Επί των στοχεύσεων του κ. Ελπιδοφόρου

ΑΝΑΛΥΣΗ

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Οι αλλεπάλληλες συνεντεύξεις του Αρχιεπισκόπου κ. Ελπιδοφόρου, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους από της ενθρονίσεως του στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής, ας αποδοθούν στην επιθυμία των εγχωρίων και των ελληνικών ΜΜΕ να φιλοξενήσουν τις θέσεις και τις απόψεις του νέου «πνευματικού ηγέτη της ομογένειας». Είναι αυτή η φιλικότερη προς το πρόσωπό Του εκδοχή. Η πλέον πρόσφατη από αυτές, στην ανταποκρίτρια της ΕΡΤ στην Ουάσιγκτον, είναι αποκαλυπτική.

Στην συνέντευξη αυτή, γνωρίσαμε  κάποιες «αθέατες» πλευρές των σκέψεων του Αρχιεπισκόπου  κ. Ελπιδοφόρου, άγνωστες ως τα σήμερα,  τουλάχιστον σ΄ όσους δεν βρίσκονται στο περιβάλλον Του. Όπως αίφνης, ότι επιθυμεί να γίνει «ο φυσικός ηγέτης του ελληνοαμερικανικού λόμπι», αλλά και «Εθνάρχης» ασχολούμενος και με «τα εθνικά θέματα της Ελλάδος και του Έθνους». Φιλόδοξος διπλός στόχος, πέρα και μακριά, όμως, από τα κυρίως καθήκοντά του, που είναι, και πρέπει να παραμείνουν, αμιγώς πνευματικά και θρησκευτικά.

Θα μπορούσε κανείς να θυμίσει,  καλοπροαίρετα, στον Αρχιεπίσκοπο ότι «ηγέτες» και «εθνάρχες» αναδεικνύονται από τα έργα τους και δεν καθιερώνονται με τους λόγους ή τις συνεντεύξεις τους.  Ωστόσο αυτό, στην προκειμένη περίπτωση,  είναι το έλασσον. Το μείζον, είναι η εσφαλμένη προοπτική δράσης που δίνει στην διανύουσα τα πρώτα της ακόμα βήματα Ποιμαντορία του, σ΄ αυτήν την ξεχωριστή Επαρχία του Οικουμενικού Θρόνου, που είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Οι οποίες φιλοξενούν το πλέον πολυάριθμο, οικονομικά εύρωστο και πολιτικά δυναμικό κομμάτι του Απόδημου Ελληνισμού.

Σε πολλούς, η συμμετοχή του Αρχιεπισκόπου, κ. Ελπιδοφόρου, στην πορεία διαμαρτυρίας για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, θύμισε ανάλογη, μεγαλύτερης όμως κλίμακας ενέργεια του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Ιακώβου, όταν έλαβε την τολμηρή απόφασή του να βαδίσει στο πλευρό του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στις 15 Μαρτίου του 1965 στην πόλη Σέλμα της Αλαμπάμα, υπερασπιζόμενος τα δικαιώματα των μαύρων.

Ο Ιάκωβος , αξίζει να θυμηθούμε, έμεινε στην ιστορία, ως μια ισχυρή μεν, εν μέρει και αμφιλεγόμενη, όμως, προσωπικότητα.  Απόκτησε φανατικούς φίλους, αλλά και ορκισμένους εχθρούς, τόσο στην Αμερική όσο και στη γενέτειρα.  Ακριβώς διότι –όπως σήμερα ο Ελπιδοφόρος- διεκδίκησε και εργάστηκε  και εκείνος για να είναι «Εθνάρχης» και όχι απλός Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής, όπως ήταν ο πανίσχυρος τότε θρόνος,  πριν (ατυχώς)  τον διαμελίσει ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος…

Ωστόσο, είναι αυτό που ζητάει σήμερα  η ομογένεια  από τον Ιεράρχη της; Θέλει τον Ποιμενάρχη της να έχει ανάμειξη στην πολιτική ζωή των αποδήμων και της Ελλάδας;  Θέλει να τον βλέπει επικεφαλής πορειών για τα εθνικά θέματα;  Επιθυμεί να τον βλέπει επικεφαλής διαδηλώσεων υπέρ των ίσων δικαιωμάτων των μαύρων;  Αλλά τώρα που το θύμα της αστυνομικής βίας είναι ομογενής; Πως και δεν τέθηκε και πάλι επικεφαλής πορείας διαμαρτυρίας κατά της αστυνομικής βίας εναντίον του άτυχου Γιώργου Ζαπάντη; Και γιατί προτίμησε απλώς να επισκεφθεί και να συλυπηθεί τη μητέρα του άτυχου ομογενή; Κατανοητοί οι λόγοι, αλλά είναι ακριβώς αυτοί οι ίδιοι λόγοι οι οποίοι  –κατά την άποψή μας-   δεν συνάδουν με την επιθυμία Του (ή του Φαναρίου;) να είναι «η Αρχιεπισκοπή Αμερικής η φυσική ηγεσία του ελληνοαμερικανικού λόμπι».

