Εύα Μπολέτη: Η μοναδική Ελληνίδα δασκάλα ιθαγενών στη Δυτική Αυστραλία

Εύα Μπολέτη μετά το μάθημα. Φώτο: Supplied

Μελβούρνη.- «Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος».

Ορμώμενη από αυτό το απόφθεγμα του Καβάφη η Ελληνίδα Εύα Μπολέτη, άφησε το περιπετειώδες και ανήσυχό της πνεύμα να την παρασύρει μέχρι τη…Δυτική Αυστραλία!

«Είναι εκπληκτική εμπειρία. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα ζούσα στην άλλη άκρη του κόσμου από τη χώρα που μεγάλωσα, σε μια μικροσκοπική κοινότητα ιθαγενών. Αυτή η εμπειρία έχει υπάρξει φανταστικό σχολείο, ειδικά το να ζω τόσο μινιμαλιστικά», δήλωσε η Εύα στον «Νέο Κόσμο».

Πώς όμως κατέληξε η Ελληνίδα δασκάλα να διδάσκει σε μία μικρή κοινότητα ιθαγενών στη Δυτική Αυστραλία;

Eπιστροφή σπίτι με το σχολικό

«Αποφάσισα να έρθω εδώ κυρίως από ανθρωπολογικό ενδιαφέρον, αλλά και σεβασμό προς τους Πρώτους Ανθρώπους της Αυστραλίας», εξηγεί.

Έχοντας ζήσει στην Ισπανία, στο Βέλγιο, στην Πορτογαλία, στο Βιετνάμ, με την τελευταία της στάση την Αυστραλία, η Εύα υποστηρίζει ότι «αν τολμήσεις την μετανάστευση μια φορά, γίνεσαι πολίτης του κόσμου, και αποκτάς μια ανθεκτικότητα που σε καθοδηγεί σε πολλούς διαφορετικούς τομείς της ζωής», κάτι που περιγράφει ως «σπουδαίο εμπόδιο».

Βάση αυτής της αρχής η 34χρονη Ελληνίδα, βρέθηκε σε μία «λιλιπούτια κοινότητα ιθαγενών» ανατολικά του Kimberley της Δυτικής Αυστραλίας, όπου και διδάσκει τέχνες σε ένα μικρό σχολείο.

«Τα παιδιά εδώ ζουν ξυπόλητα, έχουν ένα εκπληκτικό πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ τους, και η περιέργεια που τους διέπει για τον κόσμο, τα έντομα, τους ανθρώπους είναι πραγματικά το κάτι άλλο» μας λέει, ενώ συμπληρώνει ότι το «πνεύμα τους» της θυμίζει «ελληνόπουλα πιτσιρίκια», αφού χαρακτηρίζονται από «ίδιο δυναμικό, ομαδικό χαρακτήρα» όντας «καλά φιλαράκια μεταξύ τους», τα οποία «απλώς θέλουν να κυνηγάνε τη μπάλα».

«Είναι σαν μια μεγάλη οικογένεια!» προσθέτει.

Πίνακας ζωγραφικής από ντόπιο καλλιτέχνη

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΤΕΤΟΚΟΥΝΜΠΟ

Αυτό το διάστημα η Εύα μαθαίνει στους μαθητές της, την ελληνική αλφαβήτα όπως επίσης και το πώς να γράφουν τα ονόματά τους στα ελληνικά, «ως κάποιου είδους πολιτισμική ανταλλαγή».

Επιπλέον, εξηγεί πως τα παιδιά έχουν μία «κλίση στην εκμάθηση γλωσσών», καθώς μιλάνε ήδη δύο τρεις ιθαγενείς γλώσσες.

«Το σχολείο ξεκινάει 7πμ το πρωί, όπου ετοιμάζουμε πρωινό για τα μικρά, μετά ξεκινάει το μάθημα, με πολλές υπαίθριες δραστηριότητες μέσα στη μέρα, μετά το μεσημεριανό, και τέλος στις 2μμ επιστρέφουμε τα παιδιά σπίτι τους με ένα μικρό λεωφορείο».

Η 34χρονη Ελληνίδα δασκάλα, τονίζει επίσης τη σημασία επαφής των μαθητών με τον κόσμο της φύσης, καθώς σύμφωνα με την ίδια, έτσι ενισχύεται και εμπλουτίζεται η διαπαιδαγώγησή τους.

«Πολλές φορές παίρνουμε τα βιβλία μας έξω και οι μαθητές το λατρεύουν», συμπληρώνει.

Μάλιστα μοιράζεται, ότι έχει βιώσει και η ίδια την επίδραση ενός τόσο διαφορετικού τρόπου ζωής, καθώς είναι σε θέση να επικοινωνεί με τους δικούς της, μόνο όταν είναι συνδεδεμένη σε Wifi, γεγονός που όπως μας λέει τη βοηθάει να αισθάνεται «πιο παρούσα και πιο ενεργό μέλος της κοινότητα και για τους μαθητές» της.

