Το αμερικανικό “Εμπάργκο” του 1975 κατά της Τουρκίας υπό το φως της επιρροής της Ομογένειας-ΜΕΡΟΣ Α΄

Επιμέλεια ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑΣ

Αθήνα.- Με αφορμή την προωθούμενη από το Υπουργείο των Εξωτερικών Τροπολογία του Κανονισμού Λειτουργίας του, που, ως γνωστόν πλέον από τα αλλεπάλληλα σχετικά δημοσιεύματα της  Panhellenic Post, αλλά και τις έντονες αντιδράσεις ομογενειακών οργανώσεων και επωνύμων ομογενών, που εκδηλώνονται εξακολουθητικά με επιστολές τόσο προς τον Πρωθυπουργό  Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και τους συναρμόδιους Υπουργούς και άλλους Υπηρεσιακούς παράγοντες,  στο άρθρο 86 προβλέπει τη συγχώνευση της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού, με άλλες Δημόσιες  Υπηρεσίες, και επειδή εκτιμούμε ότι αυτό θα υποτιμήσει έως και θα καταργήσει την ΓΓΑΕ -το μόνο, εντούτοις, θεσμικό παράγοντα με τον οποίο μπορεί να έρθει σε επαφή ο Απόδημος Ελληνισμός-  και επειδή μία εκτίμηση είναι ότι αυτό συμβαίνει και διότι  το εθνικό κέντρο δεν έχει εισέτι αντιληφθεί την αξία του ομογενειακού παράγοντα στο εξωτερικό σε ό,τι τουλάχιστον αφορά τις εξελίξεις επί των εθνικών μας θεμάτων,  θα παραθέσουμε εδώ συνοπτικά το χρονικό της επιβολής «Εμπάργκο», στην πώληση στρατιωτικού Υλικού από τις ΗΠΑ προς την  Τουρκία,  το 1974.

Τα στοιχεία προέρχονται από ανέκδοτη εισέτι εργασία του πρώην εκδότη-Διευθυντή (1947-1977) του «Εθνικού Κήρυκα» Μπάμπη Μαρκέτου,  και η οποία φυλάσσεται στο αρχείο του, μέρος του οποίου βρίσκεται, με τη θέλησή του εκλιπώντος και την συγκατάθεση της εν ζωή συζύγου του,  Αθανασίας Μαρκέτου,  και εις χείρας του γράφοντος.

Ο Ελληνοαμερικανός Ομοσπονδιακός Γερουσιαστής Πωλ Σαρμπάνης, γνωστός αγωνιστής για τα εθνικά μας δίκαια (αριστερά) με τον Μπ. Μαρκέτο, σε επίσκεψή του στα γραφεία του Εθνικού Κήρυκα το 1974.

Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι να ριχθεί φως στις πραγματικές δυνατότητες που έχει η ελληνοαμερικανική –εν προκειμένω- και κάθε άλλη ομογενειακή παροικία σε αναλογία,  να επηρεάσουν τη λήψη σημαντικών αποφάσεων υπέρ των ελληνικών συμφερόντων αν υπάρχει αφενός μεν ισχυρή ομογενειακή ηγεσία και, αφετέρου ισχυροί δεσμοί με το εθνικό κέντρο. Ένα εθνικό κέντρο, όμως, που θα έχει επίγνωση και θα αναγνωρίζει τη δύναμη της ομογένειας, προς την οποία και θα διαθέτει όλες εκείνες τις απαραίτητες προϋποθέσεις  για να μπορεί αυτή να ασκεί -όταν αυτό είναι πολλαπλώς συμβατό- την αποτελεσματική της παρέμβαση-επιρροή.

Και το κάνουμε αυτό, διότι, δυστυχώς, η πραγματική Ιστορία της Ομογένειας δεν έχει εισέτι γραφτεί στην Ελλάδα. Ελπίζουμε μετά τη δημοσίευση, κάποιοι να γίνουν σοφότεροι και να αναθεωρήσουν τις αποφάσεις τους.

