ΣΑΤΙΡΙΖΟΝΤΑΣ: Το συσσίτιο…

1:30 πήγε η ώρα… Γιατί άργησε άραγε; Συνέβη κάτι στον δρόμο; Κάποιο ατύχημα; Έπεσαν στην άκρη του δρόμου και σκοτώθηκαν; Και μαζί με αυτούς καταστράφηκε και το πολύτιμο …φορτίο… Όχι, δεν γίνεται. Δεν είναι δυνατόν με τέτοια συνοδεία να κινδυνεύσει. Ακόμη και χρηματαποστολές της Τράπεζας της Ελλάδας έχουν μικρότερη αστυνομική δύναμη…Τα λεπτά κυλούσαν… Πέρασαν πέντε, πέρασαν δέκα, δεκαπέντε, είκοσι, εικοσιπέντε, τριάντα, τριανταπέντε… Τίποτα όμως. Καθόμασταν αμήχανοι και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι μπορεί να είχε συμβεί. Η αγωνία μας κορυφώθηκε.

Υπάλληλοι ανέβαιναν, κατέβαιναν τις σκάλες απορημένοι για το τι έχουμε πάθει και είμαστε τόσο ανήσυχοι. Βρήκαμε έναν καναπέ και καθίσαμε, αφήνοντας τον χρόνο να κυλά… Η  Άννα, πειραχτήρι όπως πάντα, μόλις μας είδε, άρχισε το δούλεμα.

Ζήτησε το κινητό μου και μας τράβηξε μια φωτογραφία. Κουνημένη ήταν βέβαια αφού κράτησε το βαρύ κινητό με το δεξί χέρι ενώ στο άλλο είχε τα κλειδιά της, την τσάντα της και τα γυαλιά ηλίου που -τελικά- της έπεσαν στο πάτωμα αλλά ευτυχώς δεν έσπασαν…

Ο Χρήστος σηκώθηκε και έκοβε βόλτες στο διάδρομο. Έσπευσα να τον συνοδεύσω όταν ξαφνικά, από κάποιο γραφείο, πετάχτηκε μια αιθέρια ξανθιά ύπαρξη. Χωρίς να χάσω στιγμή της έπιασα κουβέντα˙ όχι για πολύ όμως γιατί κι αυτή …βιαζόταν… Σε τούτο τον κόσμο όλοι βιάζονται. Με το που σχολούν από την δουλειά τους τρέχουν σαν σφαίρα… Αίολος Κεντέρης… Αλήθεια που είσαι; Σε χάσαμε…

Ήταν η πρώτη μέρα και δεν περιμέναμε να υπάρχει τόσο μεγάλη καθυστέρηση. Θέλαμε να δοκιμάσουμε τι θα μας σερβίριζαν πριν αποφασίσουμε να ξαναπαραγγείλουμε. Ο λόγος; Το συσσίτιο φυσικά… Και πρώτη μέρα: μακαρόνια με κιμά! Μάλιστα!

Κάναμε διάφορες υποθέσεις… Άραγε, ήταν φρέσκος ο κιμάς ή περίμεναν ακόμη να ξεπαγώσουν τα τελευταία κιλά που έβαλε στο ψυγείο ο …Ιωάννης Μεταξάς; Και γι’ αυτό …αργούσαν; Πάντως κρατήσαμε την υπομονή μας και δεν φύγαμε. Ο Χρήστος βέβαια ανέβηκε μέχρι το γραφείο του για να ξαναβάλει την μπύρα στο ψυγείο. Είχε περάσει ώρα και άρχισε να ζεσταίνοταν…

Στο πίνακα ανακοινώσεων κολλημένο ήταν ένα ποίημα. Εξυμνούσε την ανδρεία των στρατιωτών και αξιωματικών που υπηρέτησαν στην μονάδα. Επίσης την μαγκιά των κάθε λογής βυσμάτων… Δεν έχασα την ευκαιρία και το διάβασα. Με θαυμασμό! Στο στρατό αναδεικνύεται -αν μη τι άλλο- η καλλιτεχνική κλίση των στρατευμένων.

Πριν μήνες, κυκλοφόρησε χαρτί που ανακοίνωσε ότι, με 2,40 Ευρώ θα μπορούν και οι πολιτικοί υπάλληλοι να αγοράζουν μια μερίδα φαγητό, από το ίδιο που τρώνε και οι στρατεύσιμοι. Λίγοι δήλωσαν συμμετοχή τότε αλλά μόνο ο Χρήστος και γω κάναμε την παραγγελία μας έγκαιρα, σημειώνοντας μάλιστα την πρωτιά! Ίσως επειδή είμαστε οι μόνοι που διαβάζουμε με θρησκευτική ευλάβεια καθημερινά τα Υπηρεσιακά Σημειώματα και τις Διαταγές της Ηγεσίας!

Ξαφνικά σήμανε συναγερμός… Κάποιος νεαρός, ντυμένος πολιτικά, άρχισε να κραυγάζει θριαμβευτικά: «ήρθε το φαγητό!», κουβαλώντας κάτι ταψιά τα οποία με το τρέξιμό του χτυπιόντουσαν με τα καπάκια τους και ούρλιαζαν σαν ντραμς…

Τρέχουμε και μεις προς το μέρος του μα, ω τι απογοήτευση… Τα ταψιά ήταν άδεια… Έσπευσε να μας καθησυχάσει ο Θάνος… «Ήταν τα χτεσινά ταψιά, φρεσκοπλυμένα, έτοιμα για να τα επιστρέψουν…», είπε.

Αμέσως, ανέβηκε με ορμή τα λίγα σκαλάκια και, μετά από λίγα λεπτά, επέστρεψε με γεμάτα -αυτή τη φορά- τα ταψιά και 2 σακούλες. Μία σακούλα για τον Χρήστο και η δεύτερη για μένα.

Σπεύδουμε προς το μέρος της κουζίνας μα πριν φτάσουμε στην πόρτα …δεύτερος συναγερμός χτυπά… «Χύθηκε το φαγητό, χύθηκε το φαγητό!!!», αναφώνησε ο Θάνος. Αμέσως κατεβαίνει η αξιωματικός να επιληφθεί του θέματος.

Φωνές, κακό, εξετάζουμε μία-μία τις σακούλες και, ώ τι ανακούφιση: Μόνο τα ζουμιά από την σαλάτα είχαν χυθεί. Ο κιμάς με τα μακαρόνια ήταν άθικτος.

Με χαρά, επιστρέψαμε στα γραφεία μας στρώσαμε το τραπεζομάντηλο και γευματίσαμε. Ο Χρήστος -σαν καλό παιδί- έφαγε όλο το φαγητό του. Ήπιε και την μπύρα του… Εγώ, μόνο μισή μερίδα κατάφερα και αυτή άνευ …ζύθου… Ήταν πολύ το φαγητό…

Η Μαμά Πατρίδα, τελικά, μεριμνά για τα παιδιά της! Ακόμη και στους πλέον χαλεπούς καιρούς…