«Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α» Μέρος 46ο

 

 

Ενοίκιο για τις Βάσεις

 

Η σχετικώς ευνοϊκή απόφασι του Κογκρέσσου για την μερική άρσι του περιορισμού τής πωλήσεως όπλων προς την Τουρκία, δεν είχε το αποτέλεσμα που ανέμεναν οι υποστηρικτές της. Ή Τουρκία απέρριψε τά αμερικανικά διπλωματικά διαβήματα για την αποκατάστασι της λειτουργίας των βάσεων. Και Στις 12 Νοεμβρίου εζήτησε ενοίκιο για τις βάσεις. Επηκολούθησαν επίμονες διαπραγματεύσεις και τελικά τον Μάρτιο του 1976 απεφασίσθη να ζητηθή από το Κογκρέσσο η έγκρισι ποσού ενός δισεκατομμυρίου δολλαρίων για, μια περίοδο τεσσάρων ετών.

 

Οταν  ο   πρόεδρος. Φορντ προσήλθε   στο   δείπνο  που δίδει η AHEPA κάθε δύο χρόνια προς τιμήν των μελών του Κογκρέσσου στην Ουάσιγκτων, οι παριστάμενοι χίλιοι και πλέον ομογενείς έδειξαν την δυσφορία τους με την υποδοχή που επεφύλαξαν στον πρόεδρο –αρμόζουσα αλλά χωρίς εγκαρδιότητα– έναντι της αληθινής αποθεώσεως του γερουσιαστού Ηγκλετον που είχε παίξει τόσο κεντρικό και αποφασιστικό ρόλο στον αγώνα για την διακοπή της βοηθείας προς την Τουρκία.

 

Η εμφάνισις του προέδρου Φορντ στο δείπνο της ΑΗΕΡΑ, υστέρα από τον σκληρό αγώνα που εΐχε διεξαγάγει από την πρώτη στιγμή η Οργάνωσις αυτή εναντίον της πολιτικής Κίσσινγκερ, και υστέρα από τις γνωστές συναντήσεις των ηγετών της με τους αρχιτέκτονες της εξω¬τερικής πολιτικής στον Λευκό Οίκο και στο Στέητ Ντιπάρτμεντ, ήταν φυσικό να προκαλέση έντονο ενδιαφέρον, τόσο στους κύκλους τής Ομογενείας, όσο και στην Ελλάδα. Η λογική προεξοφλούσε ότι ο πρόεδρος Φορντ δεν θα προσήρχετο στο Δείπνο αν δεν είχε να κάνη κάποια βαρυσήμαντη –και φυσικά φιλελληνική– δήλωσι που θα ικανοποιούσε την ελληνοαμερικανική κοινή γνώμη, και θα συνέ¬βαλλε στην βελτίωσι των σχέσεων με την Ελλάδα. Γι’ αυτό και η ελληνική κυβέρνησις με τους εδώ εκπροσώπους της και ο Τύπος στην Ελλάδα απέδωσαν πολιτική σημασία στον λόγο που θα εκφωνούσε ο πρόεδρος στο δείπνο.

 

Την σημασία που απέδιδε και ο ίδιος ο Λευκός Οίκος στην ομιλία του προέδρου, καταδεικνύουν και όσα διημείφθησαν στις αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επαφές που είχε η σύνταξις του Εθνικού Κήρυκος με τον εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου, κ. Μάϋρον Κουρόπας, στις 5 Απριλίου, ήμερα του δείπνου.

 

Από τις πρωινές ώρες τής ημέρας εκείνης, εζητήθη από τον κ. Κουρόπας να δοθή στον Εθνικό Κήρυκα το κείμενο, εγκαίρως, για να δημοσιευθή αμέσως μετά το δείπνο. Είθισται να δίδεται το κείμενο ενός προεδρικού λόγου ενωρί¬τερα στά δημοσιογραφικά όργανα. Συνεπώς, το αίτημα του Εθνικού Κήρυκος δεν αποτελούσε καινοτομία. Αλλά στην περίπτωσι αυτή άρχισε μια σειρά αναβολών που έδειχναν ότι υπήρχαν δυσχέρειες για τον καθορισμό τοϋ τρόπου με τον οποίο ο πρόεδρος θα αντιμετώπιζε το θέμα. Μέχρι και την τελευταία στιγμή, το κείμενο του προεδρικού λόγου παρέμεινε μυστήριο.

