Συρτάκι για Γκίνες από τους ομογενείς της Κωνστάντζας

Κωνστάντζα, Ρουμανία.- Στην Κωνστάντζα (ρουμ. Constanţa), στις 28 Μαίου 2016, αποφάσισαν οι Έλληνες της Ρουμανίας να στήσουν το μεγαλύτερο συρτάκι στον κόσμο και να γραφούν στο Βιβλίο Γκίνες. Που αλλού, αφού η πόλη είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της Ρουμανίας στη όχθη της Μαύρης θάλασσας και, το ξέρουμε ήδη, στο DNA των Ελλήνων γράφει Θάλασσα. Επόμενο ήταν λοιπόν η Ένωση Ελλήνων της Ρουμανίας να την επιλέξει ανάμεσα στα πολλά και μεγάλα άλλα λιμάνια της Ρουμανίας με επίσης δυνατές Ελληνικές κοινότητες όπως ο Σουλίνας, το Γαλάτσι, η Βραΐλα ή η Ντρομπέτα-Τούρνου Σεβερίν.

Η Κωνστάντζα βρίσκεται στη Νότια Δοβρουτσά/Ντομπρότζεα, στα βορειοδυτικά παράλια του Εύξεινου Πόντου, σε απόσταση 280 χλμ. από το Βουκουρέστι. Η ιστορία της αρχίζει από τον 6ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα μάλιστα με έναν αρχαίο μύθο, η πόλη ιδρύθηκε από τον Αιήτη, τον μυθικό βασιλιά της Κολχίδος, πατέρα της Μήδειας.

Η παρουσία των Ελλήνων στη σημερινή Ρουμανίας, επιβεβαιωμένη από τα διάφορα έγγραφα και χρονογραφήματα, χρονολογείται από την αρχαιότητα και οι Μιλήσιοι ήταν αυτοί που ίδρυσαν την πόλη Τόμις, τη σημερινή Κωνστάντζα. Από την αρχαιότητα, οι ποντιακές

πόλεις ως ενεργά και ευημερούσα λιμάνια ήταν κατοικημένα από όλες τις εθνικότητες του Πόντου καθώς και ολόκληρης της περιοχής της Μεσογείου, αλλά οι Έλληνες και οι Γκέτες ήταν οι πιο πολλοί.

Το νέο όνομα της πόλης προέρχεται πιθανότατα από παραφθορά της βυζαντινής ονομασίας «Κωνσταντιανή», που της αποδόθηκε προκειμένου να τιμηθεί η αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου Κωνσταντία. Οι Οθωμανοί χρησιμοποιούσαν, ελαφρά μεταλλαγμένη, την ίδια ονομασία: Κιουστεντζέ (Küstence). Είναι χωρίς αμφιβολία ότι η Χριστιανική Δομπρότζεα είχε στενές σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη, την οποία, πολύ πιθανός την αντίγραψαν.

Η περιοχή έδωσε στον Αρχαίο πολιτισμό μερικούς από τους διάσημους ανθρώπων των γραμμάτων όπως: ο Ίστρος ο Καλλατιανός, Έλληνας από την Καλλάτιδα (σημερινή Μανγκάλια της Ρουμανίας) ο οποίος αναφέρεται από το Στέφανο το Βυζάντιο ως συγγραφέας του έργου «περί τραγωδίας», Ο Σάτυρος ο περιπατητικός, που έγραψε την βιογραφία του Ευριπίδη -Βίος Ευριπίδου-, ο Ηρακλείδης ο Ποντικός,ή Ηρακλείδης ο Λέμβος (αρχαίος Έλληνας περιπατητικός φιλόσοφος, ιστορικός και ανώτερος υπάλληλος του βασιλιά Πτολεμαίου VI της Αιγύπτου και που έγραψε μια βιογραφία του Αρχιμήδη) και ο Θαλής ο ρήτορας. Αργότερα, η Μικρή Σκυθία με την μητρόπολη της Τόμις θα δώσουν στον χριστιανό κόσμο φιλόσοφους και λόγιους όπως ο Ιωάννης- Αββάς Κασσιανός , ο Ιωάννης Μαξέντιος, ο Διονύσιος ο Μικρός, κ.τ.λπ. Και, βέβαια, εδώ είχε ο Απόστολος Ανδρέας μία Επισκοπή.

Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Μιχαήλ Παλαιολόγος Ο Ελευθερωτής τους παραχωρεί το δικαίωμα να κάνουν εμπόριο στο Εύξεινο Πόντο. Το εμπόριο τους με την Ανατολή προώθησε την ανέγερση εμπορικών σημείων, πραγματικές οάσεις πολιτισμού που άπλωναν την επιρροή τους και στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας αλλά και προς τα παραδουνάβια λιμάνια.

