Καλαμοκαβαλημένοι…

Γράφει ο Χρήστος Μαλασπίνας

 

Ένας  χρόνος φεύγει κι άλλος φθάνει.

Ο πρώτος θα πεθάνει

Θα γεννηθεί ο δεύτερος!

Ουδέτερος,

Ουδείς να μείνει δικαιούται,

Σ΄ Ανέξοδους  και άκοπους αφορισμούς,

Δοσμένος, σε Εσμούς

Πάσης μορφής και φύσης που γυρεύουν

Τη γη να δυναστεύουν…

Μπροστά στ΄ ασήμαντα μα και τα γενναία,

Να ζουν λαθραία!

 

Αλαλάζουν, φωνασκούν και βρίζουν.

Έτσι  νομίζουν,

Υπηρεσία τάχα πως προσφέρουν!

Δεν διαφέρουν,

από δολοπλόκους που σκαρώνουν μύθους και ανοησίες,

αλλού ψευτομεσσίες,

που στη γη ποτέ  δεν περπατήσανε!

Μονάχα στήσανε,

Αγάλματα ψεύτικων θεών και προσκυνήσανε!

Και ως προσκυνημένοι,

Μέσα στη σύγχιση ζούνε τώρα λουφασμένοι!

 

Έσκασαν σαν έμαθαν το νέο απ΄ τα πέρα

Κάποια μέρα!

Ήταν επόμενο να δεχθούν κατάστηθα το βόλι.

Σαν βιτριόλι

τους  χτύπησε στα μούτρα  η αλήθεια

κι αυτοί με παραμύθια,

να το ξορκίσουν προσπάθησαν –τι άλλο να έκαναν- με  δέος

μα έως

το νέο το παλιό να στείλει στο αμόνι

σαν άλλοι Δον Κιχώτες

φαντάστηκαν τριγύρο τους προδότες!

 

Έσκασαν και διέδωσαν πως είναι δήθεν αποτυχημένοι!

Χεσμένοι

Απ΄ του άγνωστου  το  φόβο,  μοιραίοι,

Ωραίοι,

Μέσα στου άδοξου ιδεατού θανάτου την ωχρά κηλίδα

Πατρίδα,

Τώρα πια που να σε βλάψουν δεν μπορούνε!..

Μισούνε

ό,τι καινούργιο και γενναίο!

Ό,τι νέο

Μ΄ονειροφαντασιές το λοιδορούνε.

 

Μ΄ ανέξοδους αφορισμούς τιποτιστές,

Εραστές

Της άρνησης που σέρνει κοντά της η αμάθεια

Συμπάθεια;

-Ή μήπως είναι  εγωκεντρισμός-

Άλλος εσμός,

Μπροστά στο αύριο που φθάνει σήμερα

Δίχως τα σίδερα

Χωρίς  εξάρτηση από αόρατα κέντρα εξουσίας !

Και της ουσίας

Χάνουν την αξία, της ζεύξης του παλιού με το καινούργιο.

 

Έσκασαν και διέδωσαν ένα σορό βλακείες,

Μ@λ@κίες!

Τίποτε δεν αποδείχτηκε. Καλαμοκαβαλημένοι,

Δήθεν οργισμένοι.

Ας τους να λένε. Λόγια τ΄αέρα,

Για φοβέρα

Των άμυαλων, των δειλών και των αλλοπαρμένων.

Των σωμένων!

Σκοτεινών παλικαράδων  μισθοφόροι,

Αχθοφόροι,

Του μίσους του τυφλού και της αχαριστίας.

 

Ποιος νοιάζεται στ΄αλήθεια;

Όταν στα στήθια

Φουντώνει η ελπίδα του καινούργιου

Σπυρί του σπούργιου

Που τού ‘πεσε σε σκαλισμένο χώμα

Ακόμα,

Δεν συνηθίσανε και όπως της γης οι αφορεσμένοι

Και σαν οι κολασμένοι

Σκάνε μέσα στην κρύπτη τους  χωμένοι.

Έχασαν!

Κατά Καβάφη, αυτό που έχει σημασία, είναι που έσκασαν!