«Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α» Μέρος 62ο

 

 

 VIII. Στο Διάβολο!

(Το Ν.Α.Τ.Ο., η πολιτική του Κίσσινγκερ και το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε.)

 

ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ, 15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1974

Κάτω άπο την μύτη του ΝΑΤΟ, του Έκτου Στόλου, του Άγγλου μεσολαβητού κ. Κάλλαχαν και εις πείσμα των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι Τούρκοι εχρησιμοποίησαν την διάσκεψι της Γενεύης, μόνον και μόνον για να ολοκληρώσουν τα σχέδια τους ε­ναντίον της Κύπρου και της Ελ­λάδος!

 

Μετά το ψήφισμα της 22ας Ιουλίου, του Συμβουλίου Ασφαλείας, συνεφωνήθη γραμμή εκεχειρίας. Και απεφασίσθη η κατάπαυσις των εχθροπραξιών την ιδίαν ήμερα, ώρα 2 μ.μ. (Γκρήνουιτς). Οι Τούρκοι, όμως, παρεβίασαν την εκεχειρίαν 80 φορές. Και επεξέτειναν τα εδάφη που είχαν καταλάβει την πρώτη και την δεύτερη ήμερα της άνανδρης εισβολής των, κατά 100 τετραγωνικά χιλιόμετρα, μέχρι της 30ης Ιουλίου, οπότε έλαβε χώρα η πρώτη σύσκεψις της Γε­νεύης και υπεγράφη η νέα συμφω­νία επί της γραμμής καταπαύσεως του πυρός. Οι Τούρκοι, αμέ­σως μετά την δεύτερη συμφωνία τους και «πριν ξεραθή το μελάνι της υπογραφής των», όπως είπε και ο κ. Γεώργιος Μαύρος, άρχι­σαν να την παραβιάζουν και αυ­τήν. Και συνέχισαν ανενόχλητοι από τον Κίσσινγκερ και ολόκληρη την Ατλαντική Συμμαχία, τας επι­χειρήσεις των προς κατάληψιν και νέων Κυπριακών εδαφών.

 

Κάτω απ’ αυτάς τας συνθήκας, έφθασε ή Ελλάς εις την Γενεύη για την νέα σύσκεψι. Εκεί, οι Τούρκοι άρχισαν να προβάλλουν τους όρους των και, εν μέσω α­πειλών, να ζητούν τα πάντα, χωρίς καν να παρέχουν εις την Ελληνικήν άντιπροσωπείαν τον απαιτού­μενο χρόνο μελέτης των αξιώσεων τους. Η σύσκεψις μετεβλήθη, αμέ­σως, εις μονόλογο των Τούρκων. Η έννοια των διαπραγματεύσεων, όπως την γνωρίζομε εις όλες τις περιπτώσεις, εξαγρίωνε τους Τούρκους, διότι, ακριβώς, εις την πραγματικότητα, δεν επρόκειτο να διαπραγματευθούν. Άλλα ή­σαν το σχέδια τους. Και με μόνον την υπαγόρευσι των όρων τους κατεδέχοντο να ασχοληθούν, γνωρί­ζοντες και προεξοφλούντες ότι ή Ελλάς δεν θα τους απεδέχετο.

 

Αυτή, όμως, η άθλιότης δεν εξενεύρισε τον κ. Κίσσινγκερ. Δεν ενόχλησε τον κ. Κάλλαχαν. Δεν επροκάλεσε την κινητοποίησι του Έκτου Στόλου. Δεν ωδήγησε, όσο ήταν καιρός, εις νέαν σύγκλησι, το Συμβούλιον Ασφαλείας των Η­νωμένων   Εθνών.   Η   αντιπροσωπεία της Ελλάδος έπραξε παν το δυνατόν, δια να αποσοβηθή το χει­ρότερο. Ήταν, όμως, καταδικα­σμένη η προσπάθεια της από την ανυπομονησία των Τούρκων να τερματισθή η σύσκεψις με κατοχύρωσι των απαραδέκτων διεκδική­σεων τους, ή με το ναυάγιο της, για να εφαρμοσθή το διαφανές σχέδιο νέας επιθέσεως με όλον τον στρατό των 40.000, με τα πολεμι­κά τους και τα αεροπλάνα τους, εναντίον των αόπλων Κυπρίων.

