«Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α» Μέρος 9o

1924:  100 μετανάστες τον χρόνο

 

Παρά τον περιοριστικό της χαρακτήρα, η “αναλογία” του 1921 δεν ήταν και τόσο αρνητική. Μέσα στην τριετία που παρέμεινε ο νόμος του 1921 εν ισχύ, ήλθαν στην Αμε­ρική 41.170 άτομα από την Ελλάδα. Φυσικά οι περισσότε­ροι ήλθαν “εκτός αναλογίας,” ως σύζυγοι ή τέκνα μετα­ναστών που ήσαν ήδη εγκατεστημένοι στην Αμερική.

Τα πράγματα πήραν απότομη στροφή προς το χειρό­τερο με τον νόμο της 24ης  Μαΐου 1924. Ο νόμος αυτός άλλαξε ριζικά τα βασικά κριτήρια για τον καθορισμό της “αναλογίας” για κάθε χώρα. Βάσει του νέου νόμου, η αναλογία για μια χώρα ήταν ίση προς τα 2 τοις εκατόν των μεταναστών που είχαν γεννηθή στην χώρα εκείνη και που κατοικούσαν στις Η.Π.Α. το 1890, σύμφωνα με την απογραφή του έτους εκείνου.  Είναι εύκολο να δη  κανείς τι εσήμαινε, ειδικά για την Ελλάδα, η αλλαγή. Το 1890 δεν ζούσαν στην Αμερική παρά μόνο 2.320 Έλληνες γεννημένοι στο ελληνικό κράτος. Υπήρχαν ακόμη τότε περίπου 4.000 από τις υπό οθωμανική κυριαρχία περιοχές της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θράκης, της Μικράς Ασίας, αλλά αυτούς δεν τους έλαβαν υπ’ όψιν οι μεταναστευτικές αρχές κατά τον καθορισμό της αναλογίας. Με βάσι τον αριθμό 2.320, η ελληνική αναλογία έπρεπε να είναι γύρω στα 40 άτομα τον χρόνο περίπου. Επειδή όμως ο νόμος είχε καθορίσει ως κατώτατο όριο τον αριθμό 100 για μια χώρα, η Ελλάς τελικά πήρε μια ετησία “αναλογία” 100 μεταναστών! Έτσι, κατά την πενταετία 1925–1930 ήλθαν από την Ελλάδα βάσει της “αναλογίας” 737 άτομα. Άλλες 7.000 περίπου ήλθαν “ως σύζυγοι ή ανήλικα τέκνα.” Και να σκεφθή κανείς ότι την εποχή εκείνη η Ελλάς αντιμετώπιζε το ηράκλειο έργο για τήν αποκατάστασι των χιλιάδων προσφύγων που είχαν εκπατριστεί βίαια από την Μικρά ‘Ασία.

Ευτυχώς οι αναλογίες του νόμου του 1924 ήσαν προσωρινές. Στα επόμενα πέντε χρόνια, μια επιτροπή εμπειρο­γνωμόνων εμελέτησε τα δημογραφικά στοιχεία σε όλη τους την έκτασι, με βάσι την απογραφή του 1920 και με σκοπό να καθορίση τον συνολικό αριθμό εκείνων που είτε ήσαν μετανάστες είτε απόγονοι μεταναστών, δηλαδή απόγονοι εκείνων που ήλθαν στην Αμερική μετά το 1790.

Έχει γενικώτερο ενδιαφέρον το πόρισμα της επιτροπής εκείνης για την εθνολογική σύνθεσι του αμερικανικού λαού. Ο συνολικός αριθμός των κατοίκων κατά την απο­γραφή του 1920 ανήρχετο σε 94.820.915. Τον αριθμό αυτό τον εχώρισαν σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της επιτροπής, 41.300.000 περίπου προήρχοντο από τους προ του 1790 αποίκους. Περίπου 53.500.000 από τους μετά το 1790 μετανάστες.