Εισαγωγή

Εισαγωγικά να πούμε ότι  η επιβολή του «Εμπάργκο» και η μάχη που για λογαριασμό της Κύπρου, αλλά, ναι, και της Ελλάδος και των Ελληνο-Αμερικανών, σιγά-σιγά αναπτύχτηκε  μεταξύ του Κογκρέσου και της εκτελεστικής εξουσίας για να λάβει τις ιστορικές διαστάσεις που έλαβε και που δεν είχαν μέχρι τότε προηγούμενο επί υποθέσεως με αφορμή τις αντιδράσεις μιας μειονότητας (της ελληνοαμερικανικής) που ουσιαστικά δεν ξεπερνούσε αριθμητικά το 2% του πληθυσμού των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

Δεν θα αναφερθούμε στα θρυλούμενα ποιοι και πως  απλοί ομογενείς σκέφθηκαν να εμπλέξουν το Κογκρέσο και την Αμερικανική νομοθεσία στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Και τούτο διότι οι απόψεις διίστανται.  Φαίνεται, πάντως, ότι  επικοδομητικό ρόλο, σ΄αυτό, διεδραμάτισε, αρχικά,  και ο προσφάτως εκλιπών ομογενής πρ. βοηθός Υπουργός Οικονομικών του Φόρντ,  Τζιν Ρωσσίδης. Θα ξεκινήσουμε από τα αναμφισβήτητα ντοκουμέντα. Αντιγράφουμε από την εργασία του ΜΠΑΜΠΗ ΜΑΡΚΕΤΟΥ, που έζησε από πρώτο χέρι (πρωταγωνιστικά) τα ιστορικά εκείνα γεγονότα της περιόδου 1974 – 1975.

Η επιβολή του Εμπάργκο

Όλα ξεκίνησαν στις 4 Αυγούστου 1974, οι πέντε (σ.σ. τότε) ελληνικής καταγωγής  Αμερικανοί Βουλeυτές, J. Brademas, P. Kyros, Gus Yatron, Paul Sarbanes και b. Bafalis, με την έντονη παρασκηνιακή υποστήριξη και προτροπή ελληνοαμερικανικών οργανώσεων και του Εθνικού Κήρυκα,  πέτυχαν να κατατεθεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων σχέδιο ψηφίσματος που υπέγραφαν 83 Αμερικανοί βουλευτές,, και με το οποίο εζητείτο «…να αποσυρθούν από την Κύπρο όλες οι ξένες στρατιωτικές δυνάμεις…».  Αυτή υπήρξε η πρώτη συγκεκριμένη ενέργεια προς την κατεύθυνση του Κογκρέσου.

Συγχρόνως, ο Γερουσιαστής Χένρυ Τζάκσον έστειλε επιστολή στον Πρόεδρο Φόρντ στην οποία έγραφε: « Θεωρώ ότι επιβάλλεται επειγόντως να χρησιμοποιήσει η Κυβέρνησή μας τα εις την διάθεσή της πολιτικά και διπλωματικά  μέσα για να ωθήσει τους Τούρκους να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών».

Στις 22 Αυγούστου οι Γερουσιαστές Αβραάμ Ρίμπικοφ και Εντ. Κένεντυ, υπέβαλαν στην γερουσία σχέδιο ψηφίσματος με το οποίο ζητούσαν να διακοπή η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς την Τουρκία.

Στις 24 Σεπτεμβρίου, ο παλιός φίλος της Ελλάδας, βουλευτής Β. Rosenthal, εβραϊκής καταγωγής από την Νέα Υόρκη, και ο βουλευτής Dupont εισήγαγαν τροπολογία στο νομοσχέδιο στρατιωτικής βοήθειας, η οποία προέβλεπε την εξαίρεση της Τουρκίας από τα συνεχιζόμενα προγράμματα, με το αιτιολογικό ότι η Τουρκία είχε παραβιάσει την αμερικανική νομοθεσία με την χρησιμοποίηση των όπλων για κατακτητικούς σκοπούς. Η τροπολογία  Rosenthal ενεκρίθη από την ολομέλεια της Βουλής με ψήφους 307 έναντι 90.

