Κυριακή Πρωϊ: Ωδή σε ένα ευχαριστώ

                          Ἀφιερωμένο μὲ τὴν ἀγάπη ποὺ πρέπει,

σ’αὐτοὺς ποὺ εἶχαν μάθει πραγματικὰ νὰ ἀγαποῦν,

στὴν Ἁγία ἡγουμένη καὶ τὶς Βελγίδες καλόγριες,

βοηθὲς νοσοκόμες στὸ Hasselt

στὶς 21-11-1963 ἡμερομηνία γεννήσεώς μου.

Τὶς Κυρίες αὐτὲς ποὺ ἤξεραν καὶ

ἤθελαν νὰ τιμοῦν τὴν ἀξία τῆς ζωῆς,

                          μὲ τὴν μεγαλοκαρδία τῆς καλοσύνης τους.

 

 1  Ὅτι ἐσὺ συνέτριψες τὶς ἀλόγιστες ἐπιθυμίες,

    τῆς ἀλαζόνας νίκης, τῶν κηδεμόνων τῆς ἡδονῆς παθῶν μου.

 

2  Ὃ τί ἐσὺ ὁδήγησες τὴν λογική της μαθητευόμενης ἀκοῆς μου,

   στὴν συναναστροφή της, μὲ τοὺς ὄμορφους λόγους.

 

3  Ὅτι ἐσὺ δίδαξες στὴν καρδιά μου,

   τὸ θάρρος τῆς καλοσύνης, ποὺ τὸ ὀνόμασες ΑΓΑΠΗ.

 

4  Ὁ Κύριος ἐδέχθη τὴν ντροπὴ τῆς μορφῆς μου,

   καὶ συγχώρεσε αὐτήν.

 

5  Εἶπε ὁ ἀδαὴς περὶ τοῦ Θείου, ὁ Θεὸς βρίσκεται

   ἐκεῖ ποὺ ἀγαπᾶ νὰ κατοικεῖ τὸ κυρίαρχο μηδέν,

   καὶ εἶπε τὸ ἀρχέτυπο μηδέν,

   στὸ μηδὲν ὑπάρχει ἡ ἐπιθυμία

   τοῦ πλαστουργοῦ μου ἄνθρωπου μονάχα.

 

6  Φύλαξον μὲ Κύριε, εἰς τὴν φιλοξενία

   τῆς ἀνιδιοτέλειας, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθειά σου,

   Κρύψον μὲ εἰς τοὺς παραδείσους τῆς κίνησης

   τῶν πάντοτε ἐπιβλεπόντων τὰ πάντα,

   ἀστροφρουρούμενων ὀφθαλμῶν σου.

 

7  Κύριε, συγχώρεσε αὐτοὺς μὲ τὴν πληρότητα τῆς χάρης σου.

   Κύριε, τιμώρησε αὐτούς, μὲ τὴν τιμιότητα

   Ποῦ ἀκολουθεῖ πάντοτε, τὴν συμβουλὴ τῆς ἀγάπης σου.

 

8  Κύριε, σῶσον μὲ ἀπὸ τὸν ληστὴ ποὺ μεταφέρει

   τὴν ἄγνοιά του γιὰ τὰ δεινά της κακίας,

   ἀπὸ τὸν ἅρπαγα, διδάσκαλο τῆς ἀσυδοσίας,

   ποῦ μετατρέπει τὴν ἀλήθεια ποὺ εὐγνωμονοῦσε

   τὴν ζωή, ὅταν δάμασε τὴν σοφία, σὲ ἕνα ἀνόητο ψέμα.

 

9  Ἡ ψυχή μου ἠθελημένα ἄγει τὰ συναισθήματά μου εἰς τὸν Κύριον

   τὸ σῶμα μου ὑπηρετεῖ μὲ σύνεση εὐλαβείας τὴν ἀφημένη

   εἰς τὴν ὑπακοὴ τοῦ Θείου, ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς μου.

 

10  Φύλαξε τροποποιὲ καὶ δεσπότη τῶν Θείων ἀλλαγῶν τῆς ζωῆς μου

    τὶς ἱερὲς ἐπιθυμίες τῶν ἀρετῶν νὰ ἐπιθυμοῦν γιὰ χάρη μας,

    τὶς ἀλήθειές σου.

 

11  Κύριε ὑποστήριξα μέσα μου, τὴν γέννηση ἀγάπης γιὰ τὶς Ἀλήθειές σου

     καὶ τώρα ὁ Ναός σου ἔγινε φάτνη γιὰ νὰ ζεστάνει τοὺς τρεῖς κτίστες,

     τὸ νοῦ, τὸ σῶμα, καὶ τὴν ψυχή μου, ποὺ μὲ ἀκολουθοῦν πιστά,

     καὶ συντηροῦν τὴν ἀναστάσιμη περιουσία τοῦ παρόντος μου.

 

12  Ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου ἠχεῖ μέσα μου, ὅταν ἐγὼ γίνομαι

     ὁ ἱερὸς ἐπισκέπτης τοῦ Ναοῦ, καὶ ἀνυψώνει τὶς ψυχές μας,

     ἔτσι ὥστε νὰ ἀποκτοῦν τὸν σεβασμὸ τῶν ἀγγέλων.