Η Γενοβέζικη εποχή της Κωστάντζας παρασταίνει τις εμπορικές σχέσεις με τους Έλληνες του Πόντου. Στα 1821 οι Έλληνες έμποροι της Κωστάντζας διαθέτουν υλικά μέσα και στρατιώτες σε καλή κατάσταση

για να μπορέσουν να βοηθήσουν τους συναδέλφους τους στον αγώνα για την ανεξαρτησία της πατρίδας. Αυτοί είναι καθοδηγημένοι εκείνη την εποχή, από μια “Δημογεροντία”.

Η Ελληνική παρουσία στην Κωνστάντζα με την πάροδο του χρόνου έμεινε έντονη, με την σημαντική συμβολή της στο χώρο του εμπορίου, της θρησκείας, της εκπαίδευσης (από 1860 το πρώτο σχολείο στην Κωνστάντζα).

Σε ότι αφορά την Ελληνική παροικία της Κωνστάντζα, το 1890 συστήθηκε ο ελληνικός σύλλογος «Ελπίς», ο οποίος διακρίθηκε για την πολυσχιδή του δράση του. Ίδρυσε αναγνωστήριο και λέσχη για τους ομογενείς, ενώ ενίσχυε οικονομικά, σε τακτική βάση, τα δύο ελληνικά κοινοτικά εκπαιδευτήρια. Παράλληλα, φρόντιζε για τους απόρους της πόλης «ανεξαρτήτως εθνικότητος, θρησκεύματος και φύλου», σύμφωνα με το καταστατικό του. Ιδιαίτερα αξιόλογη ήταν η δραστηριότητα του συλλόγου στον πολιτιστικό τομέα. Το 1898 οικοδόμησε το πρώτο θέατρο στην πόλη, έργο του Γάλλου αρχιτέκτονα L. Piver. Στην αίθουσα αυτή έδιναν παραστάσεις, εκτός από ομάδες ερασιτεχνών ομογενών, θίασοι από την Ελλάδα, ερασιτέχνες των άλλων κοινοτήτων και φυσικά όλοι οι ρουμανικοί θίασοι που επισκέπτονταν την Κωνστάντζα. Τμήμα ουσιαστικά του συλλόγου συνιστούσε η «Φιλόπτωχος αδελφότης κυριών», που ιδρύθηκε το 1915 και ασχολήθηκε συστηματικά με την αρωγή των άπορων ομογενών και των παιδιών τους. Τέλος, «τέκνο» του συλλόγου «Ελπίς» αποτελούσε και η ομώνυμη ποδοσφαιρική ομάδα, από τις αξιολογότερες στη Ρουμανία κατά τα Μεσοπολεμικά χρόνια, καθώς είχε κατακτήσει και πρωταθλήματα. Η σημασία του συλλόγου, μέλη του οποίου ήταν άλλωστε εξέχοντες ομογενείς, αναγνωρίστηκε με τον κοινοτικό κανονισμό του 1929, όπου καθοριζόταν ότι ο εκάστοτε πρόεδρος του συλλόγου ήταν αυτοδικαίως μέλος του κοινοτικού συμβουλίου. Άλλωστε, στο σύλλογο συμμετείχαν συνήθως τα πλέον διακεκριμένα μέλη της ελληνικής κοινότητας, μολονότι, ιδίως τα πρώτα χρόνια δράσης του συλλόγου, είχαν κυρίαρχο ρόλο προπαντός νέοι, μορφωμένοι Έλληνες πάροικοι.

Από το 1990 η Ελληνική Κοινότητα Ελπίς άρχισε ξανά την δυναμική δράση της. Εξ ‘άλλου, ο Ελληνισμός συνεχίζει να αποτελεί μία δυναμική ομάδα, αντάξια της ιστορικής διαδρομής, οικονομικής, κοινωνικής, πνευματικής και πολιτισμικής, της ελληνικής κοινότητας στο χώρο.

Μικρό δείγμα της συμβολής του Ελληνισμού στη Ρουμανία είναι η διάθεση των νέων Ρουμάνων να μάθουν την ελληνική γλώσσα και ιστορία. Και η διάθεση των ρουμανικών πανεπιστημίων να στηρίξουν αυτή τη τάση δείχνει τη σημασία που έχει ο Ελληνικός πολιτισμός για την παράδοση και την κουλτούρα αυτής της χώρας.

Η δύναμη των Ελλήνων της Ρουμανίας είναι και αποτέλεσμα της ένωσης των 27 κοινοτήτων απ’ όλες τις πόλεις σε μια Ένωση η οποία κατάφερε και έχει και τον αντιπρόσωπο της στην ρουμάνικη Βουλή στο πρόσωπο του Προέδρου της, του Κυρίου Δρ. Δράγκος Γκαμπριέλ Ζησόπολ.

Αυτή τη φορά θα μιλήσουμε για ένα νέο και τολμηρό επιχείρημα των ελλήνων της Ρουμανίας- να δείξουν ότι η πατρίδα της ψυχής τους, η Ελλάδα μπορεί να τιμηθεί από οποιαδήποτε χώρα. Να δείξουν ότι δεν πέθανε το ολυμπιακό πνεύμα και ότι παρ’ όλη την βία γύρω μας, μπορούμε να είμαστε ενωμένοι ακόμη και μέσω χορού.