Δεδομένου οτι και στις δυο κατηγορίες η τεράστια πλειοψηφία προήρχετο από τις χώρες της Βορειοδυτικής Ευρώπης –όπως άλλωστε εύγλωττα πιστοποιούν και οι αρι­θμοί που αναφέραμε προηγουμένως– οι νέες αναλογίες ευνοούσαν και πάλι κατάφωρα τις χώρες αυτές. Η Βρετανία, επί παραδείγματι, είχε δικαίωμα να στείλη 65.361 μετανάστες τον χρόνο από τον συνολικό αριθμό των 153.714, πού ο νόμος προέβλεπε να έλθουν άπό όλη τήν Υφήλιο βάσει τών αναλογιών. Η Γερμανία είχε μια “αναλογία” 25.814 και η Ιρλανδία 17.756. Η Ελλάδα με τους νέους υπολογισμούς κατάφερε να πάρη τελικά 307! Έτσι, βά­σει της ελληνικής “αναλογίας”  ήλθαν στην Αμερική κατά την δεκαετία 1930–1939, συνολικά 2.982 άτομα. Αν παραβάλη κανείς τον αριθμό αυτό με τους 184.201 μετανάστες που ήλθαν από την Ελλάδα στην δεκαετία 1911– 1920, έχει μια ανάγλυφη εικόνα της αλλαγής πού επέφερε ή καθιέρωσι των αναλογιών. Ευτυχώς πού κατά την δεκαετία 1930–1939 ήλθαν και άλλες 6.227 “ως σύζυγοι και άγαμα τέκνα αμερικανών πολιτών.”

 

Ο αγώνας κατά των “αναλογιών”

 

Ήταν φανερό ότι όσο θα εξακολουθούσαν να ισχύουν τα δεσμά των αναλογιών, η Ομογένεια θα αντιμετώπιζε τον σκληρό νόμο της φθοράς, γιατί θα έλειπε η συνεχής ανανέωσις και ενίσχυσις με καινούργιους μετανάστες. Το ότι αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στην διετία 1947–1949, ήλθαν από την Ελλάδα 3.984 άτομα, δεν αποτελούσε βέβαια επαρκή αναστροφή τών αρνητικών επιπτώσεων που είχαν κατά τα προηγούμενα εικοσιπέντε χρό­νια οι “αναλογίες.”

Φυσικά, οι εθνότητες πού αντιμετώπιζαν τους περιορι­στικούς φραγμούς τών αναλογιών—ιδίως οι Ιταλοί και οι Έλληνες –άρχισαν να κινούνται δραστήρια μέ σκοπό να επιτύχουν την κατάργησι του περιοριστικού αυτού συστήματος. Η ΑΗΕΡΑ, και η GΑΡΑ[1] ή και οι άλλες ελληνοαμερικανι­κές οργανώσεις, κινήθηκαν δραστήρια προς την πλευρά του Κογκρέσσου και του Λευκού Οίκου. Μετά το Έπος της Αλβανίας και τόν ηρωϊκό αγώνα του ελληνικού λαού εναντίον της χιτλερικής κατοχής και αργότερα, μετά τη επικράτηση του “εθνικού,” επί του “δημοκρατικού” στρατού, το ελληνικό όνομα ανέβηκε πολύ ψηλά στην Αμερική. Έπαψαν πια να ακούγωνται οι προσβλητικοί εκείνοι χαρακτηρισμοί, πού εξετόξευαν κατά των ελλήνων μεταναστών στο παρελθόν οι βορειοευρωπαϊκής καταγωγής Αμερικανοί. Τώρα ήταν τιμή και για τους Ελληνοαμερικανούς της δεύτερης γενεάς να προβάλουν την ελληνική καταγωγή τους. Μαζί με τις άλλες εθνό­τητες, οι Ελληνοαμερικανοί επέτυχαν τό 1947 ένα πρώτο άνοιγμα.

Με ψήφισμά της η αμερικανική Γερουσία ανέθεσε στην Επί Της Δικαιοσύνης Επιτροπή να διεξαγάγη μια εξονυχιστική μελέτη της μεταναστευτικής νομοθεσίας στο σύνολο της κατά την περίοδο 1907–1947. Τρία χρό­νια αργότερα, στις 20 Απριλίου 1950, η  επιτροπή έδωσε στην δημοσιότητα την τελική της έκθεσι, που εκάλυπτε πάνω από 900 σελίδες. Επί πλέον, οι καταθέσεις μαρτύ­ρων, εμπειρογνωμόνων, και εκπροσώπων οργανώσεων, τα στατιστικά στοιχεία, οι επί μέρους μελέτες και γνωμοδοτήσεις, έπιαναν τριάντα περίπου ογκώδεις τόμους.