Στις 30 Σεπτεμβρίου, αντίστοιχη τροπολογία που είχε  καταθέσει ο Γερουσιαστής Τόμας Ήγκλετον, καίτοι κάπως αυστηρότερη, ενεκρίθη από την Γερουσία με την καταπληκτική πλειοψηφία των 57 ψήφων έναντι 20.

Την 1η Οκτωβρίου ο Φόρντ δήλωσε ότι θα ασκούσε το δικαίωμα αρνησικυρίας (σ.σ. βέτο) εάν τα δύο Σώματα του κογκρέσου περιελάμβαναν την ενοχλητική τροπολογία στο τελικό κείμενο του νομοσχεδίου της στρατιωτικής βοήθειας.

Όταν τα δύο νομοσχέδια (Βουλής και Γερουσίας) εστάλησαν στην ειδική κοινή επιτροπή των δύο Σωμάτων για την εξομάλυνση των διαφορών, η κοινή επιτροπή εδέχθη μια τροπολογία που ουσιαστικά ανέθετε στον πρόεδρο εν λευκώ να αποφασίσει για την διακοπή της βοήθειας εκτός εάν η Τουρκία «καλοπίστως» συνέβαλε στη λύση του Κυπριακού.

Την επομένη η Βουλή απέρριψε την περί «καλής πίστεως» τροπολογία και ενέκρινε με ψήφους 291 έναντι 69 μια άλλη τροπολογία που έθετε ως προϋπόθεση την πραγματοποίηση «ουσιαστικής προόδου» στις διαπραγματεύσεις επί του Κυπριακού προτού αποκατασταθεί η βοήθεια.

Στις 9 Οκτωβρίου η Γερουσία με 62 ψήφους έναντι 16 ενέκρινε μία τροπολογία ανάλογη με εκείνη της Βουλής.

Πάνω στο σημείο αυτό, ο αρχηγός της Δημοκρατικής πλειοψηφίας Γερουσιαστής Μάσφηλντ εισήγαγε δική του τροπολογία η ποία προέβλεπε να μην διακοπεί η βοήθεια μέχρι της 15ης Δεκεμβρίου 1974. Η Γερουσία απεδέχθη την τροπολογία Μάσφηλντ, με ψήφους 40 έναντι 35.

Η Βουλή απέρριψε  με ψήφους 187 έναντι 171 μία τροπολογία ανάλογη με την τροπολογία Μάσφηλντ, αλλά το αποτέλεσμα έδειχνε ότι  αν ο Πρόεδρος Φόρντ ασκούσε το Δικαίωμα της Αρνησικυρίας, δεν υπήρχε η απαιτούμενη πλειοψηφία των δύο τρίτων για να ανατραπεί το προεδρικό  «βέτο».

Στις 12 Οκτωβρίου ο Πρόεδρος Φορντ άσκησε το «βέτο».

Μετά τρεις μέρες, το απορριφθέν νομοσχέδιο ετέθη εκ νέου σε ψηφοφορία στη Βουλή, με την παρότρυνση της ελληνοαμερικανικής παροικίας προς τους φιλελληνικούς κύκλους. Το αποτέλεσμα ήταν 223 υπέρ της διακοπής και 125 εναντίον.

Για μία ακόμη φορά ο Ρόζενθαλ εισήγαγε τροπολογία για την διακοπή της βοήθειας. Η τροπολογία ενεκρίθη με ψήφους 194 έναντι 144

Στην γερουσία ο Μάσφημντ εισήγαγε και πάλι την τροπολογία του για  την αναβολή της διακοπής μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου. Η Γερουσία την απέρριψε με 40 ψήφους έναντι 27.