«Θα μείνω εδώ 5 εβδομάδες, αν και δεν είχα προσωπικές υποχρεώσεις και το διδακτορικό να τρέχει, θα έμενα πολύ παραπάνω», παραδέχεται.

Η Εύα όντας η μοναδική Ελληνίδα σε όλη την περιοχή, βομβαρδίστηκε από ερωτήσεις για τον Γιάννη Αντετοκούμπο, όταν γνωστοποίησε την καταγωγή της στους μαθητές της, οι οποίοι φαίνεται να έχουν μία ιδιαίτερη αδυναμία στον ΄Ελληνα σούπερ σταρ και MVP των τελικών του NBA.

«Γνωρίζουν τα πάντα για τον Γιάννη, είναι πολύ μεγάλοι fans! Μάλιστα δύο από τους μαθητές μου, κατάφεραν να μαζέψουν χρήματα για να αγοράσουν τα παπούτσια που έχει σχεδιάσει ο Γιάννης – τα οποία τα φοράνε μόνο σε ειδικές περιστάσεις. Προσπαθώ να δω τι μπορώ να κάνω να οργανώσω ένα skype meeting με τον Γιάννη και τα παιδιά εδώ, θα τα κάνει πραγματικά πανευτυχή! Κάποια πράγματα είναι πραγματικά ‘universal’».

Η «ΔΥΝΑΤΗ ΕΠΙΡΡΟΗ» ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΠΠΟΥΔΩΝ ΤΗΣ

Η Εύα εξηγεί πώς ένας βασικός λόγος για τον οποίο νιώθει να τη συνδέει μία ιδιαίτερη σχέση με την Αυστραλία είναι οι «υπέροχοι παππούδες» της, Αλέξης και Ευανθία, οι οποίοι μετακόμισαν στην Αυστραλία το 1958.

Εκεί απέκτησαν οικογένεια, και μεγάλωσαν τις κόρες τους στην μικρή πόλη του Βοwral της Νέας Νότιας Ουαλίας, ενώ μετά από 20 χρόνια «σκληρής δουλειάς» και μίας σειράς από «επιχειρηματικές πρωτοβουλίες» αποφάσισαν να πουλήσουν τα πάντα και να επιστρέψουν στην Ελλάδα, «κλείνοντας» έτσι το κεφάλαιο της Αυστραλίας.

Η τέχνη πάνω από το IGA στο Halls Creek WA

«Οι παππούδες μου ήταν πολύ δυναμική επιρροή των παιδικών μου χρόνων και της ενηλικίωσης μου, αλλά και πολύ μεγάλη έμπνευση για μένα. Oι ιστορίες τους από το μακρινό τους ταξίδι με το καράβι, οι εκπληκτικές συνταγές του φαγητού από φίλους στην Αυστραλία, και οι διηγήσεις τους από τα δύσκολα χρόνια, είναι όλα χαραγμένα μέσα μου. Όπως και τα αστεία τους, ή οι Greeklish φράσεις τους, όπως το “I mean.. ” στο τέλος κάθε πρότασης, ή το “Pass me the ketchup ρε παιδάκι μου” είναι όλα μέρος όλων των οικογενειακών αναμνήσεων».

Η «δυνατή επιρροή» της ιστορίας των παππούδων της, κατά τα παιδικά χρόνια αλλά και την ενηλικίωσή της, ώθησαν έτσι την Εύα, να «ανοίξει» και πάλι το κεφάλαιο της Αυστραλίας.

«Νομίζω ο λόγος που αγαπάω να ταξιδεύω και με ‘ιντριγκάρει’ το κάθε είδους πολιτισμικό συνονθύλευμα, είναι οι παππούδες μου και η απόφαση τους να αφήσουν την χώρα που τόσο αγαπούσαν για μια καλύτερη ζωή. Επίσης είμασταν πάντα οι Ελληνοαυστραλοί στην Ελλάδα, και με αυτό τον τρόπο αποκτήσαμε τη πολυπολιτισμική ταυτότητα, χωρίς ουσιαστικά να το έχουμε επιλέξει ή προγραμματίσει».

Μαθαίνοντας για τον κύκλο ζωής μιας πεταλούδας (η πεταλούδα αφέθηκε ελεύθερη φυσικά)

ΤΟ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ

Η Εύα Μπολέτη γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Αθήνα, ενώ πριν από τρία χρόνια, μετακόμισε στο Σίδνεϊ. Διδάσκει ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά και σπουδές πολιτισμού και ταυτόχρονα εκπονεί το διδακτορικό της στο κομμάτι της ελληνικής μετανάστευσης στο πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ.

Με το ερευνητικό μεταπτυχιακό στο κομμάτι του πολιτισμού που ολοκλήρωσε στην Πορτογαλία, να «παγιώνει» το ενδιαφέρον της και την αγάπη της γύρω από την έρευνα πολιτισμών, «κυρίως μέσα από ανθρωπολογική σκοπιά», η Εύα δηλώνει πως η μετακόμισή της στην Αυστραλία λειτούργησε καταλυτικά.

