Επίσκεψη Τσιάρα στον ελληνισμό της Γερμανίας

Επίσκεψη πραγματοποιεί από σήμερα στη Βόρεια Ρηνανία- Βεστφαλία ο Υφυπουργός Εξωτερικών κ. Κων Τσιάρας. Στο πλαίσιο της επίσκεψής του στην Βόρεια Ρηνανία- Βεστφαλία, ο κ. Τσιάρας θα συναντηθεί με τους υπουργούς Οικονομικών και Ομοσπονδιακών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του κρατιδίου, Νόρμπερτ Βάλτερ- Μπόργιανς και Σβαλ Ντούρεν, με εκπροσώπους του Γερμανο-ελληνικού Επιχειρηματικού Συνδέσμου (DHW), με τον γενικό διευθυντή της Deutsche Welle, Έρικ Μπέτερμαν, ενώ θα επισκεφθεί την Ιερά Μητρόπολη Γερμανίας στη Βόννη και θα έχει συναντήσεις με τις ελληνικές κοινότητες στην Κολωνία, στο Ντίσελντορφ και στη Βόννη.

Σε σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ομογενειακή εφημερίδα «Ελληνική Γνώμη» της Γερμανίας, με αφορμή την επίσκεψή του, ο κ. Τσιάρας επισημαίνει ότι «η επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας χρειάζεται τη δημιουργική δύναμη της ομογένειας».

«Οι απόδημοι και ομογενείς Έλληνες, ειδικότερα των νεότερων γενεών, έχουν αξιοζήλευτη παρουσία στο κοινωνικό, επιστημονικό, οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι των χωρών στις οποίες ζουν. Με τη συμμετοχή τους στα κοινά, έχουν καταστεί εν δυνάμει πρεσβευτές της χώρας μας και συμβάλλουν καταλυτικά στην ανατροπή της αρνητικής εικόνας της πατρίδας μας που κάποιοι προβάλλουν λόγω της δυσμενούς δημοσιονομικής συγκυρίας» δηλώνει, χαρακτηριστικά, ο υφυπουργός Εξωτερικών.

Τονίζει, παράλληλα, την ανάγκη να γίνει, πλέον, η οργάνωση των Ελλήνων του εξωτερικού στη βάση ενός μοντέλου σύγχρονου, το οποίο θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής. Σε αυτή την κατεύθυνση, ο κ. Τσιάρας εξηγεί ότι το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού (ΣΑΕ) «ολοκλήρωσε έναν κύκλο».

«Έφθασε η ώρα να κτίσουμε ένα ΣΑΕ πιο αντιπροσωπευτικό και κατ’ επέκταση πιο δημιουργικό, που να έχει τη δυνατότητα να κινητοποιήσει και να ενώσει όλες τις δυνάμεις του Οικουμενικού Ελληνισμού» προσθέτει. Σημειώνει δε, ότι θα δοθεί έμφαση στην αυτοοργάνωση, στην αυτοχρηματοδότηση και «σε ένα νέο ρόλο που θα δημιουργήσει σε όλους τους απόδημους Έλληνες την πεποίθηση ότι το νέο ΣΑΕ και τους ανήκει και τους εκπροσωπεί αποτελεσματικά». Το σχετικό σχέδιο νόμου έχει ήδη τεθεί σε δημόσια διαβούλευση- μέσω του opengov- έως την 31η Ιανουαρίου.

Υπογραμμίζει το ζήτημα της παιδείας και της εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας των Ελληνοπαίδων τονίζοντας ότι “η γλώσσα, μαζί με την θρησκεία είναι τα δύο βασικά στοιχεία που προσδιορίζουν την εθνική ταυτότητα και αποτελούν τον συνδετικό κρίκο των ομογενών με τη μητέρα πατρίδα. Μαζί με τη διδασκαλία της ιστορίας, αποτελούν τους βασικούς διαμορφωτές της εθνικής συνείδησης». Αναγνωρίζει, ωστόσο ότι, λόγω των περικοπών στο υπουργείο Παιδείας, περιορίστηκε αισθητά ο αριθμός των εκπαιδευτικών που αποσπώνται από την Ελλάδα στο εξωτερικό για την διδασκαλία Ελληνικών.

Διευκρινίζει, πάντως, ότι σκοπεύει να συνεργαστεί με τον υπουργό Παιδείας, προκειμένου να βρεθούν τρόποι για την αντιμετώπιση του προβλήματος- είτε από το κράτος είτε σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα- και, ειδικά σε ό,τι αφορά την Γερμανία, τονίζει ότι «το ζητούμενο είναι ένα σχολείο που θα διασφαλίζει πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση Ελλάδας και Γερμανίας, στην επαγγελματική κατάρτιση και εξειδίκευση και μέσω του οποίου θα διασφαλίζεται η διατήρηση και η ανάπτυξη των πολιτισμικών χαρακτηριστικών των ελληνοπαίδων».