Ο μελαγχολικός ζωγράφος (Αμεντέο Μοντιλιάνι)

Της  Ιωάννας   Μπέτση

Για την ΡΗΡ

Καταγόταν  από  εβραική  οικογένεια,  γεννήθηκε  στο  Λιβόρνο  της  Ιταλίας  στις  12  Ιουλίου  του  1884.  Από  τη  στιγμή  της  γέννησής  του  η  προσωπική  και  καλλιτεχνική  του  ζωή  καλύπτονται  από  μία  μυθική αύρα.  Η  εβραική  του  προέλευση,  η  ξαφνική  οικονομική  καταστροφή  της  οικογένειάς  του,  η  φιλάσθενη υγεία  του  και  η  σπιτική  ατμόσφαιρα  γεμάτη διεθνικισμό  και  ανοικτές  απόψεις  (σπάνιες  για  την  εποχή),  βοήθησαν  τον  Μοντιλιάνι να  γίνει  μία  μοναδική  μορφή  στο  στενό  καλλιτεχνικό  κόσμο  του  Λιβόρνο  και  μία  καλλιτεχνική  προσωπικότητα που  δύσκολα  μπορούσε  να  ενταχθεί  ανάμεσα  στον τότε  στενόμυαλο  ευρωπαικό  κόσμο.  Το  1898  ο  Αμεντέο  εκδηλώνει στη μητέρα του  την  επιθυμία  του  να  μάθει  να  ζωγραφίζει.  Πρώτος  του  δάσκαλος  ήταν  ο  Γκουλιέλμο  Μικέλι,  ένας  ζωγράφος  που  μετέδιδε στους  μαθητές  του  μια  βαθιά  γνώση  του  επαγγέλματος.  Το  φθινόπωρο  του  1900,  μετά  τη  διάγνωση  φυματίωσης,  ο  Αμεντέο  πήγε  με  τη  μητέρα  του  ένα  ταξίδι  για  να  αναρρώσει. 

Φλωρεντία,  Νάπολη,  ρώμη  και  Βενετία ήταν  οι  πόλεις  που  επισκέφθηκαν.  Ο  νεαρός  γοητεύεται  από  τα  αριστουργήματα της  ιταλικής  τέχνης  του  14ου  αιώνα  και  ιδιαιτέρως  από  τον  γλύπτη  Τίνο  ντε  Καιμάικο.  Το  ταξίδι  αυτό  καθόρισε  την  αισθητική  κατεύθυνση  όλου  του  έργου  του.

Το  1903  στη  Βενετία  θα  συναντηθεί  με  το  Χιλιανό  ζωγράφο  Οντίθ  ντε  Ζάρατε  που  θα  τον  μυήσει  στη  γνώση  της  ιμπρεσιονιστικής  ζωγραφικής  και  θα  τον  ενθαρρύνει  να επισκεφθεί  το Παρίσι.  Η  ζωή  του  στο  Παρίσι το 1908,  θα  μπορούσε  να  χαρακτηρισθεί  από  μία  ανάμεικτη  αίσθηση  απόμόνωσης  και  αβεβαιότητας.  Η  τεχνική  του  Μοντιλιάνι  ανήκει  σε  μια  εποχή,   που  χαρακτηρίζεται  από  τη  χρήση  έντονων  πινελιών  και  ενός  χρωματισμού  φωβιστικού  στιλ*(όρος  ζωγραφικής).

Το ντεμπούτο  του  στη  ζωγραφική  στο  παριζιάνικο  καλλιτεχνικό  πανόραμα, συμπίπτει  με  την  εμφάνιση  του  κυβισμού.

Στο  διάστημα  1909-1914  ασχολήθηκε  με  τη  γλυπτική.  Κατά  τη  περίοδο  του  1916,  το  στιλ  του  Αμεντέο  εξευγενίζεται  και  προσωποποιείται  εκφράζοντας  μια  εντελώς πρωτότυπη  νοοτροπία  στο  χώρο της  ζωγραφικής.

Την  άνοιξη  του  1917  γνωρίζει  τη  Ζαν  Εμπιτέρν, μία  νεαρή  μαθήτρια της  Ακαδημίας  Κολαρόστ  με  πολύ  καλό  ταλέντο  στη  ζωγραφική.  Ξεκίνησε  ένας  μεγάλος  έρωτας,  χωρίς   αίσιο τέλος  ,  μια  και  τους  χώριζε  η κοινωνική  τους  απόσταση.

Τα  τελευταία  χρόνια  της  ζωής  του  Μοντιλιάνι  χαρακτηρίζονται  από  μία  πεισματική  αδιαφορία.  Η  υγεία του  επιδεινώθηκε  το  1918,  έζησε  στην Κυανή  ακτή  όπου  δειλά-δειλά  ξεκίνησε  και πάλι  τη  ζωγραφική.  το  Μάιο  του  1919   ο  Μοντιλιάνι  επιστρέφει  στο  Παρίσι  δυναμωμένος  και  ανανεωμένος  κι  εκεί  για  πρώτη  φορά  αναγνωρίζεται  επισήμως  ως  ένας από τους  ιδρυτές  της  μοντέρνας  τέχνης,  μαζί  με  τους  Πικάσο,  Ματίς  και  Ντερέν.  

‘Ομως  στις  24  Ιανουαρίου  του  1920  η  ζωή  δεν  του  χαμογέλασε,  πέθανε  στο νοσοκομείο  του  Ελέους  από  μηνιγγίτιδα.  Αναπαύεται  στο  νεκροταφείο  του Παρισιού  “Πατήρ  Λασέζ”,  πλάι  στη  Ζαν  Εμπιτέρν.

Ο  Αμεντέο  Μοντιλιάνι  ήταν  ο  πρώτος  που  εισήγαγε  στα  πορτρέτα  του  την καθιστή  πόζα,  με μία  πρακτική  ψυχολογικής  εμβάθυνσης  στα  μοντέλα  του.