Μίκης Θεοδωράκης: Εκλεισε τα 96 του χρόνια -Η γνωριμία με τον Ελύτη και η πολυτάραχη ζωή ενός «μεγάλου Ελληνα»

Φωτογραφία: Getty Ideal Images

29 Ιουλίου 1925 και ο Μίκης Θεοδωράκης γεννιέται στη Χίο. Ο σπουδαιότερος εν ζωή Έλληνας καλλιτέχνης κλείνει σήμερα τα 96 χρόνια, έχοντας συνθέσει μια ζωή γεμάτη ιστορία.

Ο εμβληματικός καλλιτέχνης, για τον οποίο η DW έκανε αφιέρωμα με αφορμή τα γενέθλιά του, αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της νεότερης Ελλάδας, κάνοντας τους απανταχού Ελληνες να ανατριχιάζουν και να συγκινούνται όταν ακούν το «Αξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη.

Ηταν το φθινόπωρο του 1960 όταν ο Μίκης Θεοδωράκης συνάντησε τον Οδυσσέα Ελύτη απέναντι από το «Παλλάς». Ο ποιητής μίλησε για το έργο της ζωής του και ζήτησε από τον συνθέτη να του το στείλει, καθώς εκτίμησε ότι θα τον εμπνεύσει. Κάπως έτσι, το Αξιον Εστί ταξίδεψε στο Παρίσι και στην οδό Rue de la Fontaine au Roi. Ο Μίκης Θεοδωράκης άρχισε να μελοποιεί τους στίχους και από τότε χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια για να παρουσιαστεί στο κοινό. Τον Οκτώβριο του 1964 πρωτακούστηκε στο θέατρο Κοτοπούλη, με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση τραγουδιστή, τον Θεόδωρο Δημητρίεφ ψάλτη και τον Μάνο Κατράκη αφηγητή.
Ο Μίκης Θεοδωράκης περιγράφει τη συνάντηση με τον Ελύτη και την ιστορία μελοποίησης του Αξιον Εστι

Ο Μίκης Θεοδωράκης γράφει στις σημειώσεις του, όπως αναφέρει το mikistheodorakis.gr:

«Κάποιο μεσημέρι, στο όρθιο του Λουμίδη, μπροστά στο ΠΑΛΛΑΣ, εκεί που έπινε τον μοναδικό καφέ εσπρέσο η αθηναϊκή ιντελιγκέντσια, Σεπτέμβριο νομίζω του ’60, με πλησίασε ο Οδυσσέας Ελύτης. Αφού μου μίλησε για το πόσο εκτιμά την προσπάθειά μου και πόσο αγάπησε τον ΕΠΙΤΑΦΙΟ, πρόσθεσε:

”Τελείωσα το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ, το έργο της ζωής μου, νομίζω. Θα ‘θελα να σας το έστελνα κάπου, γιατί κάτι μου λέει ότι θα σας εμπνεύσει”…

Αφού τον ευχαρίστησα, έγραψα τη διεύθυνσή μου στο Παρίσι και του την έδωσα: Rue de la Fontaine au Roi (”Βασιλική Πηγή”! Πιο συμβολική ονομασία δεν μπορούσε πράγματι να βρεθεί για κείνη την εποχή).

Δεν πέρασε μήνας κι ο Παριζιάνος ταχυδρόμος άφησε στο θυρωρείο το φρεσκοτυπωμένο βιβλίο του Ελύτη. Αφού το ρούφηξα μονομιάς, απ’ την πρώτη ως την τελευταία λέξη, βάλθηκα να το μελοποιήσω. Ίσως στην αρχή να είχα την πρόθεση να μην αφήσω απέξω κανένα στίχο… Μετά συνειδητοποίησα πως η σύνθεση που θα προέκυπτε θα είχε σίγουρα διάρκεια δεκάδων ωρών. Εξάλλου στίχοι όπως το ΕΝΑ ΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ, ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΙΜΑΤΑ, ΑΝΟΙΓΩ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΜΟΥ, ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΗΛΙΕ ΝΟΗΤΕ, ΝΑΟΙ ΣΤΟ ΣΧΗΜΑ Τ’ ΟΥΡΑΝΟΥ… με τράβηξαν σα μαγνήτες. Τους μελοποίησα αμέσως κι άρχισα πάλι να τους τραγουδώ προς μεγάλη χαρά της μικρής Μαργαρίτας και απελπίζοντας τη Μυρτώ μέσα σε κείνο το μικροσκοπικό δωμάτιο, στο οποίο έπρεπε να τα κάνουμε όλα… Να τρώμε, να ταΐζουμε τα παιδιά, να μελετάμε, να γράφω μουσική. Η κουζίνα δεν μας χωρούσε ούτε όρθιους. Η μπανιέρα ήταν φουσκωτή. Το αποχωρητήριο στην αυλή της πολυκατοικίας και το υπνοδωμάτιο μόλις και μετά βίας χωρούσε το κρεβάτι μας. Πρέπει ακόμα να πω ότι τα περισσότερα έπιπλα τα φτιάξαμε οι ίδιοι με υλικά που αγοράσαμε από το σουπερμάρκετ.