Η επιτροπή είχε εξετάσεις όλα τά σχετικά νομοθετή­ματα, και ειδικώτερα τους δασικούς νόμους του 1917, 1921,. και 1924, καθώς και πάνω από 200 άλλους ειδικούς νόμουςεκατοντάδες εκτελεστικές πράξεις, διακηρύξεις, κανονισμούς, εγκυκλίους, ακόμη και διεθνείς συμφωνίες. Μπρο­στά σ’ αυτό τον κυκεώνα, η επιτροπή απεφάσισε να υποδείξη στο Κογκρέσσο την θεσμοθέτησι ενός νέου νόμου που θα ενσωμάτωνε και θα συστηματοποιούσε ολόκληρη την μεταναστευτική νομοθεσία σε ένα κείμενο, επιφέροντας ταυτόχρονα τις επιθυμητές αλλαγές και απαλείψεις.

 

Ο Νόμος Μακκάραν-Ουώλτερ

 

Στα επόμενα δύο χρόνια, το νομοσχέδιο Μακκάραν-Ουώλτερ, όπως έμεινε γνωστό, επειδή το εισήγαγε ο γερουσιαστής Πάτρικ Μακκάραν (Patrick McCarran), Δημοκρατικός από την Νεβάδα (Nevada), πρό­εδρος της Επιτροπής επί της Δικαιοσύνης, και ο βουλευ­τής Φράνσις Ε. Γουόλτερ (Francis E. Walter) Δημοκρατικός από την Πενσυλβάνια (Pennsylvania), πρόεδρος της Υποεπιτροπής Μεταναστεύσεως και Υπηκοότητος της Βουλής,  επέρασε από έξι διασκευές και πολυάριθμες τροποποιήσεις και τελικά εψηφίσθηκε από το Κογκρέσσο στις 10 Ιουνίου 1952. Ο πρόεδρος Χάρρυ Τρούμαν[2] εθεώρησε το νομοσχέδιο αναχρονιστικό και ανελεύθερο, εφ’ όσον εξακολουθούσε να διατηρή ανέπαφο το σύστημα τών αναλογιών, και ήσκησε το βέτο. Αλλά στο Κογκρέσσο υπήρχε ένας μεγάλος αριθμός βουλευτών και γερουσια­στών που δεν ήθελε να γκρεμίση τους φραγμούς των αναλογιών και να άνοιξη διάπλατα τις πύλες στις χιλιάδες που μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήθελαν να έρ­θουν για να ζήσουν στην Αμερική. Στην ψηφοφορία της 27ης Ιουνίου, το Κογκρέσσο με πλειοψηφία ⅔ και πλέον ενέκρινε το νομοσχέδιο, το όποιο έτσι έγινε ο νέος μετα­ναστευτικός νόμος. Κατά τα ερχόμενα δεκατρία χρόνια, οι διατάξεις του νόμου αυτοί) θα καθώριζαν κατά μέγα μέ­ρος και την έκτασι του μεταναστευτικού ρεύματος άπο την Ελλάδα.[3]

Ευτυχώς πού για να επιτύχουν την πλατύτερη δυνατή υποστήριξι, οι εισηγηταί του νομοσχεδίου είχαν περιλάβει διατάξεις που ανέθεταν στον Υπουργό Δικαιοσύνης το δικαίωμα να εγκρίνη την είσοδο μεταναστών που κανονικά δεν θα μπορούσαν να έλθουν. Επί πλέον, ο νόμος προέβλεπε και πολλές νέες κατηγορίες μεταναστών, που μπορούσαν να έλθουν εκτός “αναλογίας.”

