Περί πολιτικής συναίνεσης ή για να λέμε «τα σύκα, σύκα και τη σκάφη, σκάφη».

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Η συναίνεση, λέξη επίκαιρη λόγω του Νομοσχεδίου για την διευκόλυνση των Ελλήνων Ψηφοφόρων να ψηφίζουν από το εξωτερικό, ως μέσον άσκησης κυβερνητικής πολιτικής ακούγεται θελκτική. Και στον βαθμό που αντιπροσωπεύει «πολιτικό πολιτισμό», είναι ευπρόσδεκτη και απαραίτητη.

Είναι βέβαιο, ότι σε Κράτη με κόμματα που έχουν χαμηλή δημοκρατική παράδοση, η επίτευξη «συναίνεσης» είναι πολύ δύσκολη, θα γράφαμε και αδύνατη, και η όποια προσπάθεια,  σε θέματα  περιχαρακωμένα με δογματικές αντιλήψεις και χρόνιες πολιτικές παθογένειες, οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στην αποτυχία.

Σ΄ αυτήν την κατηγορία συγκαταλέγεται και η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί μία πολύ σημαντική ενδυνάμωση δημοκρατικών πρακτικών, σχεδόν σε όλα τα επίπεδα. Αυτό, όμως, πόρρω απέχει από του να καθίσταται εφικτή και να επιτυγχάνεται  η «συναίνεση» στην ιδανική της μορφή. Δηλαδή επί τη βάση κοινών αξιών που συγκλίνουν σε τελικό αποτέλεσμα, το οποίο μέσα από κάποιες επιμέρους διαφοροποιήσεις, συνομολογείται και συνυπογράφεται.

Όπως εξηγεί η Βικιπαίδεια,  “μια απόφαση βάσει συναίνεσης λαμβάνει υπόψη όλους τους ορθούς προβληματισμούς που έχουν εγερθεί. Ιδανικά, επέρχεται με απουσία ενστάσεων, όμως συχνά θα πρέπει να γίνεται συμβιβασμός στην ευρύτερη δυνατή συμφωνία που μπορεί να επιτευχθεί. Όταν δεν υπάρχει ευρεία συμφωνία, η δημιουργία συναίνεσης περιλαμβάνει την προσαρμογή της πρότασης ώστε να συμπεριλαμβάνει τους διαφωνούντες, χωρίς να χάνει αυτούς που αποδέχτηκαν την αρχική πρόταση”.

Ας δούμε, λοιπόν, εάν η πολυδιαφημισμένη «συναίνεση» στο ζήτημα της ψήφου των Αποδήμων, είναι στα σωστά πλαίσια ή παραμένει κατ΄ επίφαση “συναινετική” ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για «συνθηκολόγηση» της μιας πλευράς, μονομερώς,  και σε βαθμό που να αποξενώνει «αυτούς που αποδέχθηκαν την αρχική πρόταση».

Ας μείνουμε στα ουσιώδη:

Επιστολική ψήφος. Το πρότεινε η Κυβέρνηση, το υποστήριξε ο Πρωθυπουργός, το διέγραψε η «συναίνεση»…

Δικαίωμα ψήφου: Εισηγήθηκε η κυβέρνηση: Να ψηφίζουν αδιακρίτως όλοι οι έχοντες ελληνική ταυτότητα και είναι εγγεγραμμένοι (ή δύνανται να εγγραφούν) στα Δημοτολόγια. Το απέρριψε η «συναίνεση».

Αντ΄ αυτών, έχουμε επιβολή όλων των αξιώσεων της αντιπολίτευσης: Κάλπες σε Πρεσβείες και Προξενεία που απέχουν πολλές εκατοντάδες χιλιόμετρα το ένα από το άλλο. Και,

Μία σειρά άλλων «απαγορευτικών προ απαιτούμενων» που αλλοιώνουν την ουσία και αποκλείουν από τη δυνατότητα ψήφου (από το εξωτερικό) τουλάχιστον το 70% των αποδήμων.

Τούτων δοθέντων, δύναται η κυβέρνηση να πανηγυρίζει ότι πέτυχε «συναίνεση» που δεν είχαν επιτύχει σαράντα χρόνια άλλα κόμματα; Ας απαντήσουν στο ερώτημα οι αναγνώστες μας.

Όπως,  ας αξιολογήσουν και την επωδό «θα το βελτιώσουμε αργότερα»…

Στα σαράντα πέντε χρόνια, από τη μεταπολίτευση, επιχειρήθηκε τρεις φορές να δοθεί λύση στο θέμα της συνταγματικής επιταγής να γίνει νόμος που να ορίζει τα της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος των Ελλήνων εκτός επικράτειας. Αμφιβάλλει κανείς, πως εάν π.χ. το 2009 η Κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή ήθελε να αποδεχθεί τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού (σημερινού ΣΥΡΙΖΑ) που και τότε έθεταν σειρά από  «απαγορευτικά» προ απαιτούμενα για να ψηφίσουν το νομοσχέδιο,  ότι θα είχαμε ήδη από το 2009 δυνατότητα ψήφου από το εξωτερικό;

«Δεν μπορούμε να δεχθούμε στο όνομα της συναίνεσης διατάξεις που αντιστρατεύονται το πνεύμα και το γράμμα του Συντάγματος» ήταν η απάντηση που –τότε- είχαμε λάβει από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών. «Και που», συνέχισε ο συνομιλητής  μας, «θα κριθούν αντισυνταγματικές».

Βέβαια τώρα, για να αποφύγουμε την αντισυνταγματικότητα (;)  ΑΛΛΑΖΟΥΜΕ το Σύνταγμα!

Στο όνομα της «συναίνεσης»…

Δηλαδή,  της συνθηκολόγησης, για να λέμε «τα σύκα,  σύκα και τη σκάφη, σκάφη».

Με τους απόδημους Έλληνες ψηφοφόρους να νιώθουν ότι τους χωρίζουμε σε δύο κατηγορίες. Πρώτης και δεύτερης διαλογής.

Στο μεταξύ, ό,τι θεωρήθηκε αρχικά από κυβερνητικά στελέχη και τον Πρωθυπουργό ως “απαράδεκτοι όροι της αντιπολίτευσης” , έγιναν ως δια μαγείας όλοι παραδεκτοί (μέχρι του αριθμού των 205 ψήφων που μας χρειάζονται!)