 

Σε επτά αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επικοινωνίες του Εθνικού Κήρυκος, ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, καθώριζε την ώρα της επιδόσεως του κειμένου για να την αναβάλη στην επόμενη επαφή, για λίγο, μαζί με την διαβεβαίωσι ότι το κείμενο δεν θα αργούσε πολύ και την εξήγησι οτι η βραδύτης ωφείλετο στο ότι εγίνοντο μερικές τροποποιήσεις της τελευταίας στιγμής.

 

Αλλά και ή δυστοκία αυτή συνέβαλε στην πεποίθησι ότι το κείμενο θα ήταν όντως βαρυσήμαντο για να απαιτή τόσο επίπονη καΐ παρατεταμένη προετοιμασία, ή, τουλάχιστον, υπήρχαν αντίρροπες απόψεις μέσα στο προεδρικό περιβάλλον, που έπρεπε να ευθυγραμμισθούν.

 

Το ότι κάτι συνέβαινε, επιβεβαιώθηκε έμμεσα κατά την τελευταία επικοινωνία του Εθνικού Κήρυκος με τον Λευκό Οίκο, αργά το απόγευμα της 5ης Απριλίου, όταν δόθηκε η απροσδόκητη πλέον απάντησι ότι απεφασίσθη τελικώς να μη δοθή για δημοσίευσι το επίσημο κείμενο της ομιλίας πριν από το δείπνο, αλλά την επομένη το πρωί, στις 10.

 

Στην προσλαλιά του προς τους συνδαιτυμόνες, ο πρόεδρος Φορντ, απέφυγε και να αναφερθή καν στα καυτά θέ¬ματα που συνεκλόνιζαν τον Ελληνισμό. Μίλησε για την παραδοσιακή φιλία της Αμερικής με την Ελλάδα, απεκάλεσε τον κ. Καραμανλή “εξέχοντα ηγέτη του ελεύθερου κόσμου,” μίλησε με τα πιο θερμά λόγια για τον Ελληνισμό της Αμερικής και την συμβολή του στην πρόοδο και την ανάπτυξί της, αλλά για την Κύπρο, για τους πρόσφυγες, για το ενα δισεκατομμύριο δολλάρια προς την Τουρκία, για το Αιγαίο, ούτε λέξι.

 

Η απογοήτευσι του πλήθους ήταν ολοφάνερη. Την επομένη, ο πρόεδρος της ΑΗΕΡΑ Β. Τσιργώτης, έστειλε επιστολή στον κ. Φορντ, με την οποία διεδήλωνε υπεύθυνα τα αισθήματα της ΑΗΕΡΑ. Έγραφε: “Υπήρξε τιμή για μας η εκ μέρους Σας αποδοχή της προσκλήσεως μας να μιλή¬σετε στο δείπνο της 5ης Απριλίου 1976, αλλά τα χειροκρο¬τήματα και η γενική έκφρασι αγάπης, σεβασμού, και αφοσιώσεως προς Σας, ως τον πρόεδρο της χώρας μας, δεν θα πρέπει να παρερμηνευθούν οτι υποδηλούν επιδοκιμασία της πολιτικής που εφαρμόζει ή Κυβέρνησίς σας έναντι της Ελ¬λάδος και της Τουρκίας. Τα μέλη της ΑΗΕΡΑ, ενωμένα, καταδικάζουν την πολιτική αυτή…“

 

Η επιστολή του Τσιργώτη αντικατόπτριζε πιστά το γενικό αίσθημα. Και θα ήταν αδύνατο να μην επρόσεξε ο πρόεδρος Φορντ το παραλήρημα ενθουσιασμού που υπεδέχθη τους φιλελληνικούς λόγους του γερουσιαστού Ήγκλετον που μίλησε λίγα λεπτά μετά τον πρόεδρο.