 

Η AHEPA προωθεί ειδικά νομοθετήματα

 

Ο νόμος του 1952 υπέστη βαθμιαία διάβρωσι και με την επιψήφισι διαφόρων άλλων νομοθετημάτων. Ήδη το 1950–1951, ενώ συνεζητείτο ακόμα το νομοσχέδιο Μακκάραν-Ουώλτερ στο Κογκρέσσο, η AHEPA επέτυχε να εγκριθή ειδικό νομοσχέδιο που επέτρεπε την είσοδο 10.000 “εκτοπισμένων” από την Ελλάδα –κατά κύριο λόγο θυμάτων του εμφυλίου πολέμου 1946–1949. Το 1953 εψηφίσθηκε άλλος ει­δικός νόμος που επέτρεπε την εισδοχή χιλιάδων ορφανών παιδιών από διάφορες χώρες εκτός “αναλογίας.”

Τον ίδιο χρόνο εψηφίσθηκε και ο νόμος για την περίθαλψι των προσφύγων, και τό 1957 ο νόμος για την περίθαλψι των προσφύγων και των εκτοπισμένων, που απέβλεπε κυρίως στην αποκατάστασι εκείνων που είχαν διαφύγει άπό την Ουγγα­ρία μετά την σοβιετική επέμβαση. Άλλα νομοθετικά μέτρα απέβλεπαν στην είσοδο και αποκατάστασι θυμάτων κατα­στρεπτικών σεισμών. Το 1959, άλλο νομοθέτημα εξουσιοδό­τησε τις μεταναστευτικές αρχές να χορηγήσουν άδεια εισό­δου στα μέλη των οικογενειών εκείνων που είχαν έλθει ενω­ρίτερα βάσει της νομοθεσίας του 1953 γιά την περίθαλψι προσφύγων. Για την Ελλάδα, το τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών τών ειδικών νομοθετημάτων ήταν να έλθουν κατά τήν δεκαετία 1951–1960 όχι 3.070, που προέβλεπε η κανο­νική αναλογία των 307 τον χρόνο, αλλά 47.608.

Το 1961, νέα νομοθεσία με πρωτοβουλία της κυβερνή­σεως Τζων Κέννεντυ[4] διεύρυνε ακόμη περισσότερο τον κύκλο των συγγενών που θα μπορούσαν να έλθουν ως μετανάστες “εκτός αναλογίας”. Όταν λάβη κανείς υπ’ όψιν ότι τα περιθώρια της ελληνικής “αναλογίας” είχαν εξαντληθή μέχρι και τό έτος 2000(!), καταλαβαίνει τι τεράστια σημασία για την ενίσχυσι και ανανέωσι της Ομογενείας είχαν τα ειδικά νομοθετήματα που εψήφισε το Κογκρέσσο κατά την περίοδο αυτή, κυρίως μέ την προτροπή και πίεσι των   οργανώσεων  της   Ομογενείας   και  των  οργανώσεων των άλλων εθνικών ομάδων.

Κατά την προεκλογική εκστρατεία του 1960, οι εθνικές ομάδες πού υφίσταντο πιο έντονα τις δεσμευτικές χει­ροπέδες των “αναλογιών”, επολλαπλασίασαν τις προσπά­θειες τους. Ο Τζών Κέννεντυ είχε γράψει στην γνωστή μονογραφία του με τον τίτλο A Nation of Immigrants (Έθνος Μεταναστών):[5]H μεταναστευτική πολιτική θα πρέ­πει να είναι γενναιόφρων, θα πρέπει να είναι δίκαιη, θα πρέπει να είναι ευέλικτη. Με μια τέτοια πολιτική θα μπορέσωμε να αντικρύσωμε την Υφήλιο αλλά και την ίδια την Ιστορία με καθαρά χέρια και καθαρή συνείδησι. Η πολιτική μας επίσης θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τα λόγια του Γεωργίου Ουάσιγκτων,[6] που είπε ‘η καρδιά της Αμερικής είναι ολάνοιχτη για να δεχθή όχι μονάχα τον εύπορο και ευυπόληπτο ξένο, αλλά και τους κατατρεγμέ­νους και καταπιεζόμενους όλων των εθνών και θρησκευμά­των, τους οποίους θα πρέπει να υποδεχθούμε για να συμ­μετάσχουν σε όλα μας τα δικαιώματα και προνόμια εφ’ όσον η έντιμη και σωστή συμπεριφορά τους φαίνεται να αξίζη την απολαυή αυτών τών δικαιωμάτων’.”

