“Θεσμοί”: Συμφωνία “γιοκ” χωρίς νέα μέτρα

Αθήνα.

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Νέα συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκης Επιτροπής Ζαν- Κλοντ Γιούνκερ, ίσως και με τον επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, θα πραγματοποιηθεί σήμερα Πέμπτη,  ώστε να γίνει μια νέα προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα. Τις δύο πλευρές χωρίζουν μέτρα ύψους 3 δισ ευρώ, μέτρα που εταίροι και δανειστές ζητούν να ληφθούν επιπλέον προκειμένου να τελειώσει η συμφωνία που υπάρχει.

Η ουσία, πάντως, των χθεσινών συνομιλιών Γιούγκερ-Τσίπρα, είναι ότι οι “θεσμοί” έμειναν αμετακίνητοι στη θέση τους να ληφθούν νέα μέτρα προκειμένου να κλείσει η υπάρχουσα συμφωνία. Εξέλιξη την οποία είχε προβλέψει μιλώντας στην Panhellenic Post ο έμπειρος περί τα δημοσιονομικά ελληνοαμερικανός πολιτικός ηγέτης, π. Πολιτειακός Γερουσιαστής και π. Πρόεδρος της Βουλής του Νιού Χάμσαϊρ, Κρις Σπύρου.

Η δήλωση Σπύρου στην ΡΗΡ

Ο κ. Σπύρου είχε εκφράσει  χθες (Τετάρτη 3 Ιουνίου 2015) στην Panhellenic Post την άποψη ότι  χρειάζονται νέα μέτρα  προκειμένου να τελειώσει η συμφωνία που υπάρχει.

“Φοβάμαι, είχε δηλώσει ο κ. Σπύρου, ότι  δεν έχουν καταλάβει  τι είναι το  ουσιαστικό πρόβλημα. Το ΔΝΤ πρέπει να κλείσει, να τελειώσει τη συμφωνία που υπάρχει. Και αυτό σημαίνει τέλος της τωρινής  αξιολόγησης. Πρέπει να κλείσουν τα βιβλία εσόδων-εξόδων για το τρέχον πρόγραμμα που λήγει στις 30 Ιουνίου. Το τι ρόλο θα παίξει ο καθένας από τους τρεις <μέγιστους φωστήρες> (τους θεσμούς) στην επόμενη φάση της ελληνικής δημοσιονομικής συμπληρωματικής ενίσχυσης, είναι θέμα που θα ξεκινήσει μετά το κλείσιμο των βιβλίων της σημερινής συμφωνίας, η οποία περιέχεται στο συμφωνητικό της 20ης Φεβρουαρίου 2015,  μεταξύ της Ελλάδας και των <φωστήρων>”.

Ο κ. Σπύρου  φαίνεται να δικαιώνεται και ως προς την εκτίμησή του ότι  “Υποθέτω θα κάνουνε μία προσωρινή συμφωνία να περάσουν μέχρι να φθάσουν στις 30 Ιουνίου”. Εξέλιξη η οποία, όπως δήλωσε στην ΡΗΡ, αφήνει ανοικτά κρίσιμα θέματα καθώς ” μετά θα ξεκινήσουν τα μεγάλα δημοσιονομικά προβλήματα για την Ελλάδα, εάν δεν θα μπορέσει να βγει στις αγορές με ευνοϊκά επιτόκια. Εάν χρειασθεί τρίτο πακέτο στήριξης από τους <τρεις μέγιστους φωστήρες> τότε θα υπάρξουν σημαντικές πολιτικές επιπτώσεις”.

Χαρακτηριστική είναι η δήλωση  του Μάριο Ντράγκι, ο οποίος, σε ερώτηση για την αύξηση του ύψους του ποσού των εντόκων γραμματίων του ελληνικού δημοσίου που η ΕΚΤ επιτρέπει στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα να αγοράζουν και να δίνουν ως ενέχυρο για την αναχρηματοδότησή τους από το κεντρικό πιστωτικό ίδρυμα της ευρωζώνης, επισήμανε: «Πρέπει να υπάρξει μια αξιόπιστη προοπτική για την επιτυχή ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης. Και αυτό θα σήμαινε την εκταμίευση από τα κράτη-μέλη της δόσης που απομένει… Αυτός είναι ένας όρος που πρέπει να ικανοποιηθεί ώστε το διοικητικό συμβούλιο να το εξετάσει, διότι δεν υπάρχει αυτόματος τρόπος να εξεταστεί η άρση του ορίου. Και δεν έχουμε φθάσει ακόμη εκεί».

