Το φιάσκο εξακρίβωσης της «ελληνικότητας» των ομογενών (της Ουκρανίας) και άλλα ευτράπελα…

Φώτο: AAP via AP/Petros Giannakouris

neoskosmos.com

Ο απρόκλητος, αδικαιολόγητος, άδικος και εγκληματικός πόλεμος που διεξάγεται στην πολύπαθη Ουκρανία ανέδειξε, για πολλοστή φορά, ένα ακανθώδες πρόβλημα στο οποίο είχαμε αναφερθεί παλαιότερα: αυτό του προβληματικού κι επίμαχου ορισμού των «ομογενών».

Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο προφανώς ελάχιστα ενδιαφέρει τις ελληνικές κυβερνήσεις, από σύσταση νεοελληνικού κράτους έως σήμερα. Είναι δε σχεδόν βέβαιο ότι ουδένα θα απασχολούσε το εν λόγω θέμα εάν δεν συνέβαινε να ζει εδώ και 2.500 χρόνια στην Ουκρανία ένας διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός ομογενών.

Εξού και, για τη μοίρα αυτών των ανθρώπων, διαβάζουμε τα εξής αποκαλυπτικά στο «δια ταύτα» ενός εύγλωττου άρθρου αθηναϊκής εφημερίδας:

«Ορισμός: Ο ορισμός των ομογενών θεωρείται ένα από τα βασικά προβλήματα, τόσο για τις εκκενώσεις όσο και για την χαρτογράφηση του ελληνισμού της Ουκρανίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, τόσο στην Μαριούπολη όσο και στην Οδησσό, ελάχιστοι έλαβαν Ειδικό Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς (ΕΔΤΟ), ελληνικό διαβατήριο ή σχετικά έγγραφα.

Η συντριπτική πλειονότητα της ομογένειας δεν διαθέτει ελληνικά έγγραφα, ενώ αρκετοί ελληνικής καταγωγής δεν μιλούν την ελληνική γλώσσα. Άριστα ενημερωμένες πηγές τόνιζαν την ανάγκη ορισμού της ομογένειας για πλείστους λόγους» (Παναγιώτης Μίχος, «Ουκρανία: Τα αιτήματα απομάκρυνσης και ο ορισμός της ομογένειας» («Το Βήμα», 09.03.2022).

Ομολογουμένως, ο οιοσδήποτε ικανοποιητικός και κοινά αποδεκτός ορισμός του όρου «ομογενείς» ουδέποτε υπήρξε εύκολος, καθώς συνδέεται άμεσα με την «ταυτότητα του νεοελληνικού κράτους» και, συνακόλουθα, με την «ταυτότητα του Έλληνα». Δηλαδή του ποιος δικαιούται να θεωρείται ή να μη θεωρείται, να είναι ή να μην είναι Έλληνας.

Πρόκειται ασφαλώς για ένα διαχρονικό και γριφώδες ζήτημα, το οποίο προβληματίζει ειδήμονες και μη από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας και το οποίο βρίσκεται διαρκώς μπροστά μας, όπως καταδεικνύει και το παραπάνω δημοσίευμα. Χωρίς δυστυχώς να έχει δοθεί μια σαφής, οριστική και ικανοποιητική απάντηση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Είναι γνωστή άλλωστε η διχοτομία Ελλήνων-βαρβάρων («πας μη Έλλην βάρβαρος») που υπήρχε στην κλασική αρχαιότητα, όσο και το «Έλληνες είναι όσοι μετέχουν της ελληνικής παιδείας» (έστω και με αυτή την σκόπιμα… παραποιημένη ρήση του Ισοκράτη – αλλά αυτό είναι θέμα άλλης συζήτησης).

Η διαχρονική και διηνεκής αυτή εκκρεμότητα για έναν ικανοποιητικό και γενικά αποδεκτό όρο των «ομογενών», όσο περίπλοκη και δυσχερής κι αν είναι, φρονώ ότι διαιωνίζεται μάλλον σκοπίμως (όπως κι ένα σωρό άλλα ζητήματα της ελληνικής πραγματικότητας) για τους εξής, χοντρικά, λόγους: Κατ’ αρχήν, η απροσδιοριστία αυτή βολεύει μια χαρά όλους τους εμπλεκομένους. Και το εθνικό κέντρο (την Ελλάδα και τις εκάστοτε κυβερνήσεις της), αλλά και τους ομογενείς.