«Μετακομίζοντας εδώ, ως καθηγήτρια ευρωπαϊκών γλωσσών, και κυρίως μέσα από την επαφή μου με γονείς των μαθητών μου που είναι οι Έλληνες της Διασποράς, ένα πηγαίο ενδιαφέρον δημιουργήθηκε, για το πως οι Έλληνες της Αυστραλίας νιώθουν για την Ελλάδα, τι τους ωθεί να διατηρούν τέτοιο ισχυρό δεσμό μαζί της, και για την επιθυμία τους να επιστρέφουν διαρκώς ως ταξιδιώτες ή και μόνιμα».

Η Εύα διανύει τον πρώτο χρόνο του διδακτορικού της το οποίο πραγματεύεται κυρίως την έννοια της νοσταλγίας και το φαινόμενο του homemaking, μία έννοια που αφορά τον «περίτεχνο» τρόπο με τον οποίο «κατάφεραν οι Έλληνες της Αυστραλίας να δημιουργήσουν ‘σπιτικό’ σε μία τόσο μακρινή γεωγραφικά αλλά και πολιτισμικά ήπειρο, διατηρώντας τη γλώσσα, τα έθιμα, και τη κουλτούρα ζωντανά.

Κάτι που επίσης διήγειρε το ενδιαφέρον της Εύας ήταν η σχέση των επόμενων γενεών με την Ελλάδα.

«Έχω παρατηρήσει μια νοσταλγική αδυναμία από τα παιδιά και τα εγγόνια των μεταναστών προς την Ελλάδα: όχι μόνο για τη φυσική ομορφιά, και τη κοινωνική ζωή αλλά βαθύτερη ως προς τη γλώσσα, τη μουσική, το φαγητό, τους ανθρώπους».

«Οι Έλληνες εδώ είναι μια πολύ δυναμική, φιλόξενη, και ζεστή κοινότητα. Από αποδιοπομπαίους τράγους στις αρχές του 1950, μαζί με άλλους μετανάστες, κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα πηγαίο κύμα σεβασμού, να εκτελέσουν σπουδαία έργα υποδομής για όλη τη χώρα, και μεγάλα επιτεύγματα στο κομμάτι της πολιτισμικής διατήρησης και του πολιτισμικού υποβάθρου της Αυστραλίας».

«Μία ιδιαίτερη έμπνευση» για το διδακτορικό της, υπήρξε επίσης ο Παύλος Βραχνάς, ο 80χρονος μαθητής που είναι και ο μοναδικός με τον οποίο κάνει «ένα προς ένα» μάθημα.

Μεγαλωμένος στο Σίδνεϊ, ο Παύλος γαλουχήθηκε από τη «Σαμιώτισσα γιαγιά» του, η οποία του έμαθε τη σαμιώτικη μουσική, και του μετέφερε την αγάπη της για τα ελληνικά νησιά, την ελληνική θρησκεία και τη γλώσσα».

Σύμφωνα με την Εύα, ο Παύλος 70 χρόνια μετά,, «εκπλήσσει με τις γνώσεις που έχει αντλήσει από τη γιαγιά του και τις οποίες έχει μεταφέρει στα παιδιά του και τώρα στα εγγόνια του».

«Νομίζω πως η ελληνική γλώσσα έχει έναν μοναδικό τρόπο πρώτα να γοητεύει και ύστερα να μένει αλώβητη. Χρειάζεται ένα καλοκαίρι στο νησί, και όλα επιστρέφουν στη μνήμη».

Η Ελληνίδα δασκάλα δηλώνει ιδιαίτερα ανυπόμονη και για το δεύτερο μέρος του διδακτορικού της, το οποίο «θα περιέχει υλικό από συνεντεύξεις σε Έλληνες της Διασποράς», καθώς έχει «γνωρίσει υπέροχες προσωπικότητες», των οποίων οι ιστορίες «αξίζουν να μείνουν ανεξίτηλες στον χρόνο».

Ταυτόχρονα με το διδακτορικό της η Εύα, συμμετέχει και σε ένα πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Σίδνεϊ (Heurist) , το οποίο ιδρύθηκε με σκοπό να κινητοποιήσει τους μη-αγγλόφωνους πόρους της Αυστραλίας γύρω από την ιστορία της χώρας, και παρότι τοποθετείται ανεξάρτητα, πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως μέρος της διδακτορικής της εργασίας.

Το πρόγραμμα, το οποίο «πρωτοπορεί σε ερευνητικό βάθος σε μη-αγγλόφωνο υλικό, και ειδικεύεται σε ημερολόγια, γράμματα, προσωπικές σημειώσεις, και εφημερίδες τα οποία είναι χρονολογημένα κυρίως γύρω από το μεγάλο μεταναστευτικό κύμα 1950 – 1970 , αλλά και πριν», αποτελούν ένα σύνολο αρχείων τα οποία φέρουν «μεγάλη ιστορική και συναισθηματική αξία».

«Όλες οι ιστορίες της μετανάστευσης αξίζουν να μείνουν στην ιστορία της Αυστραλίας και αυτός είναι ο σκοπός του Heurist».

*Οι φωτογραφίες είναι της Εύας Μπολέτη

Πηγή: neoskosmos.com