 

Εζητήθη, προχθές, 48ωρος α­ναβολή δια να μελετήση η Ελλάς τας «προτάσεις». Δεν της εδόθη. Εζητήθησαν, εν συνεχεία, 24 ώρες. Και οι Τούρκοι της είπαν: Όχι, θα συμφωνήσης τώρα. Θα πνιγής. θα πας στον διάβολο, θα αποφασίσης τώρα. Αυτήν την στιγμή, θα πας στον διάβολο, της ξαναείπαν, οι Τούρκοι και ο Κίσσινγκερ, που μας εδήλωσε, την προχθεσινή Τρί­τη, ότι ευνοεί τας Τουρκικάς α­παιτήσεις, ωσάν να μην το εγνωρίζαμε αυτό, ωσάν να μη εφάνηκε, όλες τις τελευταίες μέρες, που είχε χάσει την λαλιά του, που υπέ­φερε από έναν ύποπτον και αποκρουστικόν γλωσσοδέτη.

 

Εις τον διάβολο, όμως, δεν θα πάη ή Ελλάς. Ημπορεί εκεί να πάη, αν θέλη το ΝΑΤΟ. Να πάη και η πολιτική του Κίσσινγκερ. Να πάη και ο ίδιος, όπως και θα πάη εις το σπίτι του, εάν πιστεύη ότι ένας αρχιμάστορας του ιδικού του ανα­στήματος ημπορεί να μεταβάλλε­ται σε μικροσκοπικό υπηρέτη του Τούρκικου βαρβαρισμού, χωρίς να αναλογίζεται πόσο μεγάλη είναι η υποχρέωσις της χώρας μας να λέγη το μεγάλο όχι, όταν τόσο α­νοικτά, τόσο προκλητικά και τόσο βάναυσα καταρρακώνεται η αρχή των διαπραγματεύσεων, η αξία των   αποφάσεων   του   Συμβουλίου Ασφαλείας και η αξία των συμφωνιών.

 

Η Αμερική σφάλλεται αν νομίζη ότι είναι τόσο μεγάλη ώστε να μένη ασυγκίνητη, ή να περιορίζεται εις μικροενέργειες, όταν τόσο προκλητικά και με τόση μονομέ­ρεια υπονομεύονται και καταπα­τούνται αι αξίαι που οφείλουν να γίνωνται σεβασταί εις τας σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών.

 

Απέτυχε ο κ. Κίσσινγκερ, διότι όταν εζήτησε, την τελευταία στι­γμή, από τους Τούρκους — αν το έπραξε κι’ αυτό — να αποφύγουν την εισβολή, οι Τούρκοι τον ηγνόησαν. Και όταν εζήτησε από τους Τούρκους, την Τρίτη, αφού πρώτα έσπευσε να διακήρυξη ότι ευνοεί τας απαιτήσεις των, να συνεχίσουν τας διαπραγματεύσεις, οι Τούρκοι τον ηγνόησαν εκ νέου. Ας δεχθή, τώρα, την αποτυχία του, ας μέτρη­ση την έκτασί της και ας φιλοτιμηθή, επί τέλους, να αντιληφθή, ότι δεν έχει δικαίωμα να έρχεται εις τόσο ανοικτή αντίθεσι με τα καλύτερα ιδεώδη εις τα όποια στη­ρίζει η Αμερικανική χώρα μας την αξίωσί της να είναι σεβαστή. Και ας συναγάγη τα συμπεράσματα του. Ας κινηθή τώρα, αν θέλη. Ας ανανήψη. Ιστορικό και πελώ­ριο είναι το σφάλμα του.

 

Εάν θέλη ο κ. Κίσσινγκερ την ειρήνη εις την Μέση Ανατολή, ο­φείλει να ασχοληθή με την επανόρθωσι των σφαλμάτων του. Ο άγριος παροξυσμός του τουρκικού σωβινισμού δεν πείθεται με τας τηλεφωνικάς παραινέσεις του της ύ­στατης στιγμής. Η Ελλάς, δεν εί­ναι δυνατόν να εγκαταλειφθή, χω­ρίς να υπάρξουν συνέπειαι εξ εκεί­νων που θα είναι δυσάρεστοι εις τον κ. Κίσσινγκερ και ολόκληρη την Δυτική  Συμμαχία.

