Γνώμη: Γιατί ο Βουλευτής ανήκει στην Έδρα και όχι η Έδρα σ΄ αυτόν

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένας βουλευτής με πολυετή θητεία στο Κοινοβούλιο, έχει αποκτήσει και προσωπικούς  ψηφοφόρους. Αυτό, που είναι σωστό, ισχύει για  βουλευτές, παλαιούς και με όνομα που το έχουν  κατοχυρώσει με προσωπικούς πολιτικούς αγώνες και γυρίζοντας χρόνια πόρτα-πόρτα. Ακόμη, όμως, και σε αυτήν την περίπτωση, ζητούμενο είναι το εάν θα συνέχιζαν να πετυχαίνουν την επανεκλογή τους στη Βουλή, δίχως την αποφασιστική στήριξη του κομματικού μηχανισμού.

Στο άλλο άκρο, υποψήφιοι που «μέχρι χθες δεν τους γνώριζε ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας τους» (κατά τη γνωστή ρήση του Γιώργου Κατσιφάρα) είναι προφανές ότι την έδρα την αποκτούν ελέω κόμματος που τους επιλέγει.  Υπό την έννοια αυτή η έδρα ανήκει στο κόμμα και δεν είναι κτήμα του βουλευτή. Πολύ περισσότερο καθώς το πλέον σύνηθες είναι ο νέος -τουλάχιστον- ψηφοφόρος, πρώτα να επιλέγει το ψηφοδέλτιο κόμματος το οποίο θέλει να ψηφίσει, και μετά να ψάξει στην λίστα του για να επιλέξει και υποψήφιο βουλευτή.

Να σημειωθεί ότι η έδρα πολλές φορές είναι και ένας από τους παράγοντες που επηρεάζει μέχρι και την υπουργοποίηση ενός βουλευτή.

Είναι προφανές, εκ των ανωτέρω, ότι το κόμμα είναι ο καθοριστικός παράγοντας  που προσελκύει την ψήφο ενός ψηφοφόρου ο οποίος, σε τελική ανάλυση, απλώς την διαθέτει στον άλφα ή στον βήτα υποψήφιο/α βουλευτή.

Εάν έτσι, λοιπόν, είναι,  η πολιτική παρακαταθήκη που ισχύει και εκ της οποίας παράγεται ως θεμιτό το δικαίωμα του κόμματος – και κάποια κόμματα το κάνουν αυτό- να ζητούν από τον υποψήφιο βουλευτή να υπογράψει πρωτόκολλο ότι σε περίπτωση που ήθελε αποφασίσει να φύγει από το κόμμα τότε θα καταθέσει την έδρα του, εάν έτσι, θα επαναλάβουμε είναι, τότε από που αντλούν το δικαίωμα οι βουλευτές που, για όποιον λόγο, αποφασίζουν να  αποχωρήσουν από ένα κόμμα να θεωρούν την Έδρα προίκα τους;

Εξάλλου, στην Ελλάδα όπου η ιστορία του τόπου είναι συνυφασμένη με σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες που έχουνε επηρεάσει την πολιτική ζωή του τόπου ιδρύοντας κόμματα – σημαίες, που έχουν συγκεντρώσει εκατομμύρια ψηφοφόρους, που έχουν αναλάβει δράση πολιτική προχωρώντας σε εκσυγχρονισμούς των θεσμών, σε ισχυροποίηση του Κράτους Δικαίου, στην εμπέδωση Ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, στην εμπέδωση των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, είναι δυνατόν να υποστηρίζεται ότι η έδρα που κατακτούν τα κόμματα αυτά ανήκει στο πρόσωπο του υποψήφιου βουλευτή και όχι στο κόμμα του;

Με όλη την τιμή που οφείλουμε στους βουλευτές που αντιδρώντας σε καταστάσεις που δεν τους είναι προσφιλείς ή δημοκρατικά ανεκτές και ζητούν να αποχωρήσουν από το κόμμα το οποίο πλέον έπαψε – ίσως λόγω των πρακτικών που κάποιοι ακολούθησαν μέσα σε αυτό- να τους εκφράζει,  υποστηρίζουμε ότι θα πρέπει να αποχωρούν αφήνοντας την έδρα τους στο κόμμα ακόμη και στην περίπτωση που θα επιθυμούσαν να συνεχίσουν να βρίσκονται στη Βουλή ως ανεξάρτητοι βουλευτές. Δεν υπάρχει, άλλωστε, καμία περίπτωση για τους περισσότερους από αυτούς να εκλεγούν ως ανεξάρτητοι βουλευτές…

Για την ιστορία να αναφέρουμε εδώ ότι ο μόνος υποψήφιος ως ανεξάρτητος πέτυχε στην μεταπολιτευτική πολιτική ιστορία του τόπου να εκλεγεί και να μπει στην Βουλή, ήταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, στο Νομό Χανίων  το 1974,  όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον άφησε εκτός του ψηφοδελτίου του νεοσύστατου τότε κόμματος της ΝΔ,  όπως του το είχε υποσχεθεί.

Επομένως, είναι προφανές ότι η έδρα κάθε κόμματος του ανήκει και ότι ο βουλευτής τιμώντας τους ψηφοφόρους της έδρας που τον εξέλεξαν οφείλει να τους αφήσει να συνυπάρχουν με το κόμμα της επιλογής τους εάν και εφόσον αυτό συνεχίζει να τους εκφράζει.  Και είναι υποχρέωση των βουλευτών να μην αποκόπτουν βίαια τον ψηφοφόρο από τον ιδεολογικό χώρο που τον εκφράζει και μέσα στον οποίο  αναζητεί και ψηφίζει τον βουλευτή του.

Εν κατακλείδι, δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι θα βρεθούν βουλευτές δημοκρατικού κόμματος που θα θελήσουν να ιδιοποιηθούν την έδρα για να την μεταφέρουν σε ένα νέο υπό ίδρυση κόμμα τις αρχές τα προγράμματα, τους στόχους και τις επιδιώξεις του οποίου ακόμη καν δεν γνωρίζουν.