Σχέσεις αποδήμων-Ελληνικής Πολιτείας VI

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Στο προηγούμενο άρθρο της σειράς καταλήγαμε με τη φράση: «Επομένως, η ευθύνη για την προάσπιση των σχέσεων Αποδήμων – Ελληνικής Πολιτείας βαραίνει τους ώμους της τελευταίας. Ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας,  συνεχής ενημέρωση και, πάνω απ΄ όλα, ειλικρινής διάθεση συνεργασίας μπορούν να φέρουν τα καλά και τα καλύτερα αποτελέσματα. Διότι το  καλύτερο  δεν  είναι πάντα εχθρός του καλού…»

Αλλά η σχέση αυτή, όπως και κάθε άλλη, έχει δύο πόλους. Επομένως, οφείλει κανείς να κοιτάξει και στην άλλη πλευρά, στο άλλο άκρο του δίπολου. Τι βλέπουμε;  Μια δυναμική ελληνική ομογένεια,  η οποία, όμως, τα τελευταία χρόνια μοιάζει να κρατάει αποστάσεις  από τη γενέτειρα. Και, πάντως, να είναι συγκρατημένη στις, προς το εθνικό κέντρο, παντοίες  εκδηλώσεις της.

Πρόσφατο παράδειγμα, το Σχέδιο Νόμου για το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού. Για πρώτη φορά τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το νομοθέτημα που θα καθορίζει τη δομή και τη λειτουργία του οργάνου αυτού.

Κι όμως, η συμμετοχή των ομογενών στην δημόσια διαβούλευση δεν ήταν αυτή που όφειλε να είναι. Μόλις 143 εγγραφές με παρατηρήσεις, σχόλια και προτάσεις από μεμονωμένους ομογενείς και ελάχιστους θεσμικούς παράγοντες της ομογένειας, καταγράφτηκαν στον ένα περίπου μήνα που διήρκεσε.

Η εύκολη απάντηση είναι «δεν ενδιαφέρει τους ομογενείς το ΣΑΕ». Αλλά η δημόσια διαβούλευση δεν είναι ο κατάλληλος χώρος να διατυπωθεί μια τέτοια θέση και μάλιστα με πλήθος αρνητικών τοποθετήσεων απέναντι στο νομοθέτημα, που δεν θα άφηναν καμία αμφιβολία ως προς την πραγματική επιθυμία της ομογένειας; Γιατί δεν προσήλθαν οι ομογενείς;

Βέβαια η ομογένεια και πολυάσχολη είναι και προβλήματα πολλά αντιμετωπίζει και η προσήλωσή της σε τέτοιας φύσεως ζητήματα είναι αντικειμενικά δύσκολη. Αλλά εδώ έχουμε μία μοναδική ευκαιρία. Να διαμορφώσουμε όπως πιστεύουμε καλύτερα τον νέο νόμο για το ΣΑΕ. Επομένως, τουλάχιστον όλοι οι οργανωμένοι ομογενείς που μπορούν να ξεκλέψουν λίγο χρόνο από τις άλλες ασχολίες τους, θα πρέπει να πάρουν θέση. Έστω και τώρα, ατύπως πλέον, πρέπει να δημοσιοποιήσουν τις απόψεις τους.

Όταν η Πολιτεία προχώρησε παλαιότερα στη δημιουργία του ΣΑΕ χωρίς να ρωτήσει την ομογένεια, όλοι την επικρίναμε. Αλλά σήμερα που η Πολιτεία δίνει τη δυνατότητα στους ομογενείς να πουν την άποψή τους, είναι δυνατόν να ανταποκρίνονται μόνον μια χούφτα  Απόδημοι;  Όχι τίποτε άλλο, αλλά ποιόν θα έχουμε να αιτιόμαστε αύριο, αν δεν μας αρέσει πάλι ο νόμος;

Δεν παραγνωρίζουμε ότι «αθόρυβα», αλλά μεθοδικά, από στρατηγικό σχεδιασμό ή από σκοπούμενη αδιαφορία,  στήνεται από ορισμένους, ευτυχώς λίγους  («ομογενειακούς») κύκλους στο εξωτερικό  το σενάριο της «απόστασης» των Αποδήμων  από τη γενέτειρα.

