Πολλοί Έλληνες επιμένουν να εργαστούν στην Αυστραλία

ΠΗΓΗ:Neoskosmos.com

Ζωηρό παραμένει το ενδιαφέρον των Ελλήνων για μετανάστευση στην Αυστραλία, αν και πολλοί γνωρίζουν ότι η χώρα δεν είναι πια… Γη της Επαγγελίας.

Σήμερα οι κάτοχοι τουριστικής βίζας δεν επιτρέπεται να εργαστούν. Πολλοί ταξίδεψαν με φοιτητική βίζα προσπαθώντας να ριζώσουν στην Αυστραλία ή γράφτηκαν σε μια σχολή μετατρέποντας την τουριστική τους βίζα σε φοιτητική.

Η Ελληνορθόδοξη Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτώριας συνεχίζει να λαμβάνει καθημερινά τηλεφωνήματα και email από Έλληνες που θέλουν να έρθουν στην Αυστραλία. Αρκετά είναι τα αιτήματα που δέχεται και ο «Νέος Κόσμος».
«Υπάρχει αρκετός κόσμος που θέλει να έρθει να δουλέψει εδώ. Μπορεί να είναι λιγότεροι από το 2011, αλλά είναι πιο συνειδητοποιημένοι, το έχουν σκεφτεί και δεν παίρνουν απλώς μια επιπόλαια απόφαση» δήλωσε στο «Έθνος» ο γενικός γραμματέας της κοινότητας, Κ. Μάρκος.
Την Τετάρτη στην Καμπέρα θα υπογραφεί η διακρατική συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αυστραλία, για χορήγηση τουριστικής βίζας σε άτομα ηλικίας 18 έως 30 ετών, με δικαίωμα εργασίας έως έναν χρόνο.

Η συμφωνία θα υπογραφεί από την Ελληνίδα  υπουργό Τουρισμού  Όλγα Κεφαλογιάννη, και τον Αυστραλό υπουργό Μετανάστευσης Σκοτ Μόρισον
«Υπάρχουν πολλοί Ελληνες που περιμένουν αυτή τη βίζα για να έρθουν να εργαστούν. Στην κοινότητα έχουμε 1-2 τηλεφωνήματα την ημέρα από ανθρώπους που ενδιαφέρονται για τις βίζες και λαμβάνουμε καθημερινά email με βιογραφικά» είπε ο κ. Μάρκος.
Βιογραφικά στέλνουν κυρίως άνθρωποι με σπουδές, όπως δάσκαλοι και καθηγητές, πολιτικοί μηχανικοί, αλλά και υπάλληλοι γραφείου, εργαζόμενοι στον τουρισμό, μάγειροι κ.ά. Πολλοί είναι 30-45 ετών και αποκλείονται λόγω ηλικίας. Ενδιαφέρον, ωστόσο, υπάρχει και από νέους.
Σήμερα οι κάτοχοι τουριστικής βίζας δεν επιτρέπεται να εργαστούν. Πολλοί ταξίδεψαν με φοιτητική βίζα προσπαθώντας να ριζώσουν στην Αυστραλία ή γράφτηκαν σε μια σχολή μετατρέποντας την τουριστική τους βίζα σε φοιτητική.

«Οικογένειες με παιδιά ξοδεύουν τις τελευταίες τους οικονομίες για να έρθουν εδώ με φοιτητικές βίζες. Και τελικά δεν τα βγάζουν πέρα επειδή δεν είναι σωστά ενημερωμένοι. Η Αυστραλία δεν είναι επίγειος παράδεισος» προειδοποιεί η  εκπαιδευτικός Μαρία Μπακαλίδου, που ζει δύο χρόνια εδώ.
Ο κ. Μάρκος υπολογίζει τους Έλληνες που μετανάστευσαν από το 2011 στην Αυστραλία κι έχουν τώρα φοιτητική βίζα σε 2.000 άτομα. Πολύ περισσότεροι είναι οι Ελληνοαυστραλοί που είχαν γυρίσει στην Ελλάδα και τώρα επιστρέφουν οι ίδιοι ή τα παιδιά τους.

