«Δούρειος Ίππος», «Διπλωματικοί Κατάσκοποι» και «Χρήσιμοι Ηλίθιοι»

ΓΝΩΜΗ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑΣ

Τα δύο θέματα που δημοσιεύσαμε αναφορικά με τους δύο ελληνικής καταγωγής βουλευτές, την ομογενή από την Αυστραλία, Κόνι Μπονάρος (Connie Bonaros)  και τον ομογενή από την Σουηδία, Σωτήρη Δελή (Sotiris Delis) αμφότεροι μέλη της Πα.Δ.Ε.Ε. και που αφορούσαν τις εκτός επικράτειας μετακινήσεις και τους χρηματοδότες τους, αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής. Τούτο διότι άπτονται ευαίσθητων χορδών της (άτυπης, επί του παρόντος) συγχώνευσης της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διπλωματίας (ΓΓΔΔ) με την Γενική Γραμματεία; Απόδημου Ελληνισμού (ΓΓΑΕ).

Όπως προκύπτει από τα δύο αυτά δημοσιεύματα, μεγάλη είναι η προσοχή την οποία τα ξένα Κοινοβούλια  (όπως άλλωστε και το ημεδαπό) αποδίδουν στην διαφάνεια των Οικονομικών  Στοιχείων που αφορούν το «πόθεν έσχες» των μελών τους. Τόσο μεγάλη μάλιστα, που δύο ισχυρές χώρες,  όπως η Αυστραλία και η Σουηδία, να ασχολούνται λεπτομερώς με τα αεροπορικά εισιτήρια των βουλευτών και τους χρηματοδότες τους. Οι βουλευτές τα δηλώνουν στο «πόθεν έσχες» και επιπλέον δικαιολογούν και την «χορηγία». Τούτο συμβαίνει διότι, όπως εξηγεί ο κ. Δελής, «ένα δημοκρατικά εκλεγμένο άτομο σε κοινοβούλιο άλλης χώρας είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένο σε κινδύνους να κατηγορηθεί ότι έχει γίνει όχημα “κατασκοπευτικής διπλωματίας” κάτι που δημιουργεί μεγάλους κινδύνους και εξουδετερώνει την σοβαρότητα και τον επαγγελματισμό του πολιτικού αυτού».

Είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο η Κόνι Μπονάρος, στο δικό της «πόθεν έσχες» , δήλωσε ταξίδια στην Ελλάδα αξίας 3.500 δολ.. Κατονόμασε, μάλιστα και τον χρηματοδότη,  που στην περίπτωση ήταν η Πα.Δ.Ε.Ε. Και ήταν ο ίδιος λόγος, για τον οποίο, ο Σωτήρης Δελής,  αρνιόταν να συμμετάσχει στα συμβούλια της Ορθοδοξίας που διοργανώνονταν κάθε χρόνο στην Ελλάδα. Φοβόταν τις επιπλοκές από το γεγονός ότι οι οργανωτές των Συνεδρίων εξυπηρετούσαν ρωσικά συμφέροντα και πως αυτό θα μπορούσε να είχε επιπτώσεις στην πολιτική του καριέρα,  καθώς θα μπορούσαν να του προσάψουν ότι ενεργεί ως ένα είδος  “Δούρειου Ίππου” μέσα στην σουηδική διπλωματία και πολιτική».

Ποτέ, άλλωστε, ακόμη όταν το 1974 η ελληνική ομογένεια των ΗΠΑ έδινε την κραταιά μάχη για την επιβολή του εμπάργκο στις πωλήσεις  όπλων προς την Τουρκία, οι ελληνο-αμερικανοί πολιτικοί που πρωτοστατούσαν στις «μάχες» στη Βουλή και τη Γερουσία δεν συνέδεσαν τον αγώνα τους με την Ελληνική ή την Κυπριακή Κυβέρνηση. Ο αγώνας δόθηκε και η νίκη κερδήθηκε για την προστασία του Αμερικανικού Συντάγματος που είχαν παραβιάσει οι Τούρκοι καθώς χρησιμοποίησαν  αμερικανικό οπλισμό, για να επιτεθούν σε ξένη (Κύπρος) χώρα. Ούτε διπλωματία, ούτε κυβερνητική ανάμειξη.

Η επιχειρούμενη σήμερα «μείξη» της διπλωματίας με τους Απόδημους Έλληνες/ομογενείς,  και η  έστω και έμμεση ανάμειξη της εκάστοτε ελληνικής κυβέρνησης στις κινητοποιήσεις των αποδήμων, ακόμη και για την αθώα προβολή των γαλάζιων ακτών της Ελλάδος, μόνον εμπόδια στο έργο της ομογένειας και των ομογενών πολιτικών θα προκαλέσει. Και σύγχυση. Διότι η «συγχώνευση» δίνει στην εντύπωση στον ξένο παράγοντα  ότι «πατρονάρεται» διπλωματικά ο απόδημος ελληνισμός, ωσάν να μην έχει δικά του στελέχη, οργανώσεις και «άκρες» στην πολιτική ζωή της Αμερικής και των κυβερνήσεων άλλων κρατών στα οποία ζει. Και τα οποία μπορεί ανά πάσα στιγμή να κινητοποιήσει.

Χρήζει ιδιαίτερης προσοχής το σημείο αυτό, προσοχή που δεν φαίνεται να έχει δώσει η ελληνική κυβέρνηση «συγχωνεύοντας» τις δύο γραμματείες. Κι όμως, ο ελληνισμός του εξωτερικού μπορεί, έχει μάθει να δρα αποτελεσματικά, υπερασπιζόμενος την πρώτη πατρίδα χωρίς, την ίδια ώρα, να βλάπτει τα συμφέροντα της χώρας στην οποία ζει. Σ΄ αυτήν την ισορροπία βρίσκεται η δύναμή του. Από αυτή την δυνατότητα -και μέσω των ομογενών πολιτικών- αντλεί την επιρροή του που την μετουσιώνει σε αυτονόητο ενδιαφέρον για την πρώτη πατρίδα.

Αυτό έκανε πάντα. Το ερώτημα είναι, θα μπορεί να το πράττει και στο μέλλον κάτω από τις νέες συνθήκες και τις νέες διευθύνσεις  που διαμορφώνονται με τις αλλαγές στο ΥΠΕΞ;  Διατηρούμε τις επιφυλάξεις μας. Εκείνο που είναι πρόδηλο, είναι πως για να συμβεί αυτό, θα πρέπει οι ομογενείς πολιτικοί (αλλά και οι πολίτες) να διατηρήσουν και στο μέλλον την θεσμική αποστασιοποίησή τους από τη γενέτειρα, την προσήλωσή τους στο Σύνταγμα της χώρας όπου διαβιούν και να ενεργούν αυτοβούλως, υπερασπιζόμενοι μαζί με τα τοπικά και ελληνικά θέματα, που εδράζονται πάνω σε  Αρχές, Αξίες και Ανθρώπινα Δικαιώματα,  ώστε να δρουν χωρίς να κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν  «δούρειος ίππος», «διπλωματικοί κατάσκοποι» και «χρήσιμοι ηλίθιοι» μιας ξένης χώρας.