«Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α» Μέρος 56ο

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

Του Χρήστου Μαλασπίνα

“Ο Μαρκέτος που γνώρισα”

Ο Μαρκέτος εμέμφετο το ελληνικό κράτος για την αδιαφορία του να εκλαϊκεύσει το Ομογενειακό έπος. Καυτηρίαζε τους πνευματικούς ανθρώπους της γενέτειρας, οι οποίοι ελάχιστα εμπνεύσθηκαν από τον Απόδημο Ελληνισμό.

 

Τη μεγάλη αυτή αλήθεια είχε επισημάνει ήδη από το 1955 από τις στήλες της Νέας Εστίας, του γνωστού αρχαιότερου ελληνικού λογοτεχνικού περιοδικού. Μετά το φως που έριξε πάνω στο μέγεθος της επιρροής των Ελληνοαμερικανών η υπόθεση του <εμπάργκο> και τα όσα έκτοτε μεσολάβησαν, αποκτούν ιδιαίτερη αξία όσα για το θέμα αυτό είχαν αναφερθεί στην  Νέα Εστία, για την απροθυμία του ελληνικού κέντρου να παρακολουθήσει

 

με το επιβαλλόμενο ενδιαφέρον την πορεία όλων των ξενιτεμένων τέκνων του.

 

Συγκριτικά με τους άλλους ευρωπαϊκούς και ασιατικούς πληθυσμούς, επεσήμαινε τότε ο Μπάμπης Μαρκέτος, ο ελληνισμός έρχεται πρώτος και στο έμβασμα προς τον συγγενή και στο κοινωφελές τοπικό έργο, τον εθνικό έρανο και γενικά τον εθνικό ζήλο, που τον φέρει θερμό συμπαραστάτη και ασίγαστο συνήγορο των ελληνικών εθνικών αιτημάτων κοντά στις κυβερνητικές υπηρεσίες της Αμερικής, στον Αμερικανό πολιτικό, το δημοσιογράφο, τον πελάτη του μαγαζιού του, το φίλο, το γείτονά του.

 

Και μία δεύτερη παρατήρηση, ότι, δηλαδή, έμεινε όλα τα χρόνια ασυγκίνητη και αδιάφορη ουσιαστικά η γενέτειρα μπροστά στην Ομογένεια, το επιτελούμενο έργο της και τη διάθεσή της να προσφέρει το περισσότερο, το πλέον αξιόλογο, στο χώρο των γενικότερων επιδιώξεων του Εθνους, έξω και πέρα από το έμβασμα και την έκτακτη δωρεά για το κοινωφελές έργο, το τουριστικό ταξίδι-προσκύνημα στην Ελλάδα.

 

Ωστόσο, ο Ελληνισμός της Αμερικής”, σημείωνε στην Νέα Εστία ο πρώην εκδότης, “παντού στην Ελλάδα και περισσότερο στην πρωτεύουσα είναι  γνωστός ελάχιστα και επιπόλαια. Η ηγεσία της Ελλάδος πολιτική και πνευματική τον αγνοεί. Και πάντως τον κρατεί σε απόσταση. Το χωριό βέβαια γνωρίζει και τιμά τους ξενιτεμένους του. Η οικογένεια ακόμη  περισσότερο. Ούτε όμως το χωριό, ούτε και η οικογένεια κι ούτε, πολύ περισσότερο, η κοινωνία του χωριού και της πόλης γνωρίζουν τον Απόδημο Ελληνισμό σαν προσπάθεια και μόχθο, σαν ενιαίο σύνολο και σαν συνέχεια, τέλος, του ελληνικού εθνικού συνόρου. Η πολιτεία καθεύδει. Ο Έλληνας δάσκαλος κι ο καθηγητής δεν έχουν να πουν τίποτε στους μαθητές και  φοιτητές. Οι Ελληνες λογοτέχνες διανοούμενοι το ίδιο.”

 

Από όταν τόνιζε τις μεγάλες αυτές αλήθειες έχουν περάσει 51 χρόνια. Κι όμως, τίποτε ή σχεδόν τίποτε δεν έχει αλλάξει.

 

Σήμερα, βέβαια, έχουμε την πραγματικότητα του Συμβουλίου Αποδήμου  Ελληνισμού (ΣΑΕ). Ενα μετέωρο βήμα αμφιβόλου σκοπιμότητας και αποτελεσματικότητας καθώς δεν του δόθηκε, άλλωστε, η οφειλόμενη δυνατότητα να παράσχει ουσιαστικό έργο, έξω από τις δημόσιες σχέσεις των καλών εντυπώσεων και των μη αμφισβητούμενων αγαθών προθέσεων της ατέρμονης ηγεσίας του.