Εργάτες σε οικοδομές, μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που έπεσαν έξω, αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί, γιατροί. «Στη Μελβούρνη από το 2011 μέχρι σήμερα έχουν έρθει 50-60 γιατροί και άλλοι πτυχιούχοι», λέει ο κ. Μάρκος και συμπληρώνει: «Ήρθαν και αρκετοί που δεν τα κατάφεραν και επέστρεψαν στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα οικογένειες με παιδιά, επειδή τα έξοδα εδώ είναι πολλά».

ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΜΕ ΖΗΤΗΣΗ

Η Μελβούρνη είναι μια πόλη παροχής υπηρεσιών, τονίζει ο κ. Μάρκος και δίνει οδηγίες για τους επίδοξους μετανάστες: «Ζήτηση έχουν αυτή τη στιγμή τα επαγγέλματα που σχετίζονται με την εστίαση, όπως μάγειροι, ζαχαροπλάστες κ.ά. Στην οικοδομή υπάρχει, επίσης, ζήτηση καθώς η ανοικοδόμηση συνεχίζεται στην πόλη, ενώ ο προϋπολογισμός της πολιτείας της Βικτόριας προβλέπει μεγάλα κονδύλια για βελτίωση δημόσιων συγκοινωνιών και δρόμων.

Μεγάλο είναι το ενδιαφέρον για γιατρούς, νοσοκόμες και άλλα επαγγέλματα υγείας κυρίως για φροντίδα ηλικιωμένων σε γηροκομεία κ.λπ. καθώς οι Έλληνες μετανάστες της γενιάς του 1950-1960 είναι πια στην τρίτη ηλικία. Πολλές εταιρείες Ελλήνων δραστηριοποιούνται επίσης στον χώρο του καθαρισμού κτιρίων, ενώ μικρότερη ζήτηση υπάρχει για εκπαιδευτικούς».

Η ΑΚΡΙΒΕΙΑ

«Η διαφορά ανάμεσα σε εμάς και τους μετανάστες του 1950 είναι πως τότε όλα ήταν πάμφθηνα και μπορούσαν σε μερικά χρόνια να αγοράσουν σπίτι. Εμείς δεν θα αγοράσουμε ποτέ σπίτι εδώ. Βγάζουμε χρήματα για να ζούμε κι όχι για να αποταμιεύουμε» λέει η  35χρονη φιλόλογος Μαρία Μπακαλίδου, που εγκατέλειψε πριν από δύο χρόνια τη Θεσσαλονίκη κι εγκαταστάθηκε στη Μελβούρνη με τον σύζυγο και τα δύο παιδιά της (4 και 7 ετών). «Δεν είχαμε άλλη επιλογή. Δεν μπορούσαμε πια να επιβιώσουμε».

Ταξίδεψαν στη Μελβούρνη ύστερα από πρόσκληση κατασκευαστικής εταιρείας (με sponsored visa), όπου ο άντρας της, τοπογράφος-μηχανικός, βρήκε δουλειά. Τώρα εκείνη οργανώνει τα σχολεία εκμάθησης Ελληνικών για παιδιά νεομεταναστών. «Έχουμε ήδη 120 παιδάκια στο σχολείο μας και δεν είναι το μόνο».
Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι νεομετανάστες είναι η ακρίβεια. «Όταν πρωτάκουσα τους μισθούς μας σκέφτηκα εντάξει. Αλλά όταν είδα πόσο στοιχίζουν όλα εδώ… Η Μελβούρνη είναι πανάκριβη. Πληρώνουμε ενοίκιο 2.000 δολάρια τον μήνα και ένας μέσος μισθός είναι 60.000-70.000 δολάρια τον χρόνο. Τα πράγματα είναι σαφώς καλύτερα από την Ελλάδα, αλλά δεν είναι παράδεισος. Απλά στην Ελλάδα είχαμε χάσει την αξιοπρέπειά μας». Ποια είναι η συμβουλή της; «Όσοι θέλουν να έρθουν να το ψάξουν πάρα πολύ πριν το αποφασίσουν».