Εν συνεχεία, ο γερουσιαστής Ήγκλετον εισήγαγε τροπολογία ανάλογη με εκείνη του Ρόζενθαλ. Η Γερουσία την ενέκρινε με ψήφους 45 έναντι 23.

Όταν το νομοσχέδιο εστάλη στον Λευκό Οίκο με τις επίμαχες τροπολογίες, ο Πρόεδρος άσκησε το βέτο για δεύτερη φορά στις 17 Οκτωβρίου 1974. Η ψηφοφορία στην Βουλή την ίδια μέρα απέδωσε 161 υπέρ και 83 εναντίον. Δεν ήταν και πάλι η πλειοψηφία αρκετή για να ανατρέψει το προεδρικό βέτο.

Ύστερα από πυρετώδεις διαπραγματεύσεις επήλθε μια συμβιβαστική συμφωνία. Βάσει της νέας τροπολογίας που έγινε γενικά αποδεκτή, ανεβάλλετο η διακοπή της βοήθειας μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου, εκτός εάν η Τουρκία παραβίαζε την εκεχειρία στην Κύπρο, προέβαινε  σε αύξηση των δυνάμεών της στο νησί ή μετάφερε εκεί «πολεμικά μέσα» ήτοι πυροβόλα, άρματα μάχης ή πυρομαχικά, οπότε θα διεκόπτετο αυτομάτως. Η συμβιβαστική τροπολογία ενεκρίθη με ψήφους 191 έναντι 33. Επακολούθησε «δια βοής» έγκριση στη Γερουσία. Με την υπογραφή του Προέδρου το νομοσχέδιο έγινε νόμος.

Όταν εξέπνευσε και η παράταση της 10ης Δεκεμβρίου, χωρίς να σημειωθεί πρόοδος στην επίλυση του Κυπριακού, το θέμα της βοήθειας επανήλθε στο Κογκρέσο.  Ο Λευκός Οίκος χρησιμοποίησε όλη την επιρροή του, με ειδικούς απεσταλμένους στον λόφο του Καπιτωλίου. Το κεντρικό επιχείρημα ήταν ότι οι διπλωματικές προσπάθειες που κατεβάλλοντο από τα ενδιαφερόμενα μέρη και από το Στεητ  Ντιπάρτμεντ χρειάζονταν περισσότερο χρόνο για να καρποφορήσουν. Το Κογκρέσο υπό τις αφόρητες πιέσεις, απεδέχθη την άποψη αυτή και παρέτεινε την προθεσμία μέχρι τις 5 Φεβρουαρίου 1975.

Το Κογκρέσο διέκοψε τελικά τη βοήθεια στις 4 Φεβρουαρίου  1975. Και έτσι, άρχισε το Εμπάργκο>>. (Κλείνουν εδώ τα αποσπάσματα από την ανέκδοτη εργασία του Μπάμπη Μαρκέτου).

ΣΧΟΛΙΟ PANHELLENIC POST: Είδαμε στα αποσπάσματα που προτάξαμε το πώς είναι δυνατόν μια μικρή αλλά ισχυρή εθνική ομάδα στις ΗΠΑ να επηρεάσει σημαντικές αποφάσεις διεθνούς εμβέλειας, εάν η αντίδρασή της  εδράζεται, όπως και πρέπει, πάνω στην αμερικανική νομοθεσία.  Αύριο θα παραθέσουμε το ημερολόγιο της άρσης του Εμπάργκο το οποίο έχει ακόμη μεγαλύτερη πολιτική και εθνική αξία και από αυτήν τούτη την επιβολή του “εμπάργκο” , για λόγους που από όσα θα παραθέσουμε θα καταστούν αυτονόητοι,  αλλά και τους οποίους και διεξοδικά θα αναπτύξουμε και θα εξηγήσουμε.

ΑΥΡΙΟ:  Η άρση του Εμπάργκο. Μέρος Β’

Φωτογραφία πρώτης σελίδας: Μπάμπης Μαρκέτος -Τζιν Ρωσσίδης