Η Παρουσία του Ελληνικού Κράτους στο Εξωτερικό, η Εθνική Στρατηγική και η Ομογένεια

ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Τα υπαρκτά -διαχρονικά και μεγάλα- προβλήματα των Ελληνικών Προξενείων στο εξωτερικών αναδεικνύει, για μία ακόμη φορά η Ομογένεια, τη φορά αυτή η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης.

Προβλήματα που συνεπάγονται εκτός από την ταλαιπωρία εκατοντάδων ελληνικής καταγωγής πολιτών ή και Αποδήμων Ελλήνων και την δημιουργία μίας θαμπής εικόνας του ελληνικού Κράτους στο εξωτερικό, στην έκταση κατά την οποία τα Προξενεία και οι Πρεσβείες μας είναι ο «καθρέφτης» της Ελλάδος στην αλλοδαπή.

Το θέμα δεν αφορά μόνο την εξυπηρέτηση των Αποδήμων και των Ομογενών. Αφορά αυτά καθ’ εαυτά και τα οικονομικά συμφέροντα της γενέτειρας καθώς η ταλαιπωρία ή η αδυναμία εξυπηρέτησης απογοητεύει και απομακρύνει πολλούς ενδιαφερόμενους αλλοδαπούς από του να επισκέπτονται για τουριστικούς ή εμπορικούς ή άλλους λόγους την Ελλάδα. Ούτε λόγος, φυσικά, με τις υπάρχουσες συνθήκες για προσέλκυση σοβαρών επενδυτών…

Τα προβλήματα αυτά χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης (κατά την κλασική μεθοδολογία)  από την γενέτειρα καθώς ναι μεν καλή και άγια είναι η ψηφιακή «επανάσταση» που βρίσκεται εν εξελίξει από το ΥΠΕΞ, πλην, όμως, ούτε όλοι οι Ομογενείς έχουν την ικανότητα χειρισμού και πρόσβασης,  μέσω των κομπιούτερς, στις αρμόδιες υπηρεσίες της γενέτειρας, ούτε και όλες οι πολυδαίδαλες υπηρεσίες επί του παρόντος ρυθμίζονται και εξυπηρετούνται μέσα από το διαδίκτυο.

Για παράδειγμα, από την εμπειρία της Μελβούρνης, σήμερα για την απόκτηση της ελληνικής υπηκοότητας ή άλλα θέματα στο Προξενείο μας, χρειάζονται πάνω από δύο χρόνια για ένα ραντεβού!  Και αυτό ναι μεν μπορεί να βελτιωθεί, αλλά, πάντως, δεν πρόκειται να ανατραπεί με την ηλεκτρονική αναβάθμιση καθώς π.χ. η ελληνική υπηκοότητα, εξ όσων γνωρίζουμε,  δεν αποδίδεται αυτόματα ηλεκτρονικά ούτε και μια σειρά από άλλες «τρέχουσες» υπηρεσίες καταργούν την προσωπική επαφή του ενδιαφερόμενου με το Προξενείο.

Γενικά πρέπει να επισημανθεί η τάση του ελληνικού κράτους να είναι φειδωλό στις αποσπάσεις Ελλήνων υπαλλήλων στο εξωτερικό. Μήπως στα ελληνικά σχολεία του εξωτερικού η επάρκεια σε ό,τι αφορά το εξ Ελλάδος διδακτικό προσωπικό, είναι καλύτερη; Κι όμως, το Σύνταγμα της Ελλάδος διαφορετικά περιγράφει τις υποχρεώσεις της πατρίδας: <<Άρθρο 108: 1. Tο Kράτος μεριμνά για τη ζωή του απόδημου ελληνισμού και τη διατήρηση των δεσμών του με τη μητέρα Πατρίδα. Eπίσης μεριμνά για την παιδεία και την κοινωνική και επαγγελματική προαγωγή των Eλλήνων που εργάζονται έξω από την επικράτεια>>.

Να πούμε το παράδειγμα των Σχολείων του Μονάχου;  Να μιλήσουμε για την πολιτική δυστοκία στην χορήγηση επιστολής ψήφου στους εκτός Ελλάδος Έλληνες Ψηφοφόρους στις βουλευτικές εκλογές; Εάν η «γλώσσα» και η «ψήφος» δεν συμβάλουν  στην μέγιστη διατήρηση των δεσμών των αποδήμων με την γενέτειρα, τότε ποιοι παράγοντες ενισχύουν τους δεσμούς αυτούς;