 

__________________________________________________________________________________________

 

IX. Οι δηλώσεις του Προέδρου Φορντ και του Ροκφέλλερ και η συνεχιζόμενη αδιάλλακτη στάσις των Τούρκων

 

 ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ, 25 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1975

 

Μετά τον Πρόεδρο Φορντ, -που ωνόμασε την Τουρκία πιστή σύμ­μαχο της Αμερικής, είχαμε το κρούσμα Ροκφέλλερ που καταγρά­φτηκε, βέβαια, στο παθητικό της πολιτικής ιστορίας του, γιατί αντι­προσωπεύει μια εκτροπή από τους κανόνες που διέπουν τους επιφα­νείς πολιτικούς της χώρας μας. Ο Ροκφέλλερ δεν είχε στο παρελθόν παρουσιασθή στο δημόσιο βίο του τόσο απρόσεκτος, τόσο επιπόλαι­ος, τόσο ανεπαρκής και τόσο ελα­φρός! Προσπαθούσε σε κάθε περίπτωσι να εκφράζεται με κάποιο μέτρο. Τον θεωρούσαμε υπεύθυνο ηγέτη και, οπωσδήποτε, σοβαρό άνθρωπο.

 

Τα εθαλάσσωσε ο άτυχος! Έπροχειρολόγησε και στον κατήφο­ρο που είχε πάρει, διέπραξε όχι ένα, άλλα πολλά μαζί σφάλματα. Το γεγονός ότι, μέχρι της στιγμής, δεν έλαβε το θάρρος να ανακαλέση τις ανοησίες του για να ελαφρώση κάπως, την θέσι του, συνι­στά και αυτό, ένα άλλο σφάλμα του, εξ ίσου ανεξήγητο. Γιατί επι­τρέπει να κρίνωμε πλέον τον άν­θρωπο και την πράξι του, χωρίς να είμεθα σε θέσι να του βρούμε ένα, έστω, ελαφρυντικό. Λυπούμεθα, ως εκ τούτου, για το παραστράτημα του. Αλλά και θλιβόμεθα γιατί αντιπροσωπεύει, όπως απεδείχθη, ένα πνεύμα που δικαιο­λογεί τις μεγαλύτερες ανησυχίες, σ’ ολόκληρο τον λαό της χώρας.

 

 

 

Ο Ροκφέλλερ κακομεταχειρί­στηκε    τους    Ελληνοαμερικανούς και τον Ελληνικό λαό, και τον λαό της χώρας μας γιατί ηθέλησε να επισφράγιση αυτά που είπε ο Πρό­εδρος Φορντ και να μας δείξη πό­σο επηρεασμένος είναι κι1 αυτός, από την κοσμοθεωρία του Κίσσινγκερ που, όπως ξέρομε, υπήρξε α­νέκαθεν σύμβουλος, φίλος και φω­τοδότης του.

 

Η ασχημία του Ροκφέλλερ θα μείνη. Η ανευλάβειά του προς τον «άγνωστο» θεό των Ελλήνων, θα τον χαρακτηρίζη. Η παρατήρησί του ότι οι ‘Ελληνες θα πρέπει να είναι και ευγνώμονες στους Τούρκους, θα τον εκθέτη στο υπό­λοιπο του δημοσίου βίου του, Και μετά τον θάνατό του! Και η αγέ­νεια του να αναφέρεται με τόση έλλειψι αισθήματος σεβασμού και ευθύνης στην ιστορική φυλή των Ελλήνων, θα τον ακόλουθή.

 

Εμάς, όμως, αφού εκείνος τόσο κακοτύχησε, λίγο μας ενδιαφέρει το γεγονός οτι επλήρωσε ήδη, και πληρώνει, τις επιπτώσεις τής ελε­εινής εντυπώσεως που παντού προ­κάλεσε η πελώρια γκάφα του. Χω­ρίς να τον ξεχάσωμε, δεν χρειάζε­ται να ασχοληθούμε άλλο μαζί του. Ξέρομε πως θα του φερθούμε όταν ποτέ θα μας χρειασθή.