Στο Κογκρέσσο επίσης, υπήρχαν δυνάμεις που έβλεπαν με δυσαρέσκεια τους περιοριστικούς φραγμούς των “αναλογιών”. Ο γερουσιαστής Φίλιπ Α. Χαρτ  (Phillip A. Hart) και  τριάντα πέντε άλλοι γερουσιασταί, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι, είχαν προσυπογράψει νομοσχέδιο που εζητούσε την βασική αλλαγή της νομοθεσίας. Η Αμερικανική Επιτροπή Ιταλικής Μεταναστεύσεως, η ΑΗΕΡΑ, η GΑΡΑ, το Εθνικό Συμβούλιο Εκκλησιών, η Εθνική Εταιρεία Καθολικής Προνοίας, οι κυριώτερες εβραϊκές οργανώσεις, η Διεθνής Επιτροπή Διασώσεως Διωκωμένων και πλήθος άλλων ορ­γανώσεων των διαφόρων εθνικών ομάδων, συνένωσαν τις δυνάμεις τους για να προωθήσουν τήν επιψήφισι του νομο­σχεδίου που κατέθεσε στις 24 Ιουλίου 1963 ο γερουσιαστής Χαρτ βάσει των συστάσεων που είχε στείλει στο Κογκρέσ­σο ο πρόεδρος Κέννεντυ την προηγουμένη. Το νομοσχέδιο προέβλεπε τήν βαθμιαία μείωσι κατά 20 τοις εκατόν κατ’ έτος των μεγάλων “αναλογιών” που είχαν δοθή στα δυτικοευρωπαϊκά κράτη. Έτσι, σε μια πενταετία θα εσχηματίζετο ένα “απόθεμα,” το οποίο θα εχρησιμοποιείτο από άλλες χώρες, χωρίς διακρίσεις, μόνο με βάσι μια γενική σειρά προτεραιότητος ως προς την υποβολή της αιτήσεως (first come first served). Αλλά στα ερχόμενα δυο χρόνια, ύστερα από πολλές και επίμονες συζητήσεις, τροποποιήσεις, ψηφοφορίες και αλλαγές, το αρχικό νομοσχέδιο επήρε μια ακόμα πιο φιλελεύθερη και ελαστική μορφή. Τελικά προ­έκυψε ο νόμος 2580 του 1965, ο νόμος που υπέγραψε μπρο­στά στο άγαλμα της Ελευθερίας ο  πρόεδρος Τζώνσον.

 

Ο νόμος του 1965

 

Ο νόμος 2580 καθώριζε ότι τό σύστημα των “αναλογιών” θα κατηργείτο την 1η Ιουλίου 1968. Μέχρι την ημε­ρομηνία εκείνη, όλες οι αχρησιμοποίητες αναλογίες –των δυτικοευρωπαϊκών χωρών, που συνήθως έμεναν αχρησιμοποίητες κατά μέγα μέρος– θα μετεφέροντο σε ένα γενικό λογαριασμό, που θα εδίδετο κατόπιν σε χώρες που είχαν εξαντλήσει τις δικές τους “αναλογίες.” Εν συνεχεία, 170.000 μετανάστες θα ήρχοντο κάθε χρόνο από τις χώρες του ανατολικού ημισφαιρίου. Στον αριθμό αυτό δεν θα συμπερι­λαμβάνονταν “σύζυγοι και ανήλικα τέκνα αμερικανών πο­λιτών.”