Ο Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής Μιχαήλ καθιέρωσε την παρουσία των Αρχιεπισκόπων στην Τελετή ορκωμοσίας των Αμερικανών Προέδρων. Που ισχύει μέχρι και σήμερα. Αλλά εκεί ο εκάστοτε Αμερικανός Πρόεδρος , όπως και στην Τελετή για την Ελληνική Ανεξαρτησία στον Λευκό Οίκο, αποδίδει τιμή στην Ελλάδα και τις πανανθρώπινες αξίες που εκπορεύτηκαν από αυτήν.  Είναι με άλλα λόγια, καθαρά και οι δύο εκδηλώσεις απολιτικές συνάξεις. Πέραν τούτων δεν είδαμε κάποιον Πρόεδρο της Αμερικής να προσκαλεί προς σύσκεψη επί ομογενειακών ή αμερικανικών θεμάτων ή και ελληνικών ακόμη ζητημάτων,  στον Λευκό Οίκο τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο…

Την πολιτική τέχνη μπορούν να ασκήσουν  (όταν και όσες το καταφέρνουν)  οι μεγάλες ομογενειακές Οργανώσεις, όπως η AHEPA. Όπως η ΠαΔΕΕ και όπως το αλήστου μνήμης ΣΑΕ. Πολιτικές θέσεις μπορούν και πρέπει να παίρνουν ομογενείς πολιτευτές και πολιτικοί. Ομογενειακοί παράγοντες Οργανώσεων. Επικεφαλείς εθνικοτοπικών και άλλων ομογενειακών οργανώσεων, όπως το Hellenic Congress of America.

Αλλά και στο δεύτερο σκέλος της αρχιεπισκοπικής επιθυμίας,  «να κινηθούμε προς πάσα κατεύθυνση σε συνεργασία με την Ελλάδα και την Κύπρο για να στηρίξουμε τα συμφέροντα της πατρίδας και του έθνους» οι ενστάσεις είναι πολλές. Διότι όσο ενεργητικότερη και αποδοτικότερη είναι η προσπάθεια που θα καταβάλουν προς αυτήν την κατεύθυνση η Αρχιεπισκοπή και ο Αρχιεπίσκοπος, τόσο θα απομακρύνονται από το Πνευματικό-θρησκευτικό τους καθήκον. Εξάλλου,  χρειάζεται, στο σημείο αυτό, ιδιαίτερη προσοχή καθώς εξακολουθεί πάντα να ισχύει ο αμερικανικός Νόμος για ομάδες ή άτομα που ασκούν “λόμπι” για τα συμφέροντα άλλων κρατών…

Από την άλλη πλευρά, μπορεί να συνέπεσε η Επέτειος των 200ων ετών από το 1821, δεν ζούμε, όμως,  ανάλογες επαναστατικές συνθήκες. Σήμερα, το σωστό και το πρέπον είναι το τοπικό σωματείο, ο σύλλογος, η Ομοσπονδία, να βρίσκονται  μπροστά από την Εκκλησία. Στο δίλημμα σταυρός ή σημαία προκρίνεται το  πρώτο να ακολουθεί στενά το δεύτερο.  Και, όπως άφησε παρακαταθήκη ο αλησμόνητος εκδότης-ηγέτης της ομογένειας, Μπάμπης Μαρκέτος, στο βιβλίο του  «Οι Ελληνοαμερικανοί»:  «Σε μία χώρα όπως είναι η Αμερική, όπου το κράτος είναι σαφώς χωρισμένο από τη θρησκεία, δεν νοείται ρόλος εθνάρχη στον Αρχιεπίσκοπο, ο οποίος πρέπει να είναι  ο πνευματικός ηγέτης. Όχι όμως και ο πολιτικός αρχηγός.  Ο συνδυασμός θα ταίριαζε σε υπόδουλη χώρα και υπόδουλους κατοίκους. Όχι σε ελεύθερους πολίτες».

Ο Αρχιεπίσκοπος Επιφάνειος, το πάει και λίγο «μακρύτερα» το θέμα της διεκδικούμενης εθνικής υπόστασης της Αρχιεπισκοπίας Του. Λέει, αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά:  «Σε όλες τις κινήσεις του το Πατριαρχείο και η Αρχιεπισκοπή κινούνται στην κατεύθυνση της ειρήνευσης. Η ειρήνη είναι προς το συμφέρον όλων μας».  Τι σημαίνει αυτό;  Ότι  ο κ. Ελπιδοφόρος εμπλέκει  στην διεκδικούμενη  «εθνική δράση»  της Αρχιεπισκοπής Αμερικής και το Οικουμενικό Πατριαρχείο!  Αν δε ήθελε συνδυαστεί αυτό και με την άλλη αποστροφή του λόγου του κ. Ελπιδοφόρου (στην ίδια πάντα συνέντευξη)  σχετικά με την προκλητικότητα της Τουρκίας, ότι: «οι οξύνσεις, οι συγκρούσεις, η επιθετικότητα, ο πόλεμος δεν είναι κάτι που επιδιώκουμε εμείς οι Έλληνες αλλά το αποφεύγουμε. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι θα είμαστε υποχωρητικοί σε ζητήματα τα οποία αποτελούν κόκκινη γραμμή για τον ελληνισμό. Το ότι είμαστε φιλειρηνικοί δεν σημαίνει ότι είμαστε δειλοί ή λιγότερο γενναίοι αν χρειαστεί», ορίστε, λοιπόν, που  η Αρχιεπισκοπή Αμερικής –και μέσω αυτής το Φανάρι- διεκδικούν όχι μόνο να στηρίζουν και να προωθούν τα εθνικά θέματα, αλλά να χαράσσουν και την «εξωτερική πολιτική» της Ελλάδος, θέτοντας, μάλιστα, και δικές τους «κόκκινες γραμμές»!

