητή του στο κινητό ή την μαγνητοφωνημένη «εντολή»;

Γράφει ο Χρήστος Μαλασπίνας

Μου συνέβη χθες το βράδυ γυρίζοντας, με το λεωφορείο, από το Σύνταγμα στον Πειραιά. Θα πείτε: Καλά να πάθω! Γιατί παίρνω λεωφορείο; Χάθηκαν τα ταξί;  Δεν χάθηκαν. Κοστίζουν.

Μπήκα, λοιπόν, στο λεωφορείο. Αν και είχε αρκετό κόσμο, κάθισα στο πρώτο κάθισμα δεξιά, φάτσα θέα! Το παραθυράκι πάνω απ΄ το κεφάλι μου ανοικτό. Ωραία, σκέφτηκα, έτσι θα αποφύγω και τον κοροναϊό, αν υποτεθεί ότι είναι …λαθρεπιβάτης.

Ξεκινήσαμε από την αφετηρία. Όλα καλά και ωραία. Κόσμος πολύς, το είπαμε αυτό. Έλα, όμως, που άκουγα και ένα “μπούρου μπούρου” από μπροστά κι αριστερά μου! Γυρίζω το κεφάλι να δω. Μια όμορφη κοπέλα. Τυλιγμένη στο κασκόλ της μέχρι τα μάτια, στέκονταν όρθια, πίσω και στο πλάι του οδηγού. Ανάμεσα στις πτυχές του κασκόλ της, ένα πράσινο φωτάκι αναβόσβηνε!  Είχε το κινητό της ανοικτό και σιγοψιθύριζε!

Μέχρι να το αντιληφθώ, διέκοψε το τηλεφώνημα. Αλλά το “μπουρου μπουρου” συνεχίζονταν, αυτή τη φορά με ανδρική φωνή! Μπα, κάνω,  άνδρας στα μπροστινά καθίσματα, μόνο ελόγου μου… Και ελόγου μου δεν μιλάω ποτέ –ή σχεδόν ποτέ- στο κινητό μέσα στα λεωφορεία. Όχι πως  έχω να λέω τα μυστικά του κράτους, αλλά τι φταίει ο καθένας  ν΄ ακούει τα οικογενειακά, τα ερωτικά και ό,τι άλλο σε δραματικό μας (σας) συμβαίνει;

Πάνω που μ΄ έτρωγε η αγωνία, με την άκρη του ματιού μου βλέπω τον οδηγό να προσπαθεί να στρίψει την «Γ» στροφή με το ένα, το δεξί του,  χέρι.  Το άλλο του χέρι, το αριστερό το είχε κοντά στο στόμα του. Κοιτάζω καλύτερα και βλέπω ότι κρατάει ένα κινητό και, μάλιστα, ότι είναι αυτός με το “μπουρου μπούρου”!

Ότι σκεφτόμουνα ότι γι αυτό πήρε άτσαλα τη στροφή και η χοντρή κυρία από πίσω αριστερά βρέθηκε με τη στροφή δεξί εξτρέμ, φτάνουμε στην πρώτη στάση. Ο οδηγός …ξεχνάει (υπέθεσα)  απ΄ τη συζήτηση ν΄ ανοίξει την μπροστινή πόρτα. Όσοι στέκονταν μπροστά στην κλειστή πόρτα,  μπαΐλντισαν  απ΄ την αναμονή και ότι ξεκίνησε σιγά-σιγά να τσουλάει το λεωφορείο, έσπευσαν στη μεσαία πόρτα, την χτύπησαν και μπήκαν μέσα!

Ο οδηγός, μιλώντας πάντα στο κινητό του, συνέχισε να οδηγεί με το δεξί του χέρι. Κάτι του είπε ο (η) συνομιλητής του, θύμωσε και με το δεξί χέρι του, που το σήκωσε απ το τιμόνι, άρχισε να χειρονομεί! Σκέφθηκα, θα έχει βάλει τον αυτόματο πιλότο!  Μπα, μέχρι να πω κιχ το λεωφορείο πήρε μια μικρή κλίση προς τα δεξιά… Βιαστικά βιαστικά ξανάβαλε το χέρι του στο τιμόνι και το λεωφορείο αγέρωχο επανήλθε στην ευθεία οδό! Δίχως άλλο απρόοπτο φτάσαμε στην δεύτερη στάση.

Μια νεαρή κοπέλα βρέθηκε τη φορά αυτή μπροστά στην κλειστή μπροστινή πόρτα. Μπα, σκέφθηκα, θα είναι χαλασμένη! Αμ δε! Η κοπελίτσα πριν αποφασίσει να πάει σε πίσω πόρτα, χτύπησε με το χέρι της την μπροστινή πόρτα. Σαν να τον τίναξε ηλεκτρικό ρεύμα, ο οδηγός πάντα με το δεξί χέρι –το άλλο κρατούσε πάντα το κινητό στ΄αυτί του- πάτησε το μπουτόν και ως εκ θαύματος άνοιξε η μπροστινή πόρτα!

Στην επόμενη στάση, ο οδηγός είχε κλείσει το κινητό και τώρα οδηγούσε με τα δυο του χέρια πάνω στο τιμόνι. Δόξα τω Θεώ, σκέφθηκα. Θα ανοίξει και την μπροστινή πόρτα. Πως το θέλατε; Η μπροστινή πόρτα παρέμεινε ερμητικά κλειστή και στην επόμενη στάση. Εκείνη ακριβώς την ώρα, σαν από σατανική σύμπτωση, η μαγνητοταινία που παίζει στα ΜΜΜ  άρχισε να σκούζει: «Η είσοδος στο λεωφορείο επιτρέπεται ΜΟΝΟ από την μπροστινή πόρτα»! Και ΟΛΟΙ οι επιβάτες, πλην της δεσποινίδος που χτύπησε, είχαν μπει από τις πίσω πόρτες! Όχι επειδή εμείς οι πολίτες, είμαστε  -που είμαστε, και λόγος να μην γίνεται- ανυπάκουοι, αλλά επειδή ο οδηγός εννοούσε να μην ανοίγει την μπροστινή πόρτα! Του ερχότανε πιο εύκολες προφανώς οι άλλες πόρτες!

Καλά, ας πούμε ότι κανείς δεν του είπε ότι οι επιβάτες μπαίνουν πλέον από μπροστά «και μετακινούνται στο βάθος του οχήματος». Την ταινία που παίζει μέσα στο λεωφορείο του δεν έτυχε να την ακούσει ποτέ;

Αλλά θα πείτε, και άδικο δεν θάχετε,  τι να πρωτ΄ ακούσει ο χριστιανός!  Τον συνομιλητή του στο κινητό ή την μαγνητοφωνημένη «εντολή»;