Πιο συγκεκριμένα, γιά τους κατοίκους του ανατολι­κού ημισφαιρίου –στο οποίο υπάγεται και η Ελλάς– προβλέπονται επτά κατηγορίες προτιμήσεως:

 

  • 1η  Κατηγορία (20 τοις εκατόν των 170.000): Άγαμα τέκνα ενήλικα πολιτών (εάν βέβαια τα παιδιά αυτά είναι κάτω των 21 ετών, έρχονται στην Αμερική χωρίς κα­νένα περιορισμό και εξω από τον αριθμό των 170.000).
  • 2η Κατηγορία (20 τοις εκατόν των 170.000, και επί πλέον όσοι αριθμοί δεν εχρησιμοποιήθησαν από την 1η Κα­τηγορία): Σύζυγοι και άγαμα τέκνα μονίμων κατοίκων που δεν έχουν πάρει την υπηκοότητα.
  • 3η Κατηγορία (10 τοις εκατόν των 170.000): Επιστή­μονες ή πρόσωπα με εξαιρετικά προσόντα στον κόσμο της Τέχνης και των Επιστημών.
  • 4η Κατηγορία (10 τοις εκατόν των 170.000 και επί πλέον οι αριθμοί που έμειναν αχρησιμοποίητοι από τις πρώτες τρεις κατηγορίες): Έγγαμα τέκνα αμερικανών πολιτών.
  • 5η  Κατηγορία (24 τοις εκατόν τών 170,000 και επί πλέον αχρησιμοποίητοι αριθμοί από τις προηγούμενες τέσσερεις κατηγορίες): Αδελφοί και αδελφές αμερικανών πολιτών.
  • 6η Κατηγορία (10 τοις εκατόν των 170.000): Ειδικευ­μένοι ή ανειδίκευτοι εργαζόμενοι, οι όποιοι έχουν προσόντα που σπανίζουν στην Αμερική.
  • 7η Κατηγορία (6 τοις εκατόν των 170.000): Πρόσφυγες από χώρες του ανατολικού μπλοκ, χώρες της Μέσης Ανατολής, και θύματα φυσικών καταστροφών. (Πρόσωπα που περι­λαμβάνονται σ’ αυτή την κατηγορία δεν έρχονται σαν “με­τανάστες,” αλλά αποκτούν αυτή την ιδιότητα ύστερα από δυο χρόνια παραμονής στην Αμερική).

 

Πρέπει να σημειωθή οτι οι οικογένειες (σύζυγοι και τέκνα) ατόμων που περιλαμβάνονται σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω κατηγορίες, δικαιούνται να έλθουν χωρίς να υπολογίζωνται στο αντίστοιχο ποσοστό.

Εάν δεν υπάρχουν αρκετοί ενδιαφερόμενοι για να απορροφήσουν όλες αυτές τις “βίζες,” τότε χορηγούνται άδειες εισόδου και σε πρόσωπα που δεν καλύπτονται από τις παραπάνω κατηγορίες μέχρις ότου συμπληρωθή ο ετήσιος συνολικός αριθμός 170.000.

Αυτό που ενδιαφέρει την Ομογένεια είναι ότι, βάσει του νόμου του 1965, μπορούν να έλθουν από την Ελλάδα κάθε χρόνο γύρω στις είκοσι χιλιάδες μετανάστες. Βά­σει των στοιχείων της Μεταναστευτικής Υπηρεσίας, η ετή­σια άφιξις μεταναστών από την Ελλάδα κατά την τελευ­ταία δεκαετία κυμαίνεται γύρω στις 10.000 με 15.000.

Για την ακρίβεια, οι επίσημοι αριθμοί για την τελευ­ταία δεκαετία 1965–1975 είναι οι ακόλουθοι: Το 1965, πριν να τεθή σε εφαρμογή η νέα μεταναστευτική νομοθεσία, ήρθαν στην ‘Αμερική από την Ελλάδα για μόνιμη εγκατάστασι 3.002· το 1966, 8.265· το 1967, 14.905· το 1968, 13.047· το 1969, 17.724· το 1970, 16.464· το 1971, 15.939· το 1972, 11.021· το 1973, 10.751, και το 1974, 10.824, δηλαδή συνολικά 121.942. Ο αριθμός αυτός αποκτά περισσότερο νόημα όταν παραβληθή με τα σύνολα άλλων χωρών. Επί παραδείγματι, κατά την ίδια περίοδο ήλθαν από την Ιταλία –με πεντα­πλάσιο πληθυσμό έναντι της Ελλάδος– 216.322, από την Γαλλία 26.003,από την Σουηδία 11.454, από την Πορτογαλία 110.668, ατό την Ιρλανδία 24.849, από την Γερμανία 120.505, και από την Βρετανία 173.735.