Ασφαλώς  η ομογένεια πρέπει να διατηρεί στον ανώτατο δυνατό βαθμό την ελληνικότητά της, παράλληλα, όμως, με την ανάπτυξη ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τα αμερικανικά κοινά. Η απόκτηση της αμερικανικής υπηκοότητας από όσους Ελληνοαμερικανούς το επιτρέπουν οι προϋποθέσεις που θέτει η αμερικανική νομοθεσία, σε τίποτε δεν θα βλάψει το πρώτο συστατικό της ιδιότητος, ενώ συγχρόνως η δύναμη της αμερικανικής ψήφου (για τους ελληνικής καταγωγής Αμερικανούς)  θα μεταφράζεται σε πολιτική επιρροή της Ελλάδος. Και αυτό, όμως, δεν μπορεί και δεν πρέπει να το προπαγανδίζουν προς τα έξω η Εκκλησία και οι Ιεράρχες της. Ούτε ακόμη και όταν το πράττουν!

Ναι, πρέπει, επομένως,  να συσφιχθούν ακόμη περισσότερο οι δεσμοί των Αποδήμων με το μητροπολιτικό κέντρο. Ενωμένοι οι δύο αυτοί κρίκοι αποτελούν το υγιές κύτταρο του Ελληνισμού. Μακριά και πέρα από κομματικές γραμμές και κυβερνητικές οριοθετήσεις.  Και σε αυτή την γραμμή, πολλά έχει και μπορεί να προσφέρει ο εκάστοτε Πνευματικός Ηγέτης των Ελληνοαμερικανών, όπως και όλων των Επαρχιών του Οικουμενικού Πατριαρχείου,  ασκώντας επιμελώς τα Πνευματικά και τα  θρησκευτικά τους καθήκοντα.

Άλλωστε η μικρή Ελλάς, καθώς ευρίσκεται στο σταυροδρόμι στρατηγικών και επικίνδυνων ατραπών, δεν θα μείνει ποτέ ήσυχη από τους άσπονδους «φίλους» της.  Δίχως να παραγνωρίζουμε τους παραδοσιακούς δεσμούς φιλίας μεταξύ Ελλάδος και Αμερικής, αντιλαμβανόμαστε  ότι αναπόφευκτα θα υποφέρουν αυτοί οι δεσμοί κάθε φορά που η δεύτερη θα κάνει τις επιλογές της με βάση τα δικά της πολιτικό-στρατιωτικό-γεωγραφικά συμφέροντα, τα οποία η ίδια (δυστυχώς το έχει δείξει αρκετές φορές στο παρελθόν) κρίνει ότι γέρνουν προς την πλευρά της εξ ανατολών Γείτονος.

Μόνη δύναμη ισχυρή και ικανή να ισοζυγίσει τα ζύγια, δεν είναι η Αρχιεπισκοπή, αλλά η ενωμένη Ομογένεια, οι οργανώσεις της και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι, με την επιρροή (ψήφων) που μπορούν να ασκήσουν στο Κογκρέσο και τη Γερουσία, ακόμη και στο Λευκό Οίκο, αλλά, σε τελευταία ανάλυση και στην αμερικανική κοινή γνώμη, με την οποία βρίσκονται σε άμεση καθημερινή σχέση και συνάφεια που πολλές φορές ξεπερνά την επαγγελματική και κατατείνει στην ανθρώπινα φιλική, και κοινωνική  συναναστροφή, στην γειτονιά και στο σπίτι.

Σε τελευταία ανάλυση,  κατανοούμε την διάθεση του νέου Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Ελπιδοφόρου να αναβαθμίσει το ρόλο και το έργο της  Αρχιεπισκοπής Αμερικής. Και είναι θεάρεστο το γεγονός ότι, όπως ο ίδιος δήλωσε,  έχει να ασχοληθεί -πέραν των πνευματικών και θρησκευτικών ζητημάτων-  και με τα  θέματα του Αγίου Νικολάου, της Θεολογικής Σχολής της Βοστώνης και του Συνταξιοδοτικού Ταμείου των Κληρικών. Αν σ΄αυτά ήθελε προστεθεί το Φιλόπτωχον και ανθρωπιστικόν Έργο της Εκκλησίας, ιδιαίτερα χρήσιμο και απαραίτητο τούτες τις χαλεπές ημέρες της φονικής Πανδημίας του νέου Κοροναϊού,  ξανοίγεται μπροστά Του ένα ευρύ πεδίον δόξης λαμπρό!