Λίγο λίγο, η μορφή της νέας μου σύνθεσης άρχισε να ξεκαθαρίζει στο μυαλό μου. Πρέπει να είχα δύο πρότυπα: Το ένα ήραν τα ορατόρια του Μπαχ. Εκεί που έχουμε τις άριες, τα ρετσιτατίβα και τα κοράλ. Το άλλο ήταν η λειτουργία, όπου έχουμε τις ψαλμωδίες των ιερέων, την ανάγνωση των Ευαγγελίων και τα τροπάρια του δεξιού και του αριστερού ψάλτη. Τρία βασικά στοιχεία και στις δύο περιπτώσεις. Αυτά υπήρχαν στο ποίημα του Ελύτη. Έπρεπε τώρα η τελική επιλογή μου να επεκταθεί σε όλο το έργο, ώστε να μη χαθεί η ενότητά του και να μην προδοθεί ο στόχος του ποιητή: Η ΓΕΝΕΣΙΣ, ΤΑ ΠΑΘΗ και ΤΟ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΝ θα έπρεπε να αντιπροσωπεύονται αναλογικά, έτσι ώστε να μη χαλάσει η ισορροπία του έργου.

Όλες μου αυτές τις σκέψεις άρχισα να τις γράφω και να τις στέλνω στον Ελύτη. Εκείνος μου απαντούσε… Το έργο προχωρούσε… Όμως ήμουν τάχα ώριμος για να περάσω απ’ το Τραγούδι και τον Κύκλο Τραγουδιών στο Ορατόριο; Θα χρησιμοποιούσα συμφωνική ορχήστρα; Και πώς; Θα έβαζα και χορωδία; Με ποια εναρμόνιση; Ποιες άλλες τεχνικές; Άντεχε τάχα η αντίστιξη σ’ ένα έργο που ήθελα να παραμείνει λαϊκό;

Έχω γράψει έκτοτε πολλά για το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ. Εδώ σ’ αυτές τις ”βιογραφικές” σημειώσεις, που αφορούν την ταυτότητα των έργων και κυρίως τις συνθήκες μέσα στις οποίες γράφτηκαν, δεν έχω να πω πολλά πράγματα. Όπως βλέπετε, το βάζω τελευταίο στην Α’ Περίοδο (1960-1965), γιατί πράγματι τότε -δηλαδή τέλος του ’60 και αρχές του ’61- άρχισε και τέλειωσε η σύνθεσή του, όμως για να το ολοκληρώσω, χρειάστηκα άλλα τρία χρόνια…».

Το συρτάκι του «Ζορμπά»

Την ίδια χρονιά που παρουσιάστηκε στο κοινό το «Αξιον Εστί», ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε τη μουσική για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Ζορμπάς», η οποία έγινε γνωστή ως «Συρτάκι».

Ο «Χορός του Ζορμπά» είναι το ορχηστρικό τραγούδι που έγραψε και το οποίο συμπεριλήφθηκε στο soundtrack της ταινίας «Αλέξης Ζορμπάς» (1964), το οποίο κυκλοφόρησε το 1965. Το κομμάτι είχε κυκλοφορήσει και σε single, μαζί με το «Στρώσε το στρώμα σου», από την RCA Victor. Πρόκειται για ένα από τα δημοφιλέστερα κομμάτια του Έλληνα συνθέτη και έχει συμπεριληφθεί σε πολλούς compilation δίσκους του. Το κομμάτι μετά την κυκλοφορία της ταινίας έγινε δημοφιλές παγκοσμίως και διασκευάστηκε ή ερμηνεύτηκε από μουσικούς διαφόρων ειδών και εθνικότητας. Μερικές από αυτές τις διασκευές κατάφεραν να εισέλθουν και σε διάφορα charts.