Ο αριθμός 121.942 είναι συγκριτικά αρκετά μεγάλος. Εν τούτοις θα πρέπει να υπογραμμισθή μια χωρίς προη­γούμενο αλλαγή στην ανέλιξι του μεταναστευτικού ρεύματος από την Ελλάδα προς Η.Π.Α. Για πρώτη φορά ο αριθμός εκείνων που έρχονται κατ’ έτος είναι μικρότερος από τον αριθμό που θα μπορούσε να είχε έλθη μέσα στα περιθώρια της μεταναστευτικής νομοθεσίας.

Αυτή η αξιοσημείωτη μεταβολή οφείλεται προφανώς, α] στην οικονομική ανάπτυξι που σημειώθηκε στην Ελ­λάδα  κατά την τελευταία εικοσαετία, β] στην  απορρόφησι 300.000 περίπου Ελλήνων εργατών από την Δυτική Ευρώπη και ειδικά την Δυτική Γερμανία, και γ] στην μει­ωμένη έλξι που ασκεί τώρα η Αμερική πάνω στα ελληνικά νιάτα για πολιτικούς και άλλους λόγους.[7]



[1]  Για την AHEPA (American Hellenic Educational Progressive Association) και την GAPA (Greek American Progressive Association), τις δύο μεγαλύτερες ελληνοαμερικανικές οργανώσεις, βλ. περισσότερα στο κεφάλαιο 4 του παρόντος βιβλίου.

[2] Truman S. Harry (8 Μαΐου 1884, Lamar, Μισούρι – 26 Δεκεμβρίου 1972, Kansas City, Μισούρι): Ο 33ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών (1945-53), που ηγήθηκε της χώρας κατά την τελευταία φάση του πολέμου και τα πρώτα χρόνια του “Ψυχρού Πολέμου”.

[3] Πρόκειται για τον Immigration and Nationality Act (INA) του 1952, γνωστό ως McCarran-Walter Act, ο οποίος έθετε σειρά περιορισμών στην μετανάστευση προς τις Η.Π.Α. Ο νόμος πέρασε παρόλο το veto του αμερικανού προέδρου Τρούμαν που θεώρησε το νόμο σαν “μη-αμερικανικό” και υπέρ των διακρίσεων. Τελικώς πέρασε με ορισμένες αλλαγές σε άρθρα που πρόβαλαν περιορισμούς με βάση τη φυλή. Ωστόσο, διατηρήθηκε το σύστημα των “αναλογιών” και συνεχίστηκε ο περιορισμός μεταναστών από ορισμένες χώρες.

[4] John Fitzgerald Kennedy (29/5/1917, Brookline, Mass. Η.Π.Α. – 22/11/1963, Dallas, Τέξας, Η.Π.Α): 35ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών (1961-1963).

[5] Το βιβλίο αυτό γράφτηκε από τον Τζων Κέννεντυ σε συνεργασία με τον αδελφό του Robert F. Kennedy.

[6] George Washington (22/2/1732, Κομητεία Westmoreland Virginia – 14/12/1799, Mount Vernon): Αρχιστράτηγος του στρατού των αμερικανικών αποικιών κατά την Αμερικανική Επανάσταση (1775-83) και στη συνέχεια ο 1ος πρόεδρος των   Ηνωμένων Πολιτειών.

[7] Το κείμενο γράφτηκε τα αμέσως επόμενα χρόνια της μεταπολίτευσης του 1974, τότε που ο αντιαμερικανισμός είχε φτάσει στην κορύφωσή του, εξαιτίας της εμπλοκής των Η.Π.Α. στον πόλεμο του Βιετνάμ, της στήριξης που παρείχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στο στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου, της “φιλοτουρκικής”  στάσης των Αμερικανών στα γεγονότα της Κύπρου, αλλά και, γενικότερα, στη μεγάλη έξαρση που γνώριζαν τα αντιαμερικανικά-αντιιμπεριαλιστικά κινήματα εκείνη την περίοδο.

ΑΥΡΙΟ: Που κατοικούν οι περισσότεροι ομογενείς