Διότι απλούστατα έχουν την ευχέρεια να χρησιμοποιούν τον εν λόγω επίμαχο όρο αλά καρτ και κατά το δοκούν, χωρίς να δεσμεύονται σε τίποτα. Το πιο ενδεικτικό κι εύγλωττο παράδειγμα αποτυπώνεται ανάγλυφα στην περιώνυμη «ψήφο των αποδήμων».

Είναι τυχαίο άραγε το γεγονός ότι, ενώ υπάρχει σαφής πρόβλεψη στο Ελληνικό Σύνταγμα αναφορικά με το δικαίωμα των ομογενών να ψηφίζουν στις εθνικές εκλογές της Ελλάδας, όλες ανεξαιρέτως οι ελληνικές κυβερνήσεις σκοπίμως τους το αρνούνται επί δεκαετίες με διάφορες προφάσεις;

Κι ακόμη: Είναι τυχαίο άραγε το γεγονός ότι, ενώ η επίσημη Ελλάδα (όποτε και όταν τη συμφέρει) επαίρεται φαμφαρονίστικα για τη «μεγάλη δεύτερη Ελλάδα εκτός των γεωγραφικών της συνόρων», δεν γνωρίζει καλά-καλά ούτε τον ακριβή αριθμό της (ο οποίος κυμαίνεται μεταξύ… τριών κι επτά εκατομμυρίων;!) ούτε – πολύ περισσότερο – την… γνήσια ομογενειακή ταυτότητα των μελών της!

Αλλά, αντιστοίχως, και τους ομογενείς (όσο κι αν, χλιαρά συνήθως, διαμαρτύρονται κατά καιρούς για την όποια άδικη μεταχείριση τους επιφυλάσσει η γενέτειρα), τελικά βολεύει και συμφέρει και τους ίδιους η διφορούμενη κι επαμφοτερίζουσα αυτή κατάσταση.

Δηλαδή με το να το έχουν δίπορτο, να παίζουν σε δύο ταμπλό συγχρόνως, εκμεταλλευόμενοι τα προνόμια των διπλών ιθεγενειών τους. (Είναι τυχαίο άραγε το γεγονός ότι, από την εποχή της Χούντας των Συνταγματαρχών μέχρι σήμερα, διάφοροι επώνυμοι ομογενείς μεγαλοεπιχειρηματίες έκαναν χοντρές μπίζνες στην Ελλάδα, όπως λ.χ. ο αλήστου μνήμης Τομ Πάπας (Θωμάς Παπαδόπουλος), ο οποίος συνεργάστηκε στενά με τη Δικτατορία αλλά και την κυβέρνηση Νίξον εμπλεκόμενος μάλιστα στο σκάνδαλο Γουότεργκειτ, αλλά και άλλοι, μετέπειτα, γνωστοί και μη εξαιρετέοι Ελληνοαμερικανοί κυρίως επιχειρηματίες, δραστηριοποιούμενοι – τι σύμπτωση Θεέ μου! – στην «ελληνικότατη Μαριούπολη» (!) με το πρόσχημα ότι επιτελούν… θεάρεστο φιλανθρωπικό έργο βοηθώντας «τα αδέλφια μας τους Έλληνες»;!

Το εξοργιστικότερο όλων όμως είναι ο κραυγαλέος φαρισαϊσμός των ελληνικών κυβερνήσεων και ιδίως της σημερινής. Διότι, ενώ λ.χ. αδυνατεί να αποφασίσει ποιοι τελικά είναι οι… γνήσιοι «απόδημοι» της Ουκρανίας, ζητώντας τους διεπιστευτήρια… «ελληνικής καταγωγής» (ΕΔΤΟ), την ίδια στιγμή δεν παραλείπει να μοιράζει αφειδώς την ελληνική ιθαγένεια χαριστικά και κατά το δοκούν, προκειμένου να ικανοποιήσει ιδιοτελείς σκοπούς κάνοντας δημόσιες σχέσεις.