Τι λέει η κυβέρνηση για την πρόταση

Πρόταση που “δεν αποτελεί βάση συζήτησης” με τη μορφή που έχει σήμερα χαρακτήρισαν κυβερνητικές πηγές το πεντασέλιδο προσχέδιο συμφωνίας των θεσμών που παρουσιάστηκε στην ελληνική πλευρά. Εξέφρασαν, ωστόσο, την άποψη ότι αφήνει περιθώρια συμβιβασμών έτσι ώστε να είναι δυνατή μια συμφωνία το αμέσως επόμενο διάστημα. Όπως ανέφεραν πρόκειται για μια πρόταση συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο (staff level agreement) η οποία επαναφέρει μέτρα που είχαν τεθεί εκτός συζήτησης στις διαπραγματεύσεις σε επίπεδο Brussels Group.

Συγκεκριμένα, οι ίδιες πηγές αναφερόμενες στο περιεχόμενο της πρότασης έκαναν λόγο για μέτρα όπως αλλαγές στο ΦΠΑ που θα αποφέρουν έσοδα ύψους 1,8 δισ. ευρώ το 2015, με σημαντικές αυξήσεις στην ενέργεια, στην εστίαση και στα φάρμακα, για περικοπές δαπανών στον ασφαλιστικό τομέα κατά 1% του ΑΕΠ για το 2015 και το 2016 και για κατάργηση του ΕΚΑΣ μέχρι το τέλος του 2015.

Ως θετικό σημείο της πρότασης αναγνώρισαν το καθορισμό των πρωτογενών πλεονασμάτων για τα επόμενα χρόνια ως εξής: 1% για το 2015, 2% για το 2016, 3% για το 2017 και 3,5% για το 2018.

Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, σε αυτό το στάδιο η συζήτηση για το χρέος ήταν επιδερμική, καθώς δεν περιλαμβάνεται στη συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο, ενώ και για τα εργασιακά η πρόταση των θεσμών δεν ήταν ιδιαίτερα σαφής.

Σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμα, οι ίδιες κυβερνητικές πηγές σημείωσαν πως οι επαφές του Πρωθυπουργού αλλά και οι τεχνικές εργασίες θα συνεχιστούν από σήμερα, αν και πιθανότατα όχι σε επίπεδο Brussels Group, με στόχο να επιτευχθεί συμφωνία πριν από τις 14 Ιουνίου, όπως αναφέρθηκε κατά τη χτεσινή συζήτηση.

Ως προς τη χρονική διάρκεια που θα καλύπτει η ενδεχόμενη συμφωνία, οι ίδιες κυβερνητικές πηγές άφησαν να εννοηθεί ότι οι δανειστές προκρίνουν τη λύση μιας νέας παράτασης κάποιων επιπλέον μηνών για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων.

 

Αντιδράσεις

Ήδη δηλώσεις επωνύμων κυβερνητικών αλλά και κομματικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να προχωρήσει σε υπογραφή συμφωνίας που θα ακυρώνει το νόημα της εκλογικής νίκης του κόμματος.

Ο Αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Μητρόπουλος, μιλώντας στο πρωινό ΑΝΤ1 εξέφρασε την πλήρη αντίθεσή του στα όσα ζητούν οι δανειστές, λέγοντας πως ουσιαστικά μέτρα σαν και αυτά δεν θα περάσουν από τη Βουλή.

Μάλιστα, ο αντιπρόεδρος της Βουλής προέβλεψε εκλογές εάν συνεχιστεί αυτό το σκηνικό ενώ ζήτησε την άμεση σύγκληση των οργάνων του κόμματος ώστε να υπάρξει πλήρης ενημέρωση για όλα τα θέματα.

Η Αριστερή Πλατφόρμα του Παναγιώτη Λαφαζάνη υποστηρίζει πως οι δανειστές ροκανίζουν το χρόνο και σέρνουν την Ελλάδα σε οικονομική ασφυξία, με μοναδικό στόχο την πληρωμή των δόσεων προς το ΔΝΤ τις επόμενες μέρες.

Ο  κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, Νίκος Φίλης αποσαφήνισε τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με μία πιθανή ή όχι συμφωνία, μιλώντας στην εκπομπή Online με την Όλγα Τρέμη και τον Νίκο Ευαγγελάτο. Ο Νίκος Φίλης υποστήριξε πως η κυβέρνηση δεν θα δεχθεί τελεσίγραφα από τους δανειστές και σε μία τέτοια περίπτωση η κυβέρνηση θα πάει σε εκλογές.

Μάλιστα, ο κ. Φίλης αποσαφήνισε πως εάν προχωρήσει η νέα κυβέρνηση σε εκλογές, τότε το ερώτημα που θα τεθεί στον ελληνικό λαό θα είναι το να παλέψει η κυβέρνηση για μία καλύτερη συμφωνία, χωρίς ωστόσο να απαντήσει για το γιατί οι εκλογές να αλλάξουν τη στάση των “θεσμών”.