 

Κατά την αποχώρησι του προέδρου, η απογοήτευσις και η δυσαρέσκεια των παρισταμένων έγινε αρκετά αισθητή με την χλιαρότητα και ατονία των τυπικών χειροκροτημάτων.

 

Χαρακτηριστική είναι η στιχομυθία έλληνος διπλωμάτου με παριστάμενο ελληνοαμερικανό δημοσιογράφο. Κα¬θώς αποχωρούσε ο πρόεδρος, ο δημοσιογράφος είπε χαμηλόφωνα προς τον έλληνα εκπρόσωπο: “Ώδινε όρος…” Και ο διπλωμάτης συνεπλήρωσε:  “Και δεν έτεκε ούτε μυν!”

 

Ο υπαινιγμός αυτός του έλληνα διπλωμάτη φαίνεται εκ των υστέρων δυσεξήγητος δεδομένου ότι –όπως έγινε γνωστό λίγες μέρες αργότερα– είχαν ήδη φθάσει σε προ¬χωρημένο σημείο οι ελληνοαμερικανικές διαπραγματεύ¬σεις για την παροχή αποζημιώσεως επτακοσίων εκατομμυ¬ρίων στην Ελλάδα για την χρήσι των αμερικανικών βάσεων εκεί. Άλλα δεν ήταν και αδικαιολόγητος ο υπαι¬νιγμός. Εφ’  όσον ο πρόεδρος θα ερχόταν στο δείπνο για να μιλήση, ήταν φυσικό να περιμένουν –τουλάχιστον εκείνοι που εγνώριζαν για τις διαπραγματεύσεις– ότι θα έκανε μνεία της ευνοϊκής αυτής στροφής προς την Ελλάδα.

 

Το γιατί οι σύμβουλοι του προέδρου τον έπεισαν ότι δεν θα ήταν κατάλληλη η στιγμή για μια τέτοια εντυπωσιακή αποκάλυψι δεν έγινε γνωστό, αλλά μπορεί κανείς να συμπεράνη ότι αυτό δεν ήταν άσχετο με την δυστοκία που εχαρακτήριζε τις διαπραγματεύσεις.

 

Η σιωπή, συνεπώς, του Προέδρου ήταν αναπόφευκτο να δημιουργήση στον έλληνα διπλωμάτη την υπόνοια ότι οι διαπραγματεύσεις δεν θα κατέληγαν σε ευνοϊκό αποτέλεσμα και γι’ αυτό και ο υπαινιγμός του “δεν έτεκεν ούτε μυν.”

 

Αλλά, τελικά, οι διαπραγματεύσεις ωλοκλήρώθηκαν. Λίγες μέρες μετά το Δείπνο, Στις 15 Απριλίου, οι κ.κ. Μπίτσιος  και Κίσσινγκερ εμονογραφούσαν στην Ουάσιγκτων την συμφωνία για τις αμερικανικές Βάσεις στην Ελ-λάδα. Ή συμφωνία προέβλεπε στρατιωτική βοήθεια 700 εκατομμυρίων δολλαρίων για τέσσερα χρόνια.

 

Μέχρι την στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές, το Κογκρέσσο δεν έχει επιληφθή των σχετικών νομοσχεδίων. Αυτό δεν είναι εντελώς άσχετο με την θέσι που έχει πάρει η ηγεσία της Ομογενείας πάνω στο θέμα. Η Ομογένεια δεν αντιτίθεται βέβαια στην παροχή πιστώσεων και οικονομικής ενισχύσεως προς την Ελλάδα, αλλά προς την καταβολή ενός τέτοιου ποσού –οποιουδήποτε ποσού– στην Τουρκία. Εφ’ όσον δε και η ελληνική κυβέρνησις θεωρεί το θέμα του προς την Ελλάδα ενοικίου ως αντίβαρο και σε συνάρτησι προς την παροχή ενοικίου προς την Τουρκία, δεν θα έφερε αντίρρησι αν το Κογκρέσσο απέρριπτε και τα δύο σχετικά νομοσχέδια. Και εκεί μένει τώρα το θέμα.