 

 

 

Προέχει, αυτήν την στιγμή, το άλλο, το μεγάλο, θέμα. Από όσα είπε ο Ροκφέλλερ καταλαβαίνομε, ήδη, καλύτερα πόσο έντονη είναι η επιθυμία της Κυβερνήσεως Φορντ να επιτύχη, αυτήν την φορά, την υποστήριξι της πλειοψηφίας του Κογκρέσσου για να επαναληφθή η στρατιωτική βοήθεια προς την Τουρκία. Έτσι πρέπει να το δούμε το κρούσμα του Ροκφέλλερ: Σαν μια νέα προειδοποίησι ότι ο κίνδυ­νος της στρατιωτικής βοηθείας προς την Τουρκία, χωρίς να προηγηθή καμμιά πράξι καλής θελή­σεως εκ μέρους της, είναι πολύ μεγαλύτερος από όσο θέλομε να πιστεύομε. Ο Ροκφέλλερ δεν πρόσθεσε, βέβαια, κανένα επιχεί­ρημα με την αθλιέστατη δήλωσί του. Δεν είχε κανένα επιχείρημα να το επικαλεσθή. Μπορούσε, όμως, πεπειραμένος αυτός πολιτι­κός, να καταφύγη σε καμμιά σοφιστεία. Να επικαλεσθή, έστω, κανένα ψευδοεπιχείρημα. Δεν το κα­τάφερε όμως ο άνθρωπος, ούτε αυτο… Κατάφερε, μόνο, να τονώση περισσότερο την αγωνιστική μας διάθεσι. Καθώς πελάγωσε, ο Ροκ­φέλλερ, εμείς κατωρθώσαμε να μετρήσωμε, ακόμη ασφαλέστερα, την διάθεσι της κυβερνητικής Ουάσιγκτων. Καλό, στην τελευταία ανάλυσι, μπορεί να μας έκανε ο Ροκφέλλερ έτσι, όπως πολιτικά ανυπόδητος, παρουσιάστηκε.

 

Δεν ηθέλησε, ο Ροκφέλλερ, να υπενθύμιση στους Τούρκους ότι στο χέρι τους ήταν να μη διακοπή η στρατιωτική βοήθεια προς την χώρα τους. Δεν ηθέλησε να αναφέρη, ότι το Κογκρέσσο ήταν έτοι­μο να μη διακόψη, και να επαναλάβη μόλις την διέκοψε, την στρα­τιωτική βοήθεια, με μια και μόνο χειρονομία  καλής  θελήσεως.

 

Δεν ηθέλησε να το κάμη αυτό ο Ροκφέλλερ. Δεν έχει γνώμη. Έ­χασε την ανεξαρτησία του. Έχα­σε την δημοκρατική του αντίληψι. Παρεδόθη άνευ όρων στον Πρό­εδρο. Και στον Κίσσινγκερ. Και οϋ­τε ηθέλησε να σιωπήση. Ηθέλησε να κατέβη — και να μείνη! — εκεί που κατέβηκε. Εκεί που δεν έχει παρακάτω.

 

Το βάρος μένει πάντοτε, σε μάς τους Ελληνοαμερικανούς. Τους φίλους μας όλης της χώρας. Και τους φίλους μας του Δημοκρατικού Κογκρέσσου. Ο Φορντ, και ο Ροκ­φέλλερ και ο Κίσσινγκερ θέλουν, σώνει και καλά, να παραβιασθή ο νόμος της χώρας μας που απαγο­ρεύει την χρησιμοποίησι της αμε­ρικανικής βοηθείας για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους προσφέρεται. Το Κογ­κρέσσο λέγει όχι, να μη παραβιασθή. Και, μάλιστα, για μια χώ­ρα που τίποτε δεν σέβεται. Που μένει ασυγκίνητη μπροστά στην δυστυχία 200.000 προσφύγων. Που με το πρόσχημα της προστασίας μιας μειονότητος του 18 τοις εκα­τό, κατακρατεί τά 40 εκατοστά μιας ανεξάρτητης, ξένης χώρας, με ένα στρατό που εγκατέστησε εκεί, χωρίς καν να της χρειασθή να αντιμετώπιση στρατιωτική αντίστασι, για να μπορή να ισχυρίζε­ται ότι ενίκησε. Μια χώρα που απειλεί ανοικτά και την Ελλάδα, που εξακολουθεί, επίσης, να ανήκη, πολιτικά, στην οικογένεια του ΝΑΤΟ.