Γνωρίζουμε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που τα σημειώνουμε όλα αυτά. Επίσης αντιλαμβανόμαστε, δυστυχώς,  ότι δεν θα είναι και η τελευταία. Άλλωστε οι έξι άξονες της Εθνικής Στρατηγικής για τον Απόδημο Ελληνισμό τους οποίους επεξεργάζεται η Κυβέρνηση εκτός από την «πρώτη φορά» επί της ουσίας δεν προσθέτουν καινούργια πράγματα ούτε ανακαλύπτουν την πυρίτιδα. Να θυμίσουμε τα δίκτυα Νεολαίας, Επιστημόνων Ιατρών κλπ. που είχε καταρτίσει το ΣΑΕ και που μια χαρά απέδιδαν έργο; Να θυμίσουμε τις φορές που η παρουσία ομογενών –ακόμη και έξω από το Λευκό Οίκο- είχαν προωθήσει τα ελληνικά θέματα με κορωνίδα τη μάχη στην Βουλή και τη Γερουσία για το «Εμπάργκο» στις πωλήσεις όπλων και δωρέαν στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ προς την Τουρκία;

Να θυμίσουμε ότι για την ενίσχυση της ελληνικής γλώσσας, παράδοσης και πολιτισμού στην νέα γενιά εφευρέθηκαν τα Charters schools, ενώ τα κλασικά και εκκλησιαστικά ελληνικά Σχολειά παρακλητικά ζητούν στέγαση,  εκπαιδευτικούς και εκπαιδευτικό υλικό; Ότι ο Ρόλος της Εκκλησίας είναι θρησκευτικός και όχι πολιτικός; Ότι περί αναβάθμισης των παρεχόμενων υπηρεσιών από τις Προξενικές Αρχές έρχεται να “μαρτυρήσει”  η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης;

Δεν είναι κακή η «Εθνική Στρατηγική». Κακός είναι ο τρόπος με τον οποίο –επιτέλους, έστω και τώρα- επιχειρείται να συγκροτηθεί αυτή. Πίσω από πόρτες σφραγισμένες λαμβάνονται οι αποφάσεις και η Ομογένεια καλείται εκ των υστέρων τυπικά να «γνωμοδοτήσει» (αν και είναι κοινός τόπος ότι στην «δημόσια διαβούλευση» ελάχιστοι μόνον απόδημοι συμμετέχουν για τους γνωστούς αποτρεπτικούς λόγους),  η δε αντιπολίτευση να ψηφίσει! Και που είναι όλον αυτόν τον καιρό ο ουσιαστικός –και όχι ο τυπικός- διάλογος;

Ποιος έλεγξε ποτέ υπουργούς, υφυπουργούς και γενικούς γραμματείς γιατί δεν υπάρχει ένας φάκελος –έστω για δείγμα-  στο ΥΠΕΞ με αιτήματα, προβλήματα, προτάσεις και εισηγήσεις αποδήμων Ελλήνων  προς το Κράτος, που θα μπορούσαν, μια χαρά, να συνιστούν μέρος της «Εθνικής Στρατηγικής»; Ποιος έλεγξε ποτέ γιατί οδηγήθηκε από την τότε κυβέρνηση στην αυτοκατάργησή του το ΣΑΕ; Και ποιος ρωτήθηκε γιατί δεν ανασυστάθηκε αφού ρητά προβλέπει την ύπαρξή του το Σύνταγμα της Ελλάδος και την ανασύστασή του ο εν ισχύ εσωτερικός Κανονισμός του ΥΠΕΞ; Ποιος απόρησε ποτέ γιατί από την στρογγυλή Τράπεζα διαλόγου του ΥΠΕΞ σταθερά απουσιάζουν ομογενειακοί παράγοντες –μέλη της ΠαΔΕΕ, της ΑΗΕΡΑ, μεγάλων Ομοσπονδιών κλπ.-  μόνοι που θα μπορούσαν να οργανώσουν την Ομογένεια και τις δράσεις της στα εθνικά θέματα ; Ή γιατί απαιτήθηκαν πέντε μήνες προτού πληρωθεί η θέση του Προέδρου της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής για τον απόδημο ελληνισμό;  Αλλά και ποιος αναρωτήθηκε γιατί από την ΠαΔΕΕ απουσιάζουν καταξιωμένοι ομογενείς πολιτικοί εν ενεργεία ή μη ως επίτιμα μέλη της οργάνωσης;

Μήπως, λέμε μήπως, αν είχαν συμβεί με τον ορθό τρόπο όλα αυτά -ως και όφειλε-, δεν θα είχαμε εν έτη 2024 ανάγκη συγκρότησης  -για πρώτη φορά!- Εθνικής Στρατηγικής, αλλά θα απολαμβάναμε τα αγαθά μιας μακροχρόνιας, αγαστής, σταθερής και εποικοδομητικής συνεργασίας του εκτός με τον εντός Ελλάδος Ελληνισμό σε ισότιμη βάση;