Οι θεοί των Ονείρων στο Ελληνικό Μουσείο Μελβούρνης

Μία μοναδική φωτογραφική έκθεση που δημιουργεί έναν ιδιαίτερου εικαστικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος «διάλογο» μεταξύ της ελληνικής αρχαιότητας και της σύγχρονης τέχνης, φιλοξενεί από την Παρασκευή το Ελληνικό Μουσείο Μελβούρνης.

Ο Αυστραλός φωτογράφος Bill Henson, που πριν από λίγα χρόνια «προκάλεσε» την κοινή γνώμη της χώρας με τις γυμνές φωτογραφίες ανηλίκων, γύρισε τον φωτογραφικό του φακό στους αμύθητους θησαυρούς της ελληνικής αρχαιότητας που φιλοξενεί το Μουσείο με στόχο να διερευνήσει για άλλη μία φορά τα όρια μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, παρελθόντος και μέλλοντος.

Η έκθεση φωτογραφίας «Όνειροι» έγινε πραγματικότητα χάρη σε πρωτοβουλία του Μουσείου και θα παραμείνει σ’ αυτό έως το 2024, όσο δηλαδή και η συλλογή θησαυρών της Αρχαίας Ελληνικής, Βυζαντινής και Νεότερης Ιστορίας του Μουσείου Μπενάκη.

Το γεγονός ότι ο παγκοσμίως διάσημος φωτογράφος Bill Henson, που πρέπει να αναφέρουμε ότι τα τελευταία χρόνια προτιμά να δουλεύει κυρίως στο εξωτερικό επέλεξε να συνεργαστεί με το Ελληνικό Μουσείο, αποτελεί από μόνο του είδηση όχι μόνο για το Ελληνικό Μουσείο αλλά και για την ευρύτερη εικαστική σκηνή της χώρας.

Το όνομα της έκθεσης παραπέμπει στην ελληνική μυθολογία αλλά και στον τρόπο με τον οποίο ο καλλιτέχνης  προσεγγίζει την ελληνική αρχαιότητα και διερευνά τη σχέση της σύγχρονης τέχνης με την τέχνη και κοινωνία των αρχαίων Ελλήνων.

Οι «Όνειροι», ήταν οι θεοί των ονείρων. Σύμφωνα με τη μυθολογία κατοικούσαν στις ακτές του ωκεανού, στη δύση, σε ένα σπήλαιο, κοντά στα σύνορα του Άδη. Οι τέσερρις αυτές θεότητες ήταν ο Μορφέας, ο Ίκελος, ο Φοβήτωρ (Φόβος) και ο Φάντασος (Φαντασία). Ο Μορφέας, είναι ο πιο ισχυρός από τους υπόλοιπους και γι’ αυτό μπορούσε να επεμβαίνει στα όνειρα των βασιλιάδων και των ηρώων, ενώ παράλληλα -λένε- μετέφερε τα μηνύματα των θεών στους θνητούς, με τη μορφή ονείρων. Ο Ίκελος, βοηθούσε τις πτυχές των ονείρων που απεικονίζουν τη πραγματικότητα, κάνοντάς τα ρεαλιστικά και ο Φόβος, έκανε τα όνειρα τρομακτικά δηλαδή ήταν η προσωποποίηση του εφιάλτη, που έπαιρνε μορφή τεράτων ή τρομακτικών ζώων. Ο Φάντασος (Φαντασία), παρήγαγε τα δυσνόητα και πλασματικά όνειρα και ήταν η προσωποποίηση της φαντασίας.

Στις φωτογραφίες της έκθεσης, ο Bill Henson βγάζει τα πολύτιμα εκθέματα από τις προσθήκες τους, μεταφέροντάς τα στη σημερινή πραγματικότητα μέσα σε ένα περιβάλλον ονειρικό το οποίο δημιουργεί με το φακό του και  το χρώμα του λυκόφωτος ως “καμβά” του. Στην ουσία ο διάσημος φωτογράφος μεταβάλλει τα εκθέματα σε χρηστικά αντικείμενα δημιουργώντας σχέση επικοινωνίας μεταξύ αυτών και του μοντέλου του.

«Η ιδέα του μεσογειακού γαλάζιου καμβά πάνω στον οποίο παρουσιάζω το μοντέλο με τα αντικείμενα γεννήθηκε μόλις με πλησίασαν για τη συγκεκριμένη φωτογράφηση. Ήθελα να αναπαράγω το βαθύ γαλάζιο της Μεσογείου που πριν από λίγα χρόνια φωτογραφίζοντας έναν αρχαίο ελληνικό ναό στην Σικελία, δημιούργησα επεμβαίνοντας εκ των υστέρων» δήλωσε ο Henson σε συνέντευξη που παραχώρησε για την έκθεση στην εφημερίδα «Sydney Morning Herald». «Συμπεριέλαβα στα φωτογραφίες στοιχεία όπως όρη ή την θάλασσα γιατί ήθελα να δημιουργήσω μία πιο ανοικτή εικόνα, την αίσθηση ενός ανοικτού χώρου» πρόσθεσε, λέγοντας ότι δεν ήθελε οι φωτογραφίες του να είναι «κλειστοφοβικές».

«Για μένα το συγκεκριμένο πρότζεκτ είναι ένας τρόπος φυγής από την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο της τέχνης στην Αυστραλία» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Henson για τους λόγους που τον ώθησαν να δεχθεί την πρόταση που πριν από ένα χρόνο του έκανε ο γενικός διευθυντής του Ελληνικού Μουσείου, Γιάννης Τατούλης. Ας προσθέσουμε όμως ότι έστω και ως απόπειρα διαφυγής από τα κακώς κείμενα στο χώρο της τέχνης, ο Henson κατάφερε να προσθέσει μέσα από αυτή του τη δουλειά μία ακόμα λαμπρή σελίδα σ’ αυτόν.