ΚΥΡΙΑΚΗ: Ωδή σ΄ένα ευχαριστώ ΧΙΙ.

179 Τὰ δάκρυά μου ἀποστάτησαν ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῆς θλίψης

καὶ πῆγαν στὴν συμπόνια τῆς χαρᾶς.

Καὶ οἱ ὕβρεις μου ἀποστάτησαν ἀπὸ τὶς ἱκεσίες τοῦ λόγου μου,

καὶ τώρα γι’αὐτὸ ὑμνῶ ἐσένα παντοτεινά, Κύριε.

 

180 καὶ τὰ ὄνειρά μου, υἱοθέτησαν καινούριες ἀρχές,

καὶ ἔγιναν ἐπάξια γιοὶ τῆς ἀλήθειας τῶν ὀνείρων σου Κύριε.

 

181 καὶ ἔριξα τὴν ντροπή μου γιὰ σένα στὸν Ἅδη ποὺ κατοικεῖ

καὶ ἡ βλαστήμια, καὶ ἔλαμψε μὲ φῶς τὸ πρόσωπό μου

ἀπὸ τὴν ἀγάπη σου γιὰ μένα, Κύριε.

 

182 καὶ ἴχνη τοῦ ψεύδους δὲν βρῆκα στὴν εἰλικρίνεια τῶν λόγων μου

καὶ ἴχνος τῆς ἀδικίας στὸ ἀγγελοφύλακτο δίκαιό μου,

γιατί ἐσὺ ὁ ἐπόπτης , στὸ σημαντικὸ παρὼν τῆς ζωῆς μου, Κύριε.

 

183 καὶ ἐνοίωσα τὴν ἀγάπη νὰ κυλᾶ στὰ στήθη τῆς φιλίας μας,

καὶ ἐνοίωσα τὸν λόγο νὰ ἐπιθυμεῖ τὴν ἀλήθεια.

 

184 καὶ ἐνοίωσα δρόμους καινούριους νὰ θέλουν νὰ γεννηθοῦν,

τὰ βήματά μου νὰ ζητοῦν ξανὰ τὸ ἐγώ μου, νὰ ὑπηρετοῦν.

Καὶ ἐνοίωσα τὰ δάκρυά μου στὴν φιλία τῆς χαρᾶς

νὰ θέλουν νὰ δοθοῦν, μὰ ἔμεινα σιωπηλὸς στὶς ἐπιθυμίες μου,

ἐσὺ ὁδηγός μου στὸ κάθε τί, Κύριε.