Έτσι, τελευταία, απένειμε μια σειρά από «τιμητικές ιθαγένειες» σε άτομα όπως π.χ. τον Κύπριο Χρίστο Στυλιανίδη (νυν υπουργό Πολιτικής Προστασίας) ο οποίος δεν μπορούσε να υπουργοποιηθεί αν προηγουμένως δεν αποκτούσε την ελληνική ιθαγένεια (καθώς το διαβατήριό του ανέγραφε, όπως άλλωστε και όλων των Κυπρίων: «Ιθαγένεια κυπριακή, εθνικότητα ελληνική»!) Στον κ. Στυλιανίδη δόθηκε η ελληνική ιθαγένεια, τον Σεπτέμβρη του 2021, ως ομογενής για την προσφορά του σε διάφορες ανθρωπιστικές κρίσεις – όπως η φονική πυρκαγιά στο Μάτι, πλημμύρες, προσφυγικό κλπ.

Τέλος, αποτελεί εμπαιγμό και παρωδία το γεγονός ότι ενώ δίνονται απλόχερα «τιμητικές ελληνικές ιθαγένειες» σε πλούσιους και διάσημους (όπως λ.χ. τον Αμερικανό ηθοποιό Τομ Χανκς και την ελληνικής καταγωγής επίσης ηθοποιό σύζυγό του Ρίτα Γουίλσον, τον κορυφαίο φιλέλληνα ανθρωπολόγο Μάικ Χέρτσφελντ, τον Χάουαρντ Λόρμπερ –πρόεδρο του Μουσείου Ολοκαυτώματος των ΗΠΑ, με ελληνικές ρίζες από τη Θεσσαλονίκη– τη φιλελληνίστρια διάσημη Βρετανίδα συγγραφέα Βικτόρια Χίσλοπ και αρκετούς άλλους, οι ελληνικές κυβερνήσεις αρνούνται και υστερούν σκανδαλωδώς και αδικαιολόγητα την ελληνική ιθαγένεια σε άτομα μη ελληνικής καταγωγής.

Ακόμη κι αν γεννήθηκαν, εργάστηκαν και πλήρωσαν φόρους, όπως όλοι οι Έλληνες πολίτες, έχοντας ζήσει και δημιουργήσει στην Ελλάδα επί δεκαετίες ολόκληρες. Έτσι ούτε και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο θα έπαιρνε ποτέ την πολυπόθητη ελληνική ιθαγένεια εάν δεν κατάφερνε με τον αγώνα και το ταλέντο του να γίνει… διάσημος! Η ελληνική ιθαγένεια λοιπόν διατίθεται μόνο σε πλούσιους, ισχυρούς και διάσημους. Σπανιότατα στην πλέμπα.

Υ.Γ.1: Το πιο παρανοϊκό όλων, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι η κατά τα άλλα ευαισθητοποιημένη (;) ελληνική κυβέρνηση, όταν αρχικά ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, απαίτησε απ’ τους πολύπαθους ομογενείς πρόσφυγες της χώρας αυτής να είναι… εμβολιασμένοι, συμπληρώνοντας ένα ειδικό έντυπο, προκειμένου να τους επιτραπεί η είσοδος στη… ζεστή αγκάλη της μητέρας πατρίδας Ελλάδας! Εδώ όμως τα σχόλια περιττεύουν.

Υ.Γ. 2: Το διηνεκές επίμαχο ζήτημα αμφισβήτησης της γνήσιας «ελληνικότητας» των ομογενών, έχει καταντήσει παρωδία. (Κάτι σαν το ερώτημα για το… φύλο των αγγέλων!). Μετά από 200 χρόνια ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, καιρός να σταματήσει αυτή η κακόγουστη φάρσα. Αν μη τι άλλο, για να μην διασύρεται ο ίδιος ο Ελληνισμός.

*Ο Δρ Γιάννης Βασιλακάκος είναι πανεπιστημιακός (νεοελληνιστής) και συγγραφέας 25 αυτοτελών βιβλίων και 5 μεταφρασμένων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Αρθρογραφούσε στην εφ. «Τα Νέα» των Αθηνών. Το τελευταίο του πόνημα είναι: «Με τον Μπόρχες στον Ευρώτα» (διηγήματα), εκδ. Οδός Πανός, Αθήνα 2022.