Από το εν λόγω κομμάτι δημιουργήθηκε ο χορός συρτάκι, ο οποίος δεν είναι κάποιος παλιός ελληνικός παραδοσιακός χορός. Η χορογραφία του κομματιού, την οποία έγραψε ο Γιώργος Προβιάς και θεωρείται ο δημιουργός του χορού, εμπεριέχει στοιχεία από παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς, όπως το χασαποσέρβικο και χασάπικο. Το κομμάτι εμφανίζεται στην ταινία στη σκηνή της παραλίας όπου o Basil ζητά στον Ζορμπά να του μάθει να χορεύει. Το κομμάτι ακολουθεί επιτάχυνση ρυθμού, αρχικά είναι σε 4/4 και όταν μεταβληθεί στο πιο γρήγορο μέρος είναι σε 2/4.

Μίκης Θεοδωράκης: Ενας μαχητής της ιστορίας -Από τα χρόνια της Αντίστασης μέχρι τη Δικτατορία

Ο Μίκης Θεοδωράκης μέσα από τις δημιουργίες του κατάφερε να αποτυπώσει σημαντικές περιόδους της Ιστορίας. Ηταν εκεί, σε όλες τις καθοριστικές στιγμές, όχι μόνο με το έργο του, αλλά και τη δράση του. Ενας ενεργός πολίτης, που δεν δίστασε στιγμή να εκφράσει τη γνώμη του και να κάνει πράξη τα πιστεύω του.

Στην Κατοχή, ο Μίκης Θεοδωράκης είχε αναπτύξει την αντιστασιακή του δράση, όπου στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται. Επειτα, διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στον ΕΛΑΣ και εκτελεί χρέη διαφωτιστή στον Πέμπτο Τομέα της ΕΠΟΝ, ενώ αγωνίζεται και σαν διμοιρίτης τής Μεταξωτής διμοιρίας του 1ου Τάγματος της Νέας Σμύρνης κατά τα Δεκεμβριανά. Παράλληλα, σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη.

Ο χρόνος κυλά και μετά τα Δεκεμβριανά καταδιώκεται από την αστυνομία. Συλλαμβάνεται τον Ιούλιο του ’47 και στέλνεται εξόριστος με σχετική ελευθερία κινήσεων στην Ικαρία. Εκεί, θα προσπαθήσει ανεπιτυχώς να αποδράσει με τους άλλους εξόριστους, υπό τον Βασίλη Ζάννο.

Με τη γενικευμένη αμνηστία που δίνει η κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη περνάει στην παρανομία, στην προσπάθεια συμμετοχής σε ένοπλες ομάδες του Δημοκρατικού Στρατού Αθηνών και βρίσκεται στην ομάδα του Παύλου Παπαμερκουρίου. Συλλαμβάνεται ξανά στο σπίτι του πατέρα του, όπου βρήκε καταφύγιο όντας άρρωστος από πλευρίτιδα, αλλά στη συνέχεια στέλνεται ξανά εξόριστος στην Ικαρία, αυτή τη φορά σε συνθήκες πειθαρχηµένης διαβίωσης για λίγους μήνες, όπου γράφει το έργο «Ελεγείο και θρήνος στον Βασίλη Ζάννο», στη μνήμη του Βασίλη Ζάννου, που εκτελέστηκε το 1948. Έπειτα στέλνεται στο στρατόπεδο της Μακρονήσου, όπου βασανίζεται μέχρι παράλυσης.

Το 1963, μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, ιδρύεται η «Νεολαία Λαμπράκη», της οποίας εκλέγεται πρόεδρος. Την ίδια εποχή εκλέγεται βουλευτής της ΕΔΑ.

Στο πραξικόπημα της 21ης Ιουλίου, ο Μίκης Θεοδωράκης περνά στην παρανομία. Δύο ημέρες μετά απευθύνει την πρώτη έκκληση για αντίσταση κατά της Δικτατορίας. Τον Μάιο του 1967 ιδρύει μαζί με άλλους την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση κατά της δικτατορίας, το ΠΑΜ, και εκλέγεται πρόεδρός του. Συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967. Ακολουθεί η φυλάκισή του στην οδό Μπουμπουλίνας, η απομόνωση, οι φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, το νοσοκομείο, η αποφυλάκιση και ο κατ’ οίκον περιορισμός, η εκτόπιση με την οικογένειά του στη Ζάτουνα Αρκαδίας, και, τέλος, το στρατόπεδο Ωρωπού.

Πολλά από τα καινούργια έργα του καταφέρνει με διάφορους τρόπους να τα μεταβιβάσει στο εξωτερικό, όπου τραγουδιούνται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.

Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται. Στο εξωτερικό ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών. Προσωπικότητες, όπως οι Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Άρθουρ Μίλερ, Λόρενς Ολίβιε, Ιβ Μοντάν και άλλοι δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του. Τελικά, υπό την πίεση αυτή αποφυλακίζεται και ταξιδεύει στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1970. Στο εξωτερικό απευθύνει νέο κάλεσμα για την πτώση της δικτατορίας και την επαναφορά της δημοκρατίας στην Ελλάδα.

Το 1972 επισκέπτεται το Ισραήλ, δίνοντας συναυλίες, και συναντάται με τον Γιασέρ Αραφάτ, στον οποίο επιδίδει το μήνυμα της ισραηλινής κυβέρνησης και προσπαθεί να τον πείσει να αρχίσει συζητήσεις με την άλλη πλευρά. Μετά τη πτώση της δικτατορίας ο Μίκης Θεοδωράκης επιστρέφει στην Ελλάδα.

Τον Οκτώβριο του 1974, τρεις μήνες μετά την πανηγυρική επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Ελλάδα, ο Μίκης οργανώνει μια μεγάλη συναυλία στο Στάδιο Καραϊσκάκη.

Πλήθος κόσμου ήθελε να δώσει το «παρών» και η τεράστια προσέλευση έκανε τους διοργανωτές να οργανώσουν και άλλη συναυλία, με τους σημαντικότερους ερμηνευτές της χώρας να βρίσκονται στο πλευρό του Μίκη Θεοδωράκη. Εκείνες τις στιγμές όλοι αισθάνονταν ότι μια νέα εποχή ξεκινούσε. Ο Μίκης Θεοδωράκης κυριαρχούσε στη σκηνή και το κοινό με δάκρυα στα μάτια τον ακολουθούσε.

Η πολιτική διαδρομή του Μίκη Θεοδωράκη είναι πολυκύμαντη, όπως και η ζωή του. Οι κατά καιρούς δηλώσεις του προκαλούσαν πάντοτε έντονες αντιδράσεις.

Ξεκίνησε από το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, το 1974 είπε το περίφημο «Καραμανλής ή τανκς», το 1990 συνεργάστηκε με τη Νέα Δημοκρατία και έγινε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Το 2003 είχε κατηγορηθεί για αντισημιτικές δηλώσεις, λέγοντας ότι «σήμερα μπορούμε να πούμε ότι αυτός ο μικρός λαός είναι στη ρίζα του κακού, που σημαίνει ότι η πολλή αυτογνωσία και η πολλή επιμονή κάνουν κακό». Στη συνέχεια τις απέδωσε σε φραστικό λάθος.

Το 2010,εν μέσω μνημονίων, ίδρυσε κόμμα, τη «Σπίθα», από το οποίο αποχώρησε τρία χρόνια αργότερα.

Το 2015 διάκειτο ευμενώς προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στη συνέχεια του άσκησε έντονη κριτική. Στο δημοψήφισμα τάχθηκε υπέρ του «Οχι». Παρέστη στα συλλαλητήρια για την ελληνικότητα της Μακεδονίας, με πύρινους λόγους, αν και το 1997 δήλωνε ότι το όνομα δεν έχει και τόση σημασία. Στο μεγάλο συλλαλητήριο μάλιστα του 2018 είπε τη φράση «αδέλφια μου ναζιστές», η οποία είχε προκαλέσει σάλο.
Η συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη

Πέρυσι, με αφορμή συναυλία προς τιμήν του, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέφθηκε τον Μίκη Θεοδωράκη στο σπίτι του, στις παρυφές της Ακρόπολης.

Ο πρωθυπουργός μάλιστα είχε ανεβάσει και μια φωτογραφία στον προσωπικό του λογαριασμό στο Instagram με τον Μίκη Θεοδωράκη. «Μια ζεστή απογευματινή συνάντηση με έναν Μεγάλο Ελληνα», έγραψε στη λεζάντα της φωτογραφίας που ανήρτησε.
Από μουσική μέχρι εθνικά θέματα στη συζήτηση Θεοδωράκη-Μητσοτάκη

Στη συνάντηση εκείνη, ο συνθέτης θύμισε στον πρωθυπουργό ότι τον γνώρισε για πρώτη φορά στο Παρίσι πριν από 50 χρόνια, όταν ήταν μόλις 2 ετών. Ο πρωθυπουργός είχε μαζί του μια πολύ ζεστή κουβέντα για ευρύ φάσμα θεμάτων, από τη μουσική ως τα εθνικά μας θέματα.
Πηγή: iefimerida.gr