 

Το ενδιαφέρον της Ομογενείας υπέρ της Κύπρου και των κυπρίων αδελφών, δεν περιορίζεται μόνο στην πολιτική κινητοποίησι, την ενημέρωσι της αμερικανικής κοινής γνώμης για τα εγκλήματα των Τούρκων στην Κύπρο και την προβολή των αιτημάτων του δοκιμαζόμενου νησιού. Μέσα σε λί¬γους μήνες μετά την εισβολή του “Αττίλα”, στάλθηκαν με¬γάλες ποσότητες αίματος για τους τραυματίες της κυπρια¬κής Εθνοφρουράς και τους αμάχους από την Κυπριακή Ομοσπονδία Αμερικής, φάρμακα, κουβέρτες και ρούχα από την ΑΗΕΡΑ, αντίσκηνα για την στέγασι των προσφύγων και άλλα προς κάλυψι των αναγκών που δημιούργησε η προσφυγιά 200.000 ανθρώπων μέσα σε λίγες μέρες, ενώ σε 1.5 εκατομμύριο πάουντς  ανέρχονταν τα τρόφιμα, τα φάρμακα και ο ρουχισμός που έστειλε μόνο η ΑΗΕΡΑ. Η HANAC (Hellenic American Neighborhood Committee) βοήθησε στην αποθήκευσι και την αποστολή των Υλικών τα οποία μετέφερε δωρεάν η Ολυμπιακή Αεροπορία. Συνολικώς η Οργάνωσις τα δυο πρώ¬τα χρόνια μετά την εισβολή, δαπάνησε πάνω από 185.000 δολλάρια υπέρ της Κύπρου.

 

Υπολογίζεται ότι το πρώτο οκτάμηνο από την εισβολή, στάλθηκαν από διάφορες Οργανώσεις και την Αρχιεπισκοπή, τοπικά Σωματεία και άλλες Επιτροπές γύρω στο 1,4 εκατομμύριο δολλάρια, μετρητά.

 

Για να βοηθηθούν τα προσφυγόπαιδα ιδρύθηκε, σύμφωνα με προσωπική επιθυμία του αρχιεπισκόπου προέδρου Μακαρίου, το Cyprus Children’s Fund, με πρώτο πρόεδρο τον κ. Χριστόφορο Χριστοδούλου. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1977 είχαν “υιοθετηθή” 4.000 περίπου προσφυγόπαιδα της Κύπρου για τα οποία ελληνοαμερικανικές οικογένειες ανέλαβαν την υποχρέωσι της καταβολής 20 δολλαρίων τον μήνα για κάθε παιδί. Ο Εθνικός Κήρυξ ανέλαβε την υποστήριξι 10 παι¬διών ενώ, κατόπιν εκκλήσεων του, αναγνώστες του και διά¬φορες οργανώσεις ανέλαβαν την υποστήριξι άνω των 500 προσφυγοπαίδων. Ο πρόεδρος Μακάριος ευχαρίστησε με ιδιαίτερη επιστολή του τον Εθνικό Κήρυκα και την Ομογένεια για ό,τι προσέφεραν και στον ανθρωπιστικό τομέα.

 

Την Άνοιξι του 1976, ο Εθνικός Κήρυξ υπεστήριξε την προσπάθεια προσελκύσεως τουριστών στην Κύπρο που άρχι¬σε το ταξιδιωτικό  Πρακτορείο Crown Peters κ. Πήτερ Κοντζαμάνη και ή εφημερίδα απέστειλε αντιπρόσωπο της προς κάλυψι Συνεδρίου Αποδήμων Ελλήνων που συν¬ήλθε στην Λευκωσία την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου,

 

Πρέπει, επίσης, να σημειωθή ότι οι παρελάσεις της Ομογενείας στην Νέα Υόρκη και στο Σικάγο, το 1975 και το 1976, ήταν αφιερωμένες στην Κύπρο και οι συμβολικές πα-ραστάσεις των αρμάτων, ήταν εμπνευσμένες όχι μόνο από τον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 αλλά και από την κυπριακή τραγωδία και το πνεύμα αντιστάσεως του ελληνοκυπριακού λαού.

ΑΥΡΙΟ:Επουσιώδεις Διαφωνίες