 

13   Σύ, Κύριε, εἶσαι ἡ θρησκεία τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν

      καὶ ἡ γλώσσα, ὁ πρόδρομος

     καὶ ὁ γλυκόλογος φύλακας τῆς θρησκείας αὐτῆς.

 

14 Ὅτι ὁ Κύριος ἐμπιστεύτηκε τὰ δάκρυά του, στοὺς δικαίους,

     τὶς προσευχές του, στοὺς ἐπαῖτες τοῦ λογικοῦ, τοὺς συνετούς.

 

15  Ἡ ἀθυροστομία τῶν χειλιῶν μου, Κύριε,

     Κερκόπορτα τῆς ἀπρεποῦς γνώμης, τῆς ἀσεβείας μου.

 

16  Κύριε, εἰσάκουσε τὴν προσευχή μου, ὅτι αὐτὴ

     ἡ δύναμη τῆς εὐπρέπειας καὶ ὁ καινούριος φύλακας

     τῶν συναισθημάτων, τῆς ταπεινῆς ψυχῆς μου.

 

17  Γιατί ἐγὼ ἡ ψυχὴ τῆς μέλισσας,

     ὅταν ἐπιθυμῶ τὸ μέλι τῶν λόγων σου, Κύριε.

     Γιατί ἐγὼ ἡ ψυχὴ τῆς προσευχῆς,

     ὅταν αὐτὴ συναντᾶ τὴν παρουσία σου Κύριε.

18  Ὅτι τῷ Κυρίω τῷ Θεῶ μου, ἡ ἐξουσία μου στὸ εἶναι μου,

      μὲ σεβασμὸ ἐπιθυμεῖ νὰ προσεύχεται.

      Καὶ ἡ ἐλευθερία στὸ εἶναι μου, ἐπιτρέπει τὴν καθιέρωση

      τῆς φιλίας μὲ τὶς ἀρετές σου, ποὺ τὴν ψυχή μου τώρα κυβερνοῦν.

 

19  Ἡ φωνή μου, ποίμνιον ἤχων ἐλπίδας καὶ ὁ Θεός μου

      ὁ μόνος ποὺ ἀκούει τὰ πιστεύω τῆς ἐλπίδας αὐτῆς.

 

20  Σὲ σέ, Κύριε, ἐναποθέτει ὁ πόνος μου, τὶς στιγμὲς

      ποῦ ἀντέδρασαν στὴν σιωπηλὴ πίκρα τους, τὰ δάκρυά μου.

      Σὲ σέ, Κύριε, ἐναποθέτει ὁ διάλογός μου μὲ τὸν θάνατο,

      τὴν ἀπροθυμία νὰ καταδικάζει τὶς ἀγάπες γιὰ τὴν ζωή.

 

21 Σὺ ὁ Θεάγγελος τῆς ἰάσεως τοῦ πόνου.

     Σὺ ὁ Θεάγγελος τῆς ἰάσεως τοῦ θανάτου.

     Γιατί ἐσὺ σεβάστηκες ἀκόμα καὶ τὴν ἀδυναμία τοῦ πηλοῦ,

     νὰ ἔχει ἀγγελικὴ παρουσία, στὴν ἔμψυχη ζωή.

 

     Καὶ ἔδωσες τὴν ὀμορφιὰ τῆς ἀγάπης νὰ διδάξει

     τὴν ζωὴ τοῦ πηλοῦ, ποὺ φιλοτέχνησε ἡ πνοή σου,

     καὶ τὴν ὀνόμασες καρδιὰ τοῦ υἱοῦ σου

      ἢ ἀλλιῶς, εὐγνωμοσύνη τοῦ ἀνθρώπου.

 

22  Καὶ σὺ ὁ μόνος Θεὸς ποὺ ἔδωσες

     στὶς πήλινες ἱκεσίες, τὴν δύναμη τώρα νὰ μποροῦν

     νὰ προφέρουνε ἀνθρώπινες προσευχές.

 

     Ἔτσι ἀπὸ ἐσέ, Κύριε, ἀξιολογήθηκε ἡ ἐπιθυμία

      γιὰ ἀξιοπρέπεια τοῦ πηλοῦ, ποὺ θὰ τὴν προστατεύει

      ἡ ἐντιμότητα τῆς ψυχῆς στὴν ζωή.

 

 

  ΨΑΛΜΟΣ ΣΤΟ ΠΙΣΩ ΕΞΩΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

 

     Κύριε, ἤμουν ἄκληρος καὶ ἀνίσχυρος πηλός.

     Συγγένεια δὲν εἶχα μὲ τὴν ἐλπίδα, μήτε μὲ τὸν λόγο.

     Κύριε, ἤμουν συντροφιὰ μοναχά της μάνας γής.

    Κύριε, μοῦ ἔλειπε ὁ Πατέρας οὐρανός.

      Μὰ ἀπ’ὅλα περισσότερο ἀναζητοῦσα τὴν παρουσία σου, Κύριε,

     γιατί μου ἔλειπε ἡ χρηστομάθεια, τοῦ ἐπινίκιου λόγου σου.

Ιωάννης Η.Μ. Βάσσος