Η άγνωστη ιστορία της ελληνικής παροικίας στον Λίβανο

Με δύο υποσχέσεις αποχαιρέτησε πριν από δεκαέξι χρόνια τον αγαπημένο του παππού, Παύλο Μαζίτζη, ο 32χρονος Ελληνολιβανέζος δημοσιογράφος George Eid. «Υποσχέθηκα ότι δεν θα άφηνα να λησμονηθούν οι κακουχίες που πέρασε μέχρι να φτάσει στη Βηρυτό και ότι θα αναζητούσα την υπόλοιπη οικογένειά στην Ελλάδα», διηγείται τηλεφωνικά στην «Κ» από τον Λίβανο ο George. Πιστός στις παραπάνω δεσμεύσεις ο νεαρός ομογενής παρουσιάζει στα τέλη του μήνα ντοκιμαντέρ για την ελληνική κοινότητα του Λιβάνου, το οποίο πραγματοποίησε υπό την αιγίδα του Ελληνα πρέσβη στον Λίβανο, Θεόδωρου Πάσσα και του Λιβανέζου υπουργού Πολιτισμού Ghattas Κhoury. «Η οικογένειά μου, όπως και οι περισσότερες ελληνικές οικογένειες, έφτασε εδώ κατευθείαν από τη φλεγόμενη Σμύρνη του 1922», περιγράφει. «Ο προπαππούς μου, προκειμένου να σώσει την οικογένεια, πλήρωσε για να μεταφερθούν με εμπορικό πλοίο που έπιανε Χαλέπι (Συρία) και μετά Βηρυτό». Το ελληνικό στοιχείο, βέβαια, προϋπήρχε στην αραβική χώρα, η οποία ανήκε επίσης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Από τη Μικρασιατική Καταστροφή και τούδε η ελληνική κοινότητα εμπλουτίστηκε με πληθυσμό από τη Σμύρνη και την Αλεξανδρέττα, φτάνοντας να αριθμεί 30.000 άτομα.

Aρμονική συνύπαρξη

Οπως γλαφυρά περιγράφουν οι απόγονοι των Μικρασιατών προσφύγων στο ντοκιμαντέρ «Kalimera from Beirut», οι Ελληνες που εγκαταστάθηκαν ήλπιζαν ότι θα ήταν περαστικοί από τoν Λίβανο και δεν έκαναν μακροπρόθεσμα σχέδια, δεν μάθαιναν, π.χ., τη γλώσσα. Συν τω χρόνω, όμως, συνειδητοποίησαν ότι θα ρίζωναν εκεί. «Ο προπαππούς μου ίδρυσε το 1926 ένα από τα πρώτα εργοστάσια παπουτσιών στη χώρα, από όπου προμηθευόταν ο στρατός της Ιορδανίας». Η οικογένεια Μαζίτζη ήταν μία από τις πολλές Ελλήνων που χάραξαν μια λαμπρή επαγγελματική πορεία. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι στο λεξιλόγιο έχουν ενσωματωθεί οι εκφράσεις «ελληνικό ψυγείο» (για τους βιομηχανικούς καταψύκτες, που κατασκευάστηκαν πρώτη φορά από ελληνική εταιρεία) αλλά και «Ελληνας γιατρός», δείγμα της υστεροφημίας ενός καλού Ελληνα γιατρού. «Η συνύπαρξη ήταν ανέκαθεν αρμονική, οι νοοτροπίες μας δεν απέχουν πολύ», σημειώνει ο νεαρός δημοσιογράφος. Στη Βηρυτό λειτουργούσε ελληνικό σχολείο με 200-250 μαθητές τη δεκαετία του ’70 που χορηγούσε στους αποφοίτους ελληνικό απολυτήριο, όπως και το περίφημο Greek Club. «Τώρα έχει λιγότερους μαθητές, το Club παραμένει και διοργανώνει δύο Σάββατα τον μήνα πάρτι», αναφέρει. Η ακμάζουσα ελληνική κοινότητα δέχθηκε το πρώτο πλήγμα με τα γεγονότα της ανατροπής του μοναρχικού καθεστώτος το 1958, αλλά ήταν ο δεκαπενταετής εμφύλιος πόλεμος (1975-1990) που την αποδεκάτισε. Σήμερα, αριθμεί 10.000 άτομα, στα οποία συγκαταλέγονται και νέες αφίξεις Ελλήνων, «διωγμένων» από την κρίση. Στη διάρκεια του πολέμου, τον οποίο ο George θυμάται ως παιδί, παρέμειναν κυρίως οι ρομαντικοί. «Ο πατέρας μου έλεγε ότι εδώ με δέχθηκαν όταν ήμουν φτωχός και κατατρεγμένος, δεν φεύγω από τον Λίβανο», μεταφέρει επί της οθόνης η Mari Terese Fellas. Αντίστοιχης νοοτροπίας ήταν και ο παππούς του George, «η παραμονή του βέβαια μεταφράστηκε σε μια (εκ νέου) οικονομική καταστροφή για την οικογένεια». Της απόφασής του να γυρίσει το πρώτο ντοκιμαντέρ για τους Ελληνες του Λιβάνου είχε προηγηθεί η εκπλήρωση μιας άλλης «εκκρεμότητας» του George. Μετά το πέρας του εμφυλίου η δεύτερη γενιά της οικογένειας μετέβη στη Σάμο, τόπο καταγωγής της προγιαγιάς, προκειμένου να βρει το «κομμένο» νήμα της οικογενειακής ιστορίας – αλλά εις μάτην. «Περιεργαζόμενος, όμως, τα κειμήλια του παππού μου, ανακάλυψα μια καρτ ποστάλ από τη Σάμο, που έφερε την υπογραφή: Μαρία και Μιχάλης Λουλιάς», εξιστορεί ο 32χρονος. Με την καρτ ποστάλ ανά χείρας ο George «όργωσε» τον περασμένο Ιούνιο το νησί και η επιμονή του δικαιώθηκε. «Αναζητούσα κάποιον άνδρα με το ίδιο όνομα και επίθετο, θεωρώντας ότι θα το έχει κληρονομήσει από τον παππού του», εξηγεί, «και πράγματι ρωτώντας εντόπισα τα ξαδέλφια μου, που ζουν σήμερα στη Νορβηγία». Με τα ξαδέλφια του έκτοτε είναι σε επικοινωνία. «Μερικά μέλη της οικογένειάς μου έχουν λάβει την ελληνική υπηκοότητα, εγώ δεν τα έχω καταφέρει», καταλήγει, «δεν με πειράζει όμως γιατί είμαι Greek by heart».

Πηγή: kathimerini.gr

Φωτογραγία: Ο George Eid (με τα γυαλιά), κατά την πρώτη του επίσκεψη στη Σάμο, τον Ιούνιο του 2016.