Ιωάννα Προκοπίου: Χρειαζόμαστε πρακτικές λύσεις για να μειώσουμε το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των πλοίων

Η πορεία για την απανθρακοποίηση της ναυτιλίας, είναι μια διαδικασία που θα κρατήσει πολύ. Την επισήμανση αυτή έκανε η πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Απανθρακοποίησης του RINA κα. Ιωάννα Προκοπίου, μιλώντας στην τελευταία συνεδρίαση.

«Δεν έχουμε όλες τις απαντήσεις σήμερα, και χρειάζεται να προχωρήσουμε μπροστά με πρακτικές λύσεις, που θα μειώνουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των πλοίων, την ίδια στιγμή που θα προσπαθούμε να πετύχουμε το zero net, στο μέλλον», σημείωσε χαρακτηριστικά η κα. Προκοπίου.

Η ναυτιλιακή βιομηχανία υιοθετεί με αυξανόμενο ρυθμό, κανονισμούς που στοχεύουν στη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την λειτουργία της ναυτιλίας. Ήδη φέτος τα πλοία υπόκεινται τόσο στον υφιστάμενο δείκτη ενεργειακής απόδοσης πλοίων (EEXI) όσο και στον δείκτη έντασης άνθρακα – CII.

Η βαθμολογία για τον CII θα εξαρτηθεί κυρίως από τις λειτουργίες του πλοίου. Οι παράγοντες που θα επηρεάσουν την απόδοση CII ενός πλοίου θα περιλαμβάνουν λειτουργικές πτυχές όπως η ταχύτητα πλεύσης, οι ώρες λειτουργίας του κινητήρα και οι επικρατούσες συνθήκες περιβάλλοντος στη θάλασσα.

Ο κ. Giosuè Vezzuto, αντιπρόεδρος του τομέα ναυτιλίας του RINA, τόνισε: «Δεν γνωρίζουμε ποια καύσιμα ή τεχνολογίες θα εξελιχθούν σε επικρατέστερες επιλογές στο μέλλον, αλλά πρέπει να κινηθούμε τώρα εάν θέλουμε να πετύχουμε τους στόχους που έχουμε θέσει για το μέλλον. Ούτε ο κλάδος ούτε εμείς στο RINA μπορούμε να μείνουμε στάσδιμοι. Εργαζόμαστε για να υποστηρίξουμε τη μετάβαση και να διευκολύνουμε την προσέγγιση σε θέματα ασφάλειας και risk assessment, καθώς αναμένουμε τους κανονισμούς που θα ακολουθήσουν για να τρέξουν οι εξελίξεις».

Η Ελληνική Επιτροπή συζήτησε διάφορες λύσεις που θα βοηθήσουν τα υπάρχοντα πλοία να συμμορφωθούν με το CII. Μέσω ενός συνδυασμού τεχνικών τροποποιήσεων, προτάθηκε ότι τα πλοία θα μπορούσαν να βελτιώσουν την κατανάλωση καυσίμου έως και 20%. Στη συνάντηση παρουσιάστηκε επίσης ένας οδικός χάρτης, ο οποίος περιγράφει διακριτές ενέργειες τόσο για τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων πλοίων όσο και για τις νέες κατασκευές, εξετάζοντας τη σημερινή κατάσταση έως το 2050 και μετά.