Έχει περάσει και στο παρελθόν η ομογένεια από παρόμοια φάση. Την περίοδο, όμως, του εθνικού διχασμού (1930).  Ήταν τότε που «..οι Έλληνες μετανάστες, απογοητευμένοι από το χάος και την αποσύνθεση, απαρνιούνται τη γλώσσα, την ιστορία, την  θρησκεία τους και χάνουν την εθνική τους συνείδηση…»  («Ο Εθνικός Διχασμός», Θεμιστοκλή Πέτρου, εκδόσεις Περίπλους, σελίδα 14).

Βέβαια σήμερα τα πράγματα δεν έχουν φθάσει σε τέτοιο σημείο. Παρατηρείται, όμως, από ορισμένη μερίδα,  μία προπαγάνδα αποστροφής  προς κάθε τι ελληνικό. Ως «επιχείρημα» ή «αιτιολογία» προβάλλεται η στρεβλή αντίληψη πως η οικονομική κρίση, οι  παρασπονδίες ορισμένων πολιτικών, η πολιτική ανεπάρκεια κάποιων άλλων και οι ταχυδακτυλουργικές επιδόσεις ορισμένων  (πολλών, έστω) φορολογούμενων πολιτών, συνιστούν παράγοντα που επηρεάζει αρνητικά την πάλλευκη, όπως  εσώψυχα την επιθυμούν οι ξενιτεμένοι, εικόνα της Ελλάδας.

Ας μην γελιόμαστε. Ιδανικές, αγγελικές  κοινωνίες, δεν υπάρχουν. Η Ευρώπη και ο κόσμος γενικότερα, παρουσιάζουν στις μέρες μας –δυστυχώς- σαφές έλλειμμα εμπνευσμένων ηγετών. Οι πολίτες όλων των χωρών του κόσμου,  είναι μοιρασμένοι ή εν πάση περιπτώσει ανακατεμένοι, νομοταγείς,  φιλήσυχοι και συνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς την πολιτεία, πολίτες,  με τους άλλους, τους φυγόπονους, τους  εισφορο-διαφεύγοντες, τους φορο-διαφεύγοντες και  τους χρηματιζόμενους.

Δεν κομίζουμε γλαύκας εις Αθήνας. Όσοι παρακολουθούν στοιχειωδώς την διεθνή επικαιρότητα έχουν άφθονα παραδείγματα δημοσίων ανδρών στην Ευρώπη και όχι μόνον, που διασύρονται εξ αιτίας  κάποιων  πράξεών τους, αλλά και πολιτών που αποφεύγουν –όπου και όσο μπορούν-  να εκπληρώσουν  στο ακέραιο τις υποχρεώσεις τους.

Είναι επικίνδυνο εθνικά να γυρίσουμε σε εποχές που πρέπει να μείνουν θαμμένες στη λήθη της ιστορίας. Ο Ελληνισμός, ως η προέκταση του ελληνικού συνόρου, είναι ενιαίος και οφείλει να παραμείνει έτσι.

Με εκατέρωθεν προσπάθειες, οι γέφυρες επικοινωνίας, οι ακατάλυτοι δεσμοί και η σύμπνοια πρέπει να ενισχυθούν και να ισχυροποιηθούν σε πείσμα όσων απεργάζονται σχέδια  αποκοπής της ομογένειας από τον ομφάλιο λώρο της, από τις ρίζες της, από τις πολιτισμικές της καταβολές.

Το κάτω-κάτω να μην ξεχνάμε ότι οι Έλληνες μετανάστες «πήραν τα πάνω τους», «ψήλωσαν σε θωριά και ανάστημα», κέρδισαν τον θαυμασμό των ξένων και άρχισαν να προοδεύουν μέσα στις τοπικές κοινωνίες, μόνον από όταν η πατρίδα Ελλάδα και τα αδέλφια τους που είχαν αφήσει πίσω,  μεγαλουργούσαν  στα πεδία των μαχών, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.