Στοχασμοί: Παρέα με την ηχώ μου

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΟΜΙΚΟΣ

Συγγραφέας

Παρέα με την ηχώ μου.
Κάποτε, κάτω από την επήρεια μεγάλης έπαρσης, βρέθηκα στην άκρη ενός γκρεμού και φώναξα στο απέναντι βουνό:
-Είμαι μεγάλος δάσκαλος!
…κάλος, κάλος, κάλος…, ήρθε η απάντηση του αντίλαλου από πέρα.
Αυτό, μου ήρθε σαν χαστούκι. Εκνευρίστηκα από την αμφισβήτηση. 
-Με ειρωνεύεσαι; Ρώτησα φωναχτά.
…ρεύεσαι, ρεύεσαι, ρεύεσαι…, μου απάντησε.
Άρχισα να συλλογίζομαι πιο σοβαρά. Κάτι θέλει να μου πει για να αντιστρέφει τους ρόλους και να τους απαξιώνει έτσι, υποθέτω.
-Αν όχι εγώ, ποιος είναι η ελπίδα μας; Ρώτησα την ηχώ.
…πήδα μας, πήδα μας, πήδα μας…, είπε εκείνη από απέναντι.
Σοκαρίστηκα. Έχει δίκιο! Από τους απέξω, τίποτα άλλο δεν μπορείς να περιμένεις!
-Οπότε ποιος άλλος να είναι ο μεγάλος πατέρας; Ούρλιαξα αλλόφρων.
…τέρας, τέρας, τέρας…, απάντησε.
Γονάτισα συντετριμμένος. Ναι, όταν θωρείς τον εαυτό σου τόσο ψηλά, μόνο τέρας είσαι!
-Δυσκολεύομαι να καταλάβω, την παρακάλεσα.
…λάβω, λάβω, λάβω…, είπε.
Σκέφτομαι αυτό που λέει. Ίσως να φέρνω εγώ τις δυσκολίες με την προκαθορισμένη στάση που κρατάω για άμυνα.
-Αυτό όμως, είναι τελείως απαράδεκτο, της φώναξα.
…δεκτό, δεκτό, δεκτό…, μου ήρθε από πέρα.
Όλα είναι τόσο ρευστά, που όλα δείχνουν σωστά κάτω από τη δική τους οπτική, σκέφτομαι. Το απαράδεκτο, είναι και αποδεκτό!
-Αν λοιπόν τη ζωή μου την πήρα τόσο λάθος, από πού να την ξαναπιάσω; Τη ρωτάω.
…άσσο, άσσο, άσσο…, μου απαντάει.
Ναι, ένα καινούριο ξεκίνημα μάλλον γίνεται από την αρχή και το μηδέν, συλλογιέμαι.
-Και τι χρειάζομαι μαζί μου να έχω για να μην μεσοπέλαγα πάω; Ρωτάω πια με κατάνυξη.
…αγαπάω, αγαπάω, αγαπάω…, έρχεται η απάντηση.
Σκιάζομαι για τις φουρτούνες, ενώ στην αγάπη είναι η απάντηση. Σκιάζομαι για τις λέξεις, ενώ στον απόηχό τους είναι το νόημα. Σκιάζομαι για το φαίνεσθαι και επισκιάζω με αυτόν τον τρόπο το είναι.
Απομυθοποιώντας όμως τις λέξεις που ντύνουν το φαίνεσθαι μπροστά σε ένα γυμνό τοίχο, γυρνάει πίσω η αγάπη για την ουσία.