 

Πολύ περισσότερο καθώς το ΣΑΕ, αποκομμένο από την πλειοψηφία των ομογενών, χωρίς δυνατότητα να καταστεί οικονομικά αυτάρκης οργανισμός και, επομένως, παραμένοντας υποτελής στην κυβέρνηση των Αθηνών, είναι αδύναμος να παράγει πολιτική σκέψη και στρατηγική, την οποία θα μπορούσε να προβάλει και να προωθήσει και στους δύο πόλους της ελληνοαμερικανικής πραγματικότητας, εργαζόμενο, έτσι, δραστήρια για την επίλυση των προβλημάτων των Αποδήμων. Και ενεργώντας αποφασιστικά για την ευόδωση των εθνικών μας θεμάτων, ιδιαίτερα στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς. Παραμένει,  ως εκ τούτου, πιστεύουμε, επίκαιρο πάντα το αίτημα για την σύσταση υπουργείου Απόδημου Ελληνισμού, αντί του οποίου έχουμε την σύσταση Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού με επικεφαλής Υφυπουργό των Εξωτερικών.

 

Καμία σχέση…

 

Κοντολογίς, όσο δύσκολο είναι σήμερα να φαντασθεί κανείς τον E.K. εν ζωή χωρίς την μεσολαβήσασα αναγεννησιακή 30ετία του Μπάμπη Μαρκέτου, άλλο τόσο δύσκολο είναι να αποσυνδέσει κανείς την παρουσία και το έργο του από την περίοδο άνθησης της Ομογένειας και την ανεκτίμητη προσφορά της προς την Ελλάδα. Αποτελεί η ομολογία αυτή τον ελάχιστο φόρο τιμής στον άνδρα και στην ομογενειακή εποποιία. Όλα αυτά καθώς η ομογένεια αναμένει ακόμη, όπως προείπαμε, τον ιστορικό που θα καταπιαστεί μαζί της, ώστε να αναδειχθεί το αδιαίρετο του ελληνισμού μέσα στην αέναη διαδρομή του χρόνου. Να καταδειχθεί ότι η Ελλάδα είναι διπλάσια, περίπου, σε  πληθυσμό, αν μετρηθεί σωστά. Πολλαπλάσια σε οικονομική δύναμη, αν  προστεθούν οι αποταμιεύσεις των Αποδήμων. Και πολλάκις πολλαπλάσια σε πολιτική επιρροή, αν ληφθούν υπόψη οι απανταχού ομογενείς μας.

 

Θα κλείσουμε την αναδρομή μας στο παρελθόν με το πορτραίτο του Κεφαλλήνος εκδότη, έτσι όπως αυτό αναδύεται μέσα από μαρτυρίες ζώντων αλλά και από την προσωπική εμπειρία του γράφοντος:

Δίκαιος, αυστηρός στο καθήκον, μαλακός στην ευεργεσία προς τον συνάνθρωπο. Ήρεμος, ψύχραιμος, με αυξημένη την αίσθηση του χιούμορ. Κατείχε άριστα την τέχνη της αυτοκριτικής. Βαθιά φιλοσοφημένος, διακρίνονταν από την αρετή της περίσκεψης, της αυτοσυγκράτησης. Απλός, καταδεκτικός.

Είχε στο έπακρο αυξημένο το αίσθημα της ευθύνης αλλά και το συναίσθημα της σεμνότητας, της μετριοφροσύνης και της σπουδαίας ταπεινοφροσύνης. Γεμάτος γνώσεις κατείχε την τεχνική του δασκάλου μαζί και του μαθητή.

Γνήσιος πατριώτης, ακραιφνής δημοκράτης. Εχθρός του απόλυτου και φίλος της αγωνιστικότητας. Αποστρέφονταν την κολακεία και εθέλγετο  από την αλήθεια. Υπομονετικός με τους ανυπόμονους, μεγαλόκαρδος με τους αχάριστους. Ασυμβίβαστος, όμως, με τους αγνώμονες, τους ψεύτες  και τους υποκριτές. Τίμιος, ευθύς, προβλέψιμος, γι’ αυτό ευάλωτος ο ίδιος, παρείχε ασφάλεια σε κάθε τρίτο. Έπραττε συνειδητά το καλό για την ευχαρίστηση του αγαθού και αποστρέφονταν το κακό σε κάθε μορφή και έννοιά του. Εργατικός, απαιτητικός πρώτα από τον εαυτό του και μετά από τους συνεργάτες του, δύστροπος σε κάθε ενέργεια που εκινείτο έξω από τα σαφώς προδιαγεγραμμένα πλαίσια.

Φυσιογνωμία που σε κέρδιζε, νους που σε καθήλωνε, εσωτερικός κόσμος που σε μάγευε.

Αυτός ήταν ο Μπάμπης Μαρκέτος. Από τους εκλεκτούς της Ομογένειας. Απεβίωσε το 1998, σε ηλικία 86 ετών, στην κατοικία του στο Χαλάνδρι, όπου ζούσε με τη σύζυγό του Αθανασία Γαζιάρη-Μαρκέτου. Ενταφιάστηκε στη γενέτειρά του, στην Αγία Ευφημία Κεφαλληνίας.

ΑΥΡΙΟ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ:  ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

 

Αθήνα  2006