 

Το Κογκρέσσο έδωσε προθε­σμία στον Πρόεδρο Φορντ. Η προ­θεσμία πέρασε. Και ο Φορντ δεν είχε τίποτε να αναγγείλη που να πείθη ότι η Τουρκία άλλαξε νοο­τροπία, ότι συγκινείται από την τραγωδία της Κύπρου. Στα παληά της υποδήματα έγραψε ή Τουρκία και τον Πρόεδρο Φορντ, που είχε αναλάβει την υποχρέωσι να ενημέ­ρωση το Κογκρέσσο επί των ευνοϊ­κών εξελίξεων της απαράδεκτης εκκρεμότητος. Στα παληά της τα παπούτσια έγραψε η Τουρκία και το Κογκρέσσο που περίμενε την αποφασιστικής σημασίας χειρονο­μία της καλής θελήσεως της.

 

Και τώρα,  η  Τουρκία απειλεί και μαίνεται! Αλλά δεν υποχωρεί σε τίποτε. Δεν επιδεικνύει καμμιά ελαστικότητα. Δεν φρονηματίζε­ται. Δεν παύει, όμως, να αξιώνη και την επανάληψι της στρατιωτι­κής βοηθείας. Εάν νικήση, ο Πρό­εδρος Φορντ, ο Ροκφέλλερ και ο Κίσσινγκερ θα πανηγυρίσουν και οι τρεις. Γιατί μαζί τους, θα νική­σουν και οι Τούρκοι, θα ηττηθή, τότε, το Κογκρέσσο! Επομένως, και ο λαός της χώρας! θα ηττηθή και η Κύπρος, από τον Φορντ, πλέον, θα ηττηθούν και οι Έλλη­νες, από τον Φορντ και την παρέα του. ‘Εμείς, 8μως, λέμε, ότι θα ηττηθή πρώτα απ’ όλους, η φιλτάτη χώρα μας, η Αμερική. Γιατί θα παραβιασθή ο Νόμος! Οί Τούρκοι μόνο για το μεγαλύτερο κακό θα είναι ικανοί, καθώς θα αισθάνωνται ισχυρότεροι. Ας το καταλά­βουν, επιτέλους, αυτό, οι διάφοροι θιασώτες της πολιτικής του εξευ­μενισμού τους, που με τόσο πάθος την ακολουθεί και την εφαρμόζει ο Χένρυ Κίσσινγκερ.

 

Εμείς — άτομα  και οργανώσεις — πρέπει να αγωνισθούμε και τώρα. Όχι προς την κατεύθυνσι του Προέδρου Φορντ για κείνα που είπε. Ούτε προς την κατεύθυνσι του Ροκφέλλερ, που τόσο μας πρόσβαλε. Να μη χάσωμε και­ρό. Για μη αποσπασθούμε και απομακρυνθούμε από τον κύριο σκοπό. Να αγωνισθούμε πρώτα προς την κατεύθυνσι των φίλων μας της Γερουσίας (όπου εκκρεμεί το νομοσχέδιο 8.846 των κ.κ. Μάνσφηλντ και Σκώττ) και προς την κατεύθυνσι των άλλων συμπολιτών μας της καθημερινής μας συναναστροφής, ως και των μέσων ενημερώσεως. Και να πουμε στο Κογκρέσσο, και σε όλους μαζί, για μια ακόμη φο­ρά, και άλλες, χίλιες φορές: ΟΧΙ. Να μη επαναληφθή η στρατιωτική βοήθεια προς την Τουρκία, αν δεν προηγηθή χειρονομία που να αποδεικνύη, κατά τρόπο θετικό και αναμφισβήτητο, την καλή θέλησι της Τουρκίας, σ’ όλους τους τομείς, που συνεχίζει να παραμένη ανένδοτη, αδιάφορη, προκλητική και απάνθρωπη.