ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ: Ο «Ξένος» του Γιώργου Αγαθονικιάδη

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

«Όταν κοιτάω αριστερά, δεν βλέπω τι γίνεται δεξιά μου. Όταν κοιτάζω πίσω, δεν βλέπω τι γίνεται μπορστά μου. Πού να κοιτάξω Θεέ μου;» Το δίλημμα είναι υπαρξιακό. «Πονάω όταν βρίσκομαι έξω», λέει ο “Ξένος”. Όταν παρακολουθεί, δηλαδή, τον τρόπο και τη συμπεριφορά των νεοελλήνων. Και αναρωτιέται: «Γιατί γκρεμίσατε τους ναούς; Γιατί ξεπαστρέψατε τα αγάλματα»;

Ο «Ξένος» που δεν  ήταν ξένος. Η Ελλάδα που δεν έμοιαζε Ελλάδα. Ήτανε μπριτζολάδα! Ο μυστηριώδης «πράκτορας» του καθεστώτος που διαχειρίζονταν τα «ανθρώπινα σκουπίδια». Ο πρόεδρος, με τα έπιπλα καμωμένα από ζωντανούς ανθρώπους… Γιατί την κάναντε την Ελλάδα έτσι; Τι και πώς να απαντήσεις  στο ερώτημα; Και κυρίως: Ποιοί; Εμείς; Αυτοί; Οι άλλοι; Ποιοί «την κάναμε έτσι;»

Και ήλθε ο αρχαίος Έλληνας να ζήσει στις μέρες μας. Γύρισε στην «πατρίδα» 2.500 χρόνια μετά. Και δεν την αναγνώρισε. Και πήρε πάλι πίσω των ομματιών του. Γύρω ο αέρας μύριζε τσίκνα, όχι πουρνάρια. Τα δένδρα ήταν καμμένα, όχι καταπράσινα. Οι θάλασσες δίχως ψάρια. Οι Ναοί γκρεμισμένοι και πάνω τους να ορθώνονται τόνοι σκουπίδια. «Γιατί την καταντήσατε έτσι την χώρα;» Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό. Ρητορική, είναι η απάντηση. Ποιά χώρα;

Η ταινία του Γιώργου Αγαθονικιάδη λέει αυτό που θέλει να πεί. Το λέει με λόγια. Θα μπορούσε να το λέει μόνον με εικόνες. Έτσι κι αλλιώς, ο σταθμός του τρένου είναι έρημος.  Μάταια περιμένει η γυναίκα που είχε στην πλάτη της φτερά. Τρένα δεν περνάνε πια. Τίποτε δεν πηγαίνει από το πουθενά στο πουθενά!

Προσπαθώ να πω ότι ήταν μιά ταινία, ένα ντοκιμαντέρ που ήθελε να αναδείξει τα ελαττώματα των νεοελλήνων. Το κατάφερε; Ναι. Ήθελε να αναδείξει τη δόξα του παρελθόντος. Το πέτυχε; Μερικώς.  Άλλωστε είχαν κι εκείνοι τα κουσούρια τους…

Η κίνηση αργή, σαστισμένη κι αυτή από το σάστισμα του «Ξένου» που βρέθηκε σε έναν τόπο, τον τόπο του, που δεν έμοιαζε με τον τόπο του! «Δεν μπορεί, θα είναι τρελλός» έσχατη επίκληση στο παράλογο προς δικαιολόγηση του απουσιάζοντος λογικού. Κοντά μιάμιση ώρα ο δημιουργός κονταριοχτυπιώταν με το  ‘Εργο, με το “εγώ”, με το “εσείς”.

Στο τέλος λύγισε: «Φεύγω γιατί δεν θέλω να με δείτε να κλαίω. Θα χαθώ. Δεν θα ξανάρθω. Θα περιμένω να γυρίσει πρώτα η ελπίδα σ΄αυτόν τον τόπο».

Η ηθοποιϊα καλή. Η σκηνοθεσία καλή. Ηθοποιοί και σκηνοθέτης δέσμιοι αυτού που ήθελαν να ξορκίσουν. Στη χώρα των Ουρανοξυστών, πυρηνικός φυσικός. Στη χώρα ετούτη, καθαριστής βόθρων!  Η Ελλάδα που πληγώνει τα  παιδιά της. Η Ελλάδα που δεν ανταμοίβει. Η Ελλάδα που συνθλίβει τις αξίες. Τί γίνανε οι άξιοι; Τους στείλαμε στο διάστημα…

Ήθελε, λέει, μετά τη δουλειά, να πηγαίνει να καθαρίζει το δάσος! Εθελοντικά! Γιατί; Τόσοι άνθρωποι “πασχίζουν”  να το βρωμίζουν!

Μια φωνή διαμαρτυρίας, μια κραυγή απόγνωσης. Νόμιζες ότι θα μας ξεγελάσεις μ΄αυτό το άθλιο παλτό που φοράς; Το καθεστώς δεν ξεγελιέται. Μόνο οι άνθρωποι ξεγελιούνται. Από τους ανθρώπους. Από που ήλθες εσύ, Ξένε; Δεν έχεις ξαναδεί κυνηγούς να κυνηγάνε;

«Μόνο γιατί τους διώξαμε τους Θεούς απ΄ τους Ναούς τους, διόλου γι αυτό δεν πέθαναν οι Θεοί»!  Πού να κοιτάξω, Θεέ μου! Η Ελπίδα. Η μαγική λέξη. Η ζωή που νικάει το θάνατο ή ο θάνατος που νικάει τη ζωή; Βραβείο;  Ποιός νοιάζεται; Αν αλλάζαμε πρώτα εμείς, θα αλλάζαμε και τον κόσμο. Θα αλλάξουμε τον κόσμο. Δεν είδα ούτε ένα παιδί στην αίθουσα της Ταινιοθήκης. Χωρίς παιδιά, πώς θα αλλάξουμε τον κόσμο;

Η ταινία θα προβληθεί στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα ποιός νοιάζεται; Αν νοιαζόμασταν, δεν θα υπήρχε λόγος -ούτε σενάριο- να γυριστεί η συγκεκριμένη ταινία!

Το χειροκρότημα ζεστό, παρατεταμένο. «Αν μας αντέχει η σκηνή θα φανεί στο χειροκρότημα». Φάνηκε.  Κι όπως λέει η σύγχρονη διαφήμιση της …μπριζολάδας: «Προχώρα Γιώργο, κάθε φορά που θα μας χρειάζεσαι, θα είμαστε μαζί σου»…

Συντελεστές

Σηνοθεσία-Σενάριο Γιώργος Αγαθονικιάδης

Παίζουν:

Κώστας Λάσκος

Πάνος Κατέρης

Καίτη Φίνου

Σωτήρης Τσόγκας

Χρήστος Παναγιωτέλης

Γιάννης Μπίμης

Άγγελος Σταθόπουλος

Δημήτρης Γρηγοριάδης

Μουσική:

Βαγγέλης Παπαγεωργίου

Δ/νση Φωτογραφίας:

Αριστοτέλης Μεταξάς

Μοντάζ